Ο στρατάρχης Giovanni Maria von Schulenburg ολοκλήρωσε το οχυρωματικό έργο της Κέρκυρας, ύστερα από τρεις αιώνες παρεμβάσεων, αναθεωρήσεων καί συμπληρώσεων που ακολούθησαν την εξέλιξη της οχυρωματικής τέχνης, όπως πραγματοποιήθηκε στα μεγάλα αστικά κέντρα της Ιταλίας.
Μετά από την τουρκική πολιορκία το 1716, προκειμένου να ενισχυθεί η άμυνα του νησιού, ο Giovanni Maria von Schulenburg εγκαινιάζει την τελευταία προγραμματική φάση του οχυρωματικού συνόλου, με την οχύρωση των λόφων Αβράμη, Σωτήρα και Αγίου Ρόκου. Το αποτέλεσμα αυτών των μεγάλων επεμβάσεων στο φυσικό περιβάλλον της πόλης ήταν η ασφάλεια της Κέρκυρας, αλλά παράλληλα η αλλαγή του αστικού της τοπίου, ιδιαίτερα προς την ενδοχώρα. Οι προτάσεις του για την μελλοντική βελτίωση της άμυνας της πόλης πε¬ριελάμβαναν: την πραγματοποίηση δύο επιβλητικών έργων στρατιωτικής αρχιτεκτονικής στους λόφους Αβράμη και Σωτήρα, τη ριζική ανανέωση και ενίσχυση του μετώπου της πόλης ως δεύτερης αμυντικής γραμμής, επεμβάσεις στο μέτωπο του παλαιού φρουρίου, ως τρίτη αμυντική γραμμή και πιθανό καταφύγιο στην περίπτωση κατάληψης της πόλης, έργα για την ενίσχυση των τειχών κατά μήκος της παραλίας, της άμυνας του λιμανιού και της ενίσχυσης του βράχου του Βίδο.
Μέσα στο γενικότερο πλαίσιο των μελετών για την πόλης της Κέρκυρας, ο Schulenburg ανέλαβε μία πρωτοβουλία, με στόχο την εκπόνηση ενός σχεδίου επεμβάσεων στα δημόσια οικοδομήματα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν όχι στρατιωτικά άλλά κοινωνικά κριτήρια.


Συγκεκριμένα, πρότεινε την κατασκευή δύο νέων καταλυμάτων για τα στρατεύματα, ένα νοσοκομείο κοντά στην πύλη του Αγίου Νικολάου (επέκταση του ήδη υπάρχοντος), επιδιόρθωση των τειχών κατά μήκος της θάλασσας έως τη Σπηλιά, καθώς και διορθωτικές επεμβάσεις στα τείχη μεταξύ της Σπηλιάς και του Νέου Φρουρίου.
Επίσης, πρότεινε την μετατροπή της λότζιας σε έδρα του κερκυραϊκού Συμβουλίου, μετά τη χρησιμοποίηση της παλαιάς έδρας αυτού, στην Σπιανάδα, για την αποθήκευση κρεβατιών και εξαρτημάτων του πυροβολικού.
Οι δημόσιοι χώροι για την πώληση της ξυλείας, του σιταριού κλπ. Θα κατανέμονταν μεταξύ της πλατείας και της παραλίας της Σπηλιάς, ενώ η αγορά θα μπορούσε να μεταφερθεί στην ίδια πλατεία της σπηλιάς, ή στην πλατεία του Αγίου Ιακώβου, εμπρός από το Βαϊλάτο.
Τέλος, κρίθηκε αναγκαίο να γίνουν νέες κατασκευές, όπως ένα πρώτο συγκρότημα κατοικιών και καταστημάτων στο Πλατύ καντούνι, και μία δεύτερη μεγάλη σειρά κατοικιών και καταστημάτων στην πλατεία. Σύμφωνα με τις προτάσεις του Schulenburg επιτρεπόταν η ανοικοδόμηση μίας σειράς κτιρίων παράλληλα με την υπάρχουσα, εμπρός στη Σπιανάδα, προκειμένου να βρεθεί οικοδομήσιμος χώρος στην πόλη. Έτσι στα 1766 “Ο Nicolo Nicca ζητά να κτίσει σε οικόπεδο που βρίσκε¬ται στη Σπιανάδα (ανάμεσα στην οδό delle acque και στην εκκλησία της Φανερωμένης), μήκους 30 passi και πλάτους passi στην ίδια περιοχή έχει κτιστεί η παναγία του Rosario και η νέα σιταποθήκη, και την οικοδόμηση επιτρέπει το σχέδιο Σούλεμπουργκ”.

Στην διαθέσιμη έκταση που προέκυψε από το παραπάνω σχέδιο δόθηκαν οικόπεδα στους κατοίκους της πόλης για κατασκευή κατοικιών. Εμφανίστηκαν λοιπόν τότε οι πρώτες ιδέες της ανανέωσης, της βελτίωσης του ιστού της κατοικημένης περιοχής και της αστικής λειτουργικότητας, συνοδευμένες από την επικέντρωση της προσοχής στην κοινωνική πραγματικότητα. Ορισμένες από αυτές τις ιδέες υλοποιήθηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα από τις αγγλικές αρχές μετά από πολλές εξωπραγματικές μελέτες της εποχής του Ναπολέοντα.
Στα μέσα του 18ου αι. η Κέρκυρα είχε γίνει η πιο ωραία και ισχυρή πόλη στην Ευρώπη…[τέτοια ώστε] μπορεί να χρησιμεύσει ως πρότυπο τέχνης.
Το 1/3 της έκτασης της πόλης καταλαμβάνει ο επίπεδος, ανοιχτός χώρος της Σπιανάδας (La Spianata) στο μέσον της οποίας ξεχωρίζει το κτίριο του Συμβουλίου της πόλης (La gran guardia) και οι εκκλησίες της Πλατυτέρας (Platitera) και της Μανδρακίνας.


Δύο ακόμη δημόσιοι χώροι-πλατείες που διακρίνονται ανάμεσα από τα περιγράμματα των κτιρίων είναι η πλατεία Α. Ιακώβου και η πλατεία της Σπηλιάς.
Στην πρώτη απεικονίζονται σε κάτοψη, η λέσχη των ευγενών και η μητρόπολη των καθολικών, ενώ στη δεύτερη ξεχωρίζουν το κτίριο των στρατώνων της Σπηλιάς με το χαρακτηριστικό σχήμα Γ, το κτίριο του υγειονομείου (Il magistrato di Sanità) και λίγο μακρύτερα η κρεαταγορά. (La Beccaria).

Η εικόνα της πόλης, το 18° αι. είναι επιβλητική και αυστηρή η στρατιωτική αρχιτεκτονική που επιβλήθηκε στο αστικό της τοπίο, ένας θρίαμβος της οικοδομικής τέχνης πάνω στη φύση, από τους Βενετούς, την έκανε “τόπο ισχυρότατο εκ φύσεως, και καμωμένο με τέχνη και έξοδα, απόρθητο.
Η επίσημη εικονογραφία της πρωτεύουσας πόλης των Ιονίων αντικατοπτρίζει ένα πρόγραμμα το οποίο βασίστηκε στην ανανέωση των οχυρωματικών έργων και σε έναν σχεδιασμό που στόχευε στην αναμόρφωση του εσωτερικού χώρου της πόλης.
Σε μερικές περιπτώσεις εικόνων του 18ου αιώνα η πόλη φαίνεται από τα δυτικά, προοπτική από την οποία αναδεικνύεται όλη η “φοβερότητά” της, ιδιαίτερα μετά από τις τελευταίες οχυρωματικές εργασίες που έγιναν από τον Schulenburg: το [νέο] φρούριο εμφανίζεται σαν ένα τέρας με γιγάντιες δαγκάνες που απειλούν των εχθρό.
Η πολιτική σχεδιασμού της Βενετίας στις κτήσεις της στην Ανατολή επέβαλε ριζικές αλλαγές του τοπίου κάθε πόλης, αυξάνοντας παράλληλα την ασφάλεια των κατοίκων, οι οποίοι – σε πολλές περιπτώσεις- κλήθηκαν να μετακινηθούν και να αλλάξουν τρόπο ζωής.
Στα νησιά του Ιονίου, με την Κέρκυρα να κατέχει την πιο σημαντική θέση στην σειρά των λιμανιών του Ιονίου πελάγους, οι επεμβάσεις σχεδιασμού και οι τεχνικές οχύρωσης του 18ου αιώνα, έδωσαν σε αυτά την εικόνα των οχυρωμένων πόλεων της Ιταλίας.

Απόσπασμα από : Βοσκοπούλου Χ. Χρυσούλα, “Δημόσια κτίρια στην Κέρκυρα την περίοδο της βενετικής κυριαρχίας(1571-1797)” , διδακτοεική διατριβή. Αρχείο Α.Π.Θ.

* * *