Επί Βενετοκρατίας επικράτησε να τελούνται αυτοτελείς θρησκευτικές τελετές, ανά μία ομάδα τελετών από τους ορθοδόξους και ανά μία ομάδα τελετών από τους καθολικούς. Επίσης, καθιερώθηκαν, με την πάροδο των χρόνων, μικτές τελετές, στις οποίες έπαιρναν μέρος ιερωμένοι και των δύο δογμάτων. Οι μικτές αυτές τελετουργίες με τη συμμετοχή εκπροσώπων και των δύο δογμάτων διακρίνονταν, στην Κέρκυρα, σε λιτανείες θρησκευτικές (όπως η περιφορά του σώματος και του αίματος του Χριστού τη Μεγάλη Παρασκευή), εορταστικές συλλειτουργίες, από κοινού ψαλλόμενες νεκρώσιμες ακολουθίες και τελετές δημοσίων πολυχρονισμών κ.ά.
Μεταξύ των μικτών αυτών τελετών ήταν οι γενόμενες για την ανάμνηση της κτίσης της Γαληνότατης και της αφιέρωσης της Κέρκυρας σε αυτήν, η εορτή εις μνήμην του Ευαγγελιστή Μάρκου (προστάτη της Βενετίας), η εορτή εις μνήμην του Αγίου Αρσενίου, η νίκη κατά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571, η σωτηρία της Βενετίας από την πανώλη κ.ά. Επίσης, εορταστικές εκδηλώσεις για το ingresso, δηλαδή για την επίσημη τελετουργική υποδοχή στην Κέρκυρα επιφανών προσώπων. Όπως και οι επίσημες τελετές (ingressi) για την υποδοχή των αφικνουμένων Βενετών αξιωματούχων, έτσι και οι μικτές θρησκευτικές τελετές και τελετουργίες, στις οποίες την πρωτεύουσα θέση είχαν οι βενετικές Αρχές, αποτελούσαν για τη Βενετία ένα όργανο και μία μεθοδευμένη προσπάθεια επίδειξης εξουσίας .Από την άλλη πλευρά, πρέπει να παρατηρηθεί ότι οι κοινές αυτές συνάξεις και τελετουργίες Ελλήνων ορθοδόξων και Λατίνων καθολικών συνέτειναν στο να αμβλύνουν οι μεταξύ τους έριδες και διαφορές .
Ένα από τα σπουδαιότερα μέτρα που έλαβε, για καθαρά λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, η βενετική κυβέρνηση υπέρ των ορθοδόξων Ελλήνων ήταν η με προτροπή των Βενετών διοικητών στα Νησιά εκδοθείσα το έτος 1521 (18/3/1521) Βούλλα (Bolla) υπό του βενετικής καταγωγής Πάπα Λέοντος I° (1513-1521).
Με την εν λόγω Βούλλα, την οποία επικύρωσε και εφάρμοσε η βενετική πολιτεία στις κτήσεις της, και σε αντίθεση προς τα υπό της Συνόδου του Λατερανού (1215) θεσπισθέντα, ο Πάπας διέτασσε να μην παρενοχλούνται οι Έλληνες στην κατά τη θρησκεία και τα έθιμα τους τέλεση των ιεροτελεστιών τους (οι οποίες να τελούνται secundum antiquam censuetudinem ). Να μην επεμβαίνει ο καθολικός κλήρος στην διοίκηση των ορθόδοξων εκκλησιαστικών πραγμάτων. Να σταματήσει η ασκούμενη πίεση και πολεμική κατά των έγγαμων ορθόδοξων ιερέων. Να απαγορεύεται στους καθολικούς ιερείς να ιερουργούν εντός των ορθόδοξων ναών. Και να μην αναμιγνύεται ο καθολικός επίσκοπος στα της χειροτονίας των ορθόδοξων κληρικών (οι οποίοι απαλλάσσονταν από την καταβολή της δεκάτης και των αγγαρειών στο Κράτος) και ο ορθόδοξος πρωτοπαπάς στις χειροτονίες των καθολικών κληρικών.
Με την αυτή Βούλλα του Πάπα Λέοντος I° επήλθε σχετική αποκατάσταση των περιουσιών της ορθόδοξης εκκλησίας στα Νησιά, καθόσον ορίστηκε ότι «τα εκκλησιαστικά κτήματα, χρήματα, σκεύη και προσήκοντα ναοίς και μοναστηρίοις Ελλήνων θα είναι αναφαίρετα και απείρακτα παρά των Λατίνων». Κατόπιν τούτου, οι ορθόδοξοι ναοί και μονές απέκτησαν κτήματα και, γενικότερα, περιουσία.
Κατά της Βούλλας του Πάπα Λέοντος I° εξεμάνησαν οι καθολικοί κληρικοί της Κέρκυρας και διά παντός μέσου προσπάθησαν να μην την εφαρμόσουν. Τότε ο ορθόδοξος κλήρος απέστειλε στην Βενετία, προς ενημέρωση της κεντρικής εξουσίας, τον Πρωτοπαπά Κερκύρας Αλο’ί’σιον Ραρτούρον, ο οποίος έτυχε ευμενούς υποδοχής.
Μετά ταύτα, η Βούλλα του Λέοντα I°, που είχε επικυρωθεί εν τω μεταξύ από τον Πάπα Κλήμη Ζ’ το 1526, επικυρώθηκε και από τον Πάπα Παύλο Γ’ (ιδρυτή της Ιεράς Εξέτασης) το 1540. Με τη Βούλλα αυτή του 1540 ο Πάπας Παύλος Γ’, πιεζόμενος και πάλι από τους Βενετούς, αποφάσισε, ύστερα από εισήγηση του Πρωτοπαπά της Κέρκυρας, να λειτουργούν ελεύθερα οι Έλληνες ιερείς, να θάβουν, να βαφτίζουν και να περιάγουν το σταυρό κατά τις δημόσιες τελετές. Επίσης, απείλησε στη σχετική εγκύκλιο του διάφορες ποινές, μηδέ και του αφορισμού εξαιρουμένου, στους καθολικούς που θα απειθούσαν να συμμορφωθούν σ’ αυτήν.
Στη συνέχεια, η Βούλλα του Πάπα Παύλου I ‘ επικυρώθηκε από τη βενετική Γερουσία τα έτη 1542 και 1544 επί Δόγη Πέτρου Λάνδου.
Βέβαια, η εφεκτική και αρκετά προστατευτική πολιτική των παπών που προαναφέρθηκαν δεν είχε ανάλογη συνέχεια από τους διαδόχους τους, τον Πάπα Πίο Δ’ (Θέσπισμα του 1564) και Πίο Ε’ (1566), που προσπάθησαν σθεναρά να καταργήσουν τις προστατευτικές για την Ορθοδοξία ρυθμίσεις.
Ένα κύριο χαρακτηριστικό της Βενετοκρατίας ήτανε η επιμονή των Λατίνων Αρχιεπισκόπων σχετικά με τις τελετές των δύο δογμάτων.
Ο καθολικός Αρχιεπίσκοπος Pietro Lippomano στις 22 Αυγούστου 1636 έκανε έγγραφο που ρύθμιζε τα θέματα των μεικτών τελετών. Ακολούθησε ένα πρωτόκολλο στις 16 Ιουλίου 1730 καθώς και ένα διάταγμα της Συγκλήτου της 1ης Οκτωβρίου 1767 που καθόριζε λεπτομέρειες.
Οι μεικτές τελετές που στα βενετοκρατούμενα χρόνια γιόρταζαν υποχρεωτικά μαζί με τα δύο δόγματα ήταν δεκατρείς :
1) Η επίσημη υποδοχή του Λατινοεπισκόπου, του Γενικού Καπετάνιου παλιά και του Γενικού Προβλεπτή της Ανατολής αργότερα.
2) Η κηδεία του Λατινοεπισκόπου.
3) Οι κηδείες των ευγενών των ανώτερων τάξεων της ιπποσύνης (βαρόνοι, υποκόμητες, κόντηδες).
4) Η περιφορά του Επιταφίου των Λατίνων.
5) Η γιορτή της Αγίας Δωρέας, το Festum Corporis Dominis ή Corpus Dimini ήτανε από τις σπουδαιότερες γιορτές και μάλιστα η τελευταία που έγινε με ενωμένα τα δύο δόγματα στις 4 Ιουνίου 1797.
6) Η τελετή των Πολυχρονισμών (Ρolataeti) τρεις φορές το χρόνο, 5-1 / 28-6 / 24-12.
7) Η γιορτή του Αγίου Αρσενίου Μητροπολίτη Κερκύρας, του οποίου το λείψανο το 1267 από τον Κάρολο των Αντζού είχε δοθεί στους καθολικούς μαζί με την Ορθόδοξη Μητρόπολη των Αγίων Πέτρου και Παύλου. Το 1633 μεταφέρθηκε το λείψανο στη νέα καθολική Μητρόπολη (Duomo) μέχρι το 1944 που το πήραμε στο Μητροπολιτικό Μέγαρο.
8 ) Η γιορτή των Αγίων Φαβιανού και Σεβαστιανού στις 20-1.
9) Η επέτειος της ίδρυσης της Βενετίας την 25η Μαρτίου.
10) Η γιορτή του Αγίου Μάρκου στις 25 Απριλίου.
11) Ο εσπερινός στις 11 Δεκεμβρίου και της Δεύτερης της Διακαινισίμου.
12) Η επέτειος σύναψης των συμφωνιών του σώματος των Ευγενών της Κέρκυρας με τη Βενετία στη γιορτή του Αγίου Βερνάρδου στις 20 Μαΐου.
13) Η επέτειος της νίκης της ναυμαχίας της Ναυπάκτου στις 27 Σεπτεμβρίου του 1571 (Lepanto). Η καθολική εκκλησία έχτισε τη Μονή της Αγίας Ιουστίνης στη Γαρίτσα και η Ορθόδοξη εκκλησία τη σωζόμενη εκκλησία των Αγίων Τριών Μαρτύρων (Τριμάρτυρος), Σεργίου, Βάκχου και Ιουστίνης, με βενετσιάνικο λιοντάρι στη βόρεια πλευρά του το οποίο δηλώνει ότι οι εκκλησίες αυτές χτιστήκανε με έξοδα του βενετσιάνικου κράτους.
πηγές: Οδυσσέας Κ.Κλήμης ” Ιστορία της νήσου Κέρκυρας” , Σπύρος Γασπαρινάτος “Η Βενετοκρατία στα νησιά του Ιονίου Πελάγους”
* * *
Leave A Comment