Γνωρίζω τον τόπο μου
Ιστορία – Μνημεία – Πολιτισμός

Η ομιλία του Γιώργου Ζούμπου, στην εκδήλωση της  4ης Ιουλίου 2014

Οργάνωση: Κερκυραίων πρωτοβουλία ΜΚΟ

Με την υποστήριξη του τμήματος Πολιτισμού-Αθλητισμού & Νέας Γενιάς του Δήμου Κέρκυρας

*  *  *

 

Τον Ιούνη του 1797, η άφιξη των Δημοκρατικών Γάλλων στην Κέρκυρα σημαίνει το τέλος βενετικής κυριαρχίας τεσσάρων αιώνων και τη διάχυση των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης στα Ιόνια Νησιά.
Η γαλλική παρουσία στην Κέρκυρα διακόπτεται στις αρχές του 1799 μετά από ρωσσοτουρκική πολιορκία και το Μάρτη του 1800 ιδρύεται η Επτάνησος Πολιτεία, ενώ στα 1807, με τη συνθήκη του Τιλσίτ, τα Ιόνια Νησιά βρίσκονται και πάλι υπό γαλλική κατοχή.
Λίγα χρόνια αργότερα Αγγλία και Γαλλία βρίσκονται πάλι σε εμπόλεμη κατάσταση. Στα 1809 οι Άγγλοι καταλαμβάνουν τα Κύθηρα και σταδιακά τα υπόλοιπα Ιόνια Η αγγλική σημαία υψώνεται στα κερκυραϊκά φρούρια στις 12 Ιούνη του 1814. Αρχικά τη διοίκηση των Νησιών ασκεί ο στρατηγός Campbell ενώ στα 1816 αναλαμβάνει ύπατος Αρμοστής ο Thomas Maitland.

 Στα πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας ο Αρμοστής κατοικεί στο Παλιό Φρούριο, στο οίκημα το οποίο παλαιότερα χρησίμευε ως κατοικία του βενετού Γενικού Προνοητή. Το οίκημα είναι μικρό και ελάχιστα επιβλητικό, για αυτό ο sir Thomas Maitland ζητά διαμονή στο βορεινό μέρος της Κάτω Πλατείας.

Joseph Schranz – The Palace of St Michael and St George, Corfu

O Sir Thomas Maitland (1759-1824) περιβάλλεται εξαρχής από το Λονδίνο με κύρος και δύναμη που κανείς διάδοχός του δεν αποκτά στα κατοπινά χρόνια στα Ιόνια Νησιά. Στις θέσεις του Κυβερνήτη της Μάλτας και του Διοικητή της Μεσογείου ανατολικά του Γιβραλτάρ, που κατέχει από τα 1813, προστίθεται το φθινόπωρο του 1815 (τυπικά, από τον Δεκέμβρη του 1815), η θέση του Λόρδου Υπάτου Αρμοστή. Έτσι, ολόκληρη η στρατιωτική και διοικητική μηχανή της Αγγλίας στην περιοχή αυτή περνά στον έλεγχο του Maitland. Η δύναμη όμως αυτή, σε συνδυασμό με την ακράτεια της γλώσσας του, τη συχνά απότομη συμπεριφορά του και, το κυριότερο, τον αυταρχικό του χαρακτήρα, γίνεται άμεσα αντιληπτή από τους Κερκυραίους.

 Η αφιέρωση ενός τιμητικού μνημείου στον πρώτο Αρμοστή της Επτανήσου από πολυμελή ομάδα Κερκυραίων αριστοκρατών, μεταξύ των οποίων είναι και ο πατέρας του Καποδίστρια, αμέσως μετά την επιστροφή του Maitland από το Λονδίνο τον Οκτώβρη του 1816, και η ίδρυση του νέου Ιπποτικού Τάγματος, των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου με πρότασή του, αποτελούν συμπεριφορές και πολιτικές που εύκολα γίνονται κατανοητές, αν κανείς τις εντάξει στο προσωπικό σχεδόν καθεστώς που δέχθηκε το Λονδίνο να εγκαταστήσει ο Maitland στα Επτάνησα.

H δημιουργία του Τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου σύντομα έδωσε την τυπική αιτιολογία ανέγερσηςενός ανακτόρου και όχι απλώς μιας άνετης κατοικίας για το Maitland.
Η απόφαση για την οικοδόμηση λαμβάνεται από τη Γερουσία στις 30 Νοέμβρη του 1818 και αναφέρει: «Η Α.Υ. ο πρόεδρος προτείνει να τεθούν στη διάθεση του συνταγματάρχου Robinson δέκα χιλιάδες τάλληρα, με σκοπό να συγκεντρωθεί το απαραίτητο υλικό για την ανέγερση ενός δημοσίου ανακτόρου, που να συνδέεται με το Διακεκριμένο Τάγμα των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, κι ακόμα να γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες, ώστε με τον καιρό να εξευρεθούν και άλλοι πόροι για τη συνέχιση των εργασιών. Η πρόταση γίνεται ομόφωνα δεκτή». Το Ανάκτορο θα αποτελεί και διοικητικό κέντρο, όμως τα έξοδα είναι δυσβάστακτα για το νέο κράτος και ο Maitland αντιτείνει ότι με τη στέγαση εκεί δημοσίων υπηρεσιών θα αποφεύγονται νοίκια και σταδιακά θα γίνει απόσβεση του κόστους.

Στις 12 Αυγούστου εκείνης της χρονιάς έχει ιδρυθεί στην Αγγλία, με έδρα την Κέρκυρα, το Τάγμα των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, με αποκλειστικό σκοπό την απονομή παρασήμων σε κατοίκους των Ιονίων Νήσων και της Μάλτας, ή σε
άγγλους που εξυπηρέτησαν τα συμφέροντα της Μ. Βρετανίας στα νησιά αυτά. Ο Αρμοστής προβλέπεται να κατέχει αυτοδίκαια τον ανώτατο βαθμό του Μεγάλου Μάγιστρου και να εισηγείται την απονομή των διαφόρων βαθμών.

Ως προς την ονομασία του ανακτόρου θα πρέπει να σημειωθεί το εξής: Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ έχει καθιερωθεί στις δυτικές χώρες ως «Άγιος Μιχαήλ». Στα ελληνικά επομένως το ανάκτορο θα μπορούσε να είχε το όνομα «Ανάκτορο του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και του Αγίου Γεωργίου». Άλλωστε η μια από τις δύο πύλες της πρόσοψης λέγεται «Πύλη Αρχαγγέλου Μιχαήλ». Όμως στο ελληνικό κείμενο της «Εφημερίδας του Ιονίου Κράτους» το συναντάμε πάντα ως
«Παλάτιον των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου» και η ονομασία αυτή παραμένει η ίδια σε όλες τις σχετικές αναφορές επί δύο σχεδόν δύο αιώνες.

Τα σχέδια του ανακτόρου και η επίβλεψη των εργασιών ανατίθενται στον αντισυνταγματάρχη George Whitmore των βασιλικών μηχανικών, στον οποίο οφείλεται και η κατασκευή του μνημείου Maitland στην Πάνω Πλατεία (αντί της αρχικά προβλεπόμενης θριαμβικής αψίδας) και η αποκάλυψη του ναού τουΚαρδακιού.

Ποιος είναι ο George Whitmore

Ο George Whitmore γεννιέται στη Βρετανία στις 12 Μάη του 1775 και στα τέλη του 1793, σε ηλικία 18 χρονών, είναι ανθυπολοχαγός των βασιλικών μηχανικών. Μετά από μια σειρά μεταθέσεων και προαγωγών, τοποθετείται τον Οκτώβρη του 1811 στη Μάλτα έχοντας το βαθμό του υπολοχαγού. Στις 21 Ιούνη του 1813 γίνεται αντισυνταγματάρχης και βρίσκεται υπό τις διαταγές του Maitland.

Το Νοέμβρη του 1815 περιοδεύει στα Εφτάνησα συνοδεύοντας το Maitland και από τις 8 Μάρτη του 1816 αποσπάται στην Κέρκυρα όπου και εγκαθίσταται οικογενειακά διαμένοντας στο οίκημα των βενετών Γενικών Προνοητών στο Παλιό
Φρούριο. Αργότερα εγκαθίσταται σε ένα σπίτι με θέα τη Σπιανάδα, ενώ εκτελεί επισκευαστικές εργασίες στο Οίκημα των Προνοητών μετά τα εγκαίνια του Ανακτόρου, ώστε να χρησιμοποιηθεί για τα πρώτα μαθήματα της Ιονίου Ακαδημίας.
Ταυτόχρονα επιβλέπει μια σειρά δημοσίων έργων στην Κέρκυρα, την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο.

Μετά το θάνατο του Maitland στα 1824 υπηρετεί κατά διαστήματα στηνΚέρκυρα, υπό τον αρμοστή Frederick Adam, και στη Μάλτα μέχρι το 1829, οπότε φεύγει για την Αγγλία. Από το Μάη του 1825 προάγεται σε συνταγματάρχη. Στην
Κέρκυρα θα ξαναβρεθεί μόνο το 1834 κατά τη διάρκεια ενός υπηρεσιακού ταξιδιού. Τότε είχε πάρει εντολή από τον Υπουργό επί των Αποικιών να εξετάσει για ποιο λόγο ο Αρμοστής λόρδος Nugent είχε αρνηθεί να χορηγήσει την ετήσια πίστωση (του 1834) για τα οχυρωματικά έργα στη νησίδα Βίδο, απέναντι από την πόλη. Προφανώς, είχε κριθεί ο καταλληλότερος για την αποστολή αυτή, όχι απλώς επειδή είχε υπηρετήσει στην Κέρκυρα πολλά χρόνια αλλά και ήταν εκείνος που, όπως αφηγείται, είχε εκπονήσει τη μελέτη για την κατασκευή μιας φυλακής στο Βίδο.

 Τον Ιούνη του 1854 αποστρατεύεται με βαθμό στρατηγού και πεθαίνει σε ηλικία 87 χρόνων στις 2 Απρίλη του 1862 στο Charlton του Kent.

Στην Κέρκυρα εκείνη την εποχή

O Whitmore είναι στρατιωτικός μηχανικός, όχι αρχιτέκτονας, οπότε αμέσως προκύπτει το ερωτηματικό: Βρήκε βοήθεια στην Κέρκυρα σε τομείς όπου ήταν ανεπαρκής;
Στην Κέρκυρα των αρχών του 19ου αιώνα υπάρχει ένα περιβάλλον ευγενών και αστών με ενδιαφέρον για τις καλές τέχνες και την αρχιτεκτονική που βρίσκεται σε επαφή με ό,τι συντελείται στην Ιταλία στους τομείς αυτούς. Ήδη από την  πρώτη δεκαετία του 19ου αιώνα σημειώνεται η παρουσία στην Κέρκυρα αποφοίτων ανωτέρων σχολών των καλών τεχνών και της αρχιτεκτονικής της Βενετίας και της Ρώμης και, σε μία περίπτωση, της Γαλλίας.

Από τα τελευταία χρόνια του 18ου αιώνα, υπάρχουν στην Κέρκυρα δύο στρατιωτικοί μηχανικοί που τους βρίσκουμε, αργότερα, στη Δημόσια Τεχνική Υπηρεσία του Κράτους των Ιονίων. Πρόκειται για τους μηχανικούς  Φίλιππο Πετριτσόπουλο και Ιω. Μπατίστα Παρμεζάν. Είναι πρόσωπα που γνώρισε οWhitmore σ’ αυτή την Υπηρεσία, ενώ στον Παρμεζάν, ανατίθεται κατά κάποιον τρόπο ο έλεγχος των υλικών του εργοταξίου του ανακτόρου και η  υπογραφή των σχετικών αποδείξεων. Αυτό γίνεται μετά από επίμονη απαίτηση του Whitmore που φοβάται τις οικονομικές ατασθαλίες του συνταγματάρχη Robinson, ανθρώπου πρακτικού και αποτελεσματικού και, έτσι, πολύ χρήσιμου στον Maitland, αλλά και χωρίς αναστολές στις δοσοληψίες του με το Δημόσιο, τις οποίες αναπτύσσει παράλληλα με τις επίσημες ιδιότητες του.

Μάλιστα ο Whitmore αναφέρει ότι ο Robinson διοχέτευε σε άλλα έργα, όπως η Αγορά της Σπηλιάς, υλικά που είχε χρεώσει στην οικοδόμηση του Ανακτόρου τα οποία έτσι πληρώνονταν από το κράτος δύο φορές.
Ο Robinson εκτελεί δημόσια τεχνικά έργα χρησιμοποιώντας Σικελούς, κυρίως, αλλά και Μαλτέζους οικοδόμους, προμηθεύει υλικά στο Δημόσιο, εισπράττει φόρους και, γενικά, όσο ζει ο Maitland, αναπτύσσει δραστηριότητες διαχειριστικά επιλήψιμες, εν γνώσει του Maitland.
Ο καταγόμενος από τη Napoli αρχιτέκτονας Pietro Saddier, πρέπει να είναι ο άνθρωπος εκείνος του Robinson που είχε κάνει ένα σχέδιο για το ανάκτορο πριν το αναλάβει ο Whitmore.

Άλλη μια σχεδιαστική πρόταση για το Ανάκτορο υπήρχε από τον κεφαλονίτη Γεράσιμο Πιτσαμάνο, η οποία όμως απορρίπτεται από το Maitland (προφανώς μετά από συζητήσεις του τελευταίου με τον Whitmore) επειδή δεν ανταποκρίνεται στην αγγλική άποψη για τις ανέσεις και τις λειτουργίες που πρέπει να συνοδεύουν την κατοίκηση ενός χώρου. Το προγραμματιζόμενο κτίριο πρέπει να είναι στο είδος μιας μεγάλης εύπορης αγγλικής κατοικίας, ενώ ο Whitmore δέχεται στη σχεδίαση σημαντικές επιρροές από ένα από τους σπουδαιότερους αρχιτέκτονες του ευρωπαϊκού νεοκλασσικισμού, τον Robert Adam.

Τα σχέδια όμως του Πιτσαμάνου ίσως είχε δει και ένας ακόμη από το αγγλικό περιβάλλον του Maitland, ο Sit Frederick Adam (1781-1853) που το 1817 αναλαμβάνει τη διοίκηση της αγγλικής μεραρχίας της Μάλτας και υπάγεται στον Maitland. Ο Adam προτιμάει την Κέρκυρα από τη Μάλτα, συνδεόμενος με πολλούς Κερκυραίους και πιθανόν, επισκέπτεται τη σχολή του Προσαλέντη, στον οποίο οφείλεται, αργότερα, και ο μπρούτζινος ανδριάντας του μπροστά στο ανάκτορο.

Ο Αντώνιος Βίλλας πρέπει να είναι ο τρίτος του κύκλου των Επτανησίων καλλιτεχνών που πρέπει επίσης να είχε γνωρίσει ο Whitmore στα λίγα μετά το 1815 χρόνια.

Το ισόγειο και οι δύο πτέρυγες

Η θεμελίωση και η οικοδόμηση

Ο θεμέλιος λίθος του ανακτόρου τοποθετείται στις 23 Απρίλη του 1819, την ημέρα που γιορτάζει ο ένας από τους αγίους του τάγματος και τα εγκαίνια γίνονται τέσσερα χρόνια αργότερα στην ίδια ημερομηνία. Πρόκειται για μία από τις ελάχιστες κοινές γιορτές στην αγγλικανική, καθολική και ορθόδοξη Εκκλησία.
Στην κατασκευή χρησιμοποιείται η ιδιόρρυθμη μαλτέζικη πέτρα και μαλτέζοι λιθοξόοι και αρχιτεχνίτες. Η απαραίτητη ξυλεία μεταφέρεται από την Ιταλία, ενώ όλη η διαδικασία της μεταφοράς επηρεάζεται από τους ανέμους, τις φουρτούνες και τις μπουνάτσες.

Οι δυσκολίες που εμφανίζονται στα οικονομικά από τα πρώτα ήδη στάδια, περιορίζουν το αρχικό σχέδιο το οποίο είχε ετοιμάσει ο Whitmore. Αλλά και μόλις το τελικό σχέδιο γίνεται δεκτό και η οικοδομή προχωρά, του ανακοινώνεται ότι στο ίδιο κτίριο θα λειτουργεί και η Βουλή. Ο Whitmore αναγκάζεται να αλλάξει τις διαστάσεις των δωματίων του ισογείου, να υψώσει το πάτωμα και να κάνει γενική τροποποίηση στο εξωτερικό σχέδιο. Σοβαρό πρόβλημα προέκυψε καθώς τα κομμάτια της κιονοστοιχίας είχαν ήδη κοπεί και θα έπρεπε να κοπούν άλλα, είτε στη Μάλτα, από όπου εισαγόνταν ο πωρόλιθος, είτε στην Κέρκυρα, όπου ασφαλώς γινόνταν η τελική επεξεργασία των επιφανειών και η κατασκευή των κιονοκράνων. Έτσι, λογαριάζοντας τη νέα δαπάνη που θα χρειαζόταν και τον χρόνο που θα απαιτούσαν όλα αυτά, αναγκάσθηκε ο Whitmore να εφεύρει την παντελώς ανορθόδοξη για το δωρικό ρυθμό των ελληνικών μνημείων, ιδέα της παρεμβολής ενός στηθαίου ή ενός βάθρου μεταξύ της κολόνας και του στυλοβάτη.

Καθώς οι εργασίες προχωρούν, διαπιστώνεται ότι «η τσιγγουνιά που είχε περιορίσει το αρχικό του σχέδιο χαλάρωνε». Είναι όμως πολύ αργά για νέες αλλαγές. Τα σχέδια του Whitmore, μήνες μετά την έναρξη των εργασιών (ως τις αρχές
του 1820), ανταποκρίνονται σε μια παρόμοια με το σημερινό κτήριο διάταξη, με κεντρικό κορμό και πλάγιες πτέρυγες, αλλά αρκετά μικροτέρων διαστάσεων. Όταν επιβάλεται η αύξηση των ισογείων χώρων για να στεγασθεί εκεί και το Νομοθετικό Σώμα, αυτό προκαλεί μια αύξηση του ύψους, αλλά και μια ακόμη αλλαγή, στην έκταση των πτερύγων, που σημαίνει μεγέθυνση ολοκλήρου του κτηρίου. Ο Maitland με τις αλλαγές που γίνονται έχει σαν στόχο τον απόλυτο έλεγχο των μελών του «κοινοβουλίου» των Επτανησίων, καθώς ο Αρμοστής «δεν εμπιστευόταν τον χαρακτήρα των Ελλήνων». Έτσι, επωφελούμενος από τις πιέσεις που φέρεται πως «ασκούσαν οι Έλληνες για πιο επιβλητικό κτήριο», υποκύπτει στο τέλος, παρά τα περιορισμένα κρατικά έσοδα.

Η αύξηση της επιφάνειας του ισογείου συμπαρασύρει σε μεγέθυνση ολόκληρο το κεντρικό κτίριο που επεκτείνεται όχι μόνον πλάγια αλλά και προς τα πίσω, έτσι ώστε να αγγίξει σχεδόν το παλιό βενετικό στρατιωτικό νοσοκομείο. Ο Maitland συγκατατίθεται στην κατεδάφισή του, όχι όμως και στην κατεδάφιση ενός άλλου κτιρίου που στέγαζε ένα ίδρυμα χρήσιμο στους πολίτες, το ενεχυροδανειστήριο ή Monte di Pieta. Το κτίριο αυτό είναι χαμηλό σε γραμμική διάταξη και πολύ κοντά στο μέτωπο της πόλης προς τη Σπιανάδα. Πιστεύεται ότι ο Whitmore επιδιώκοντας μια αναλογική μεγέθυνση όλου του Ανακτόρου, εξασφαλίζει τελικά τη μεγέθυνση των δύο πτερύγων. Μη θέλοντας όμως να αφήσει ένα δεύτερο πέρασμα, από την πλευρά του ενεχυροδανειστηρίου, κάνοντάς το έτσι να προβάλει κι αυτό στο μνημειώδες μέτωπο του ανακτόρου, το ενσωματώνει στη δυτική πτέρυγα, σαν μία επέκταση προς Βορρά.

Ο πρώτος όροφος

Τώρα όμως, οι δύο πτέρυγες απομακρύνονται υπερβολικά από το κυρίως ανάκτορο. Ταυτόχρονα ο Whitmore βλεπει την ανάγκη δημιουργίας ενός περάσματος μέσα από τη δυτική πτέρυγα, προς την κατεύθυνση του λιμανιού. Έτσι, παρεμβάλει ανάμεσα στην ισόγεια στοά του κυρίως ανακτόρου και στη συνέχειά της προς το άκρο της δυτικής πτέρυγας την Πύλη του Αγίου Γεωργίου, και για λόγους συμμετρίας παρεμβάλλει και στην ανατολική πλευρά, την Πύλη του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Σε πρακτικό επίπεδο οι άμεσοι συνεργάτες του Whitmore του δίνουν πολύ μικρή βοήθεια. Δύο λοχίες του μηχανικού εκτελούν χρέη αρχιτεχνίτη ξυλουργού και οικοδόμου γραφιά, ενώ ο μαλτέζος αρχιτεχνίτης χτίστης δεν καταλαβαίνει τα οικοδομικά σχέδια. Οι εργάτες μιλούν εννιά ή δέκα διαφορετικές διαλέκτους και σημειώνει ο Whitmore: «Είναι καταπληκτικό πως μπόρεσε ποτέ να τελειώσει αυτός ο Πύργος της Βαβέλ. Για πέντε χρόνια, σχεδόν, βρισκόμουνα ολοσύνεχα επί τόπου και διεύθυνα, σα νάμουνα πρώτος εργοδηγός». Ο Whitmore πάντως φαίνεται πως μπορούσε να συνεννοηθεί στα γαλλικά αλλά (αργότερα) και στα ιταλικά και στα ελληνικά.

 Στα απομνημονεύματά του αναφέρεται σε ένα λοχία των Σκαπανέων (Sappers) ο οποίος ανήκε σε ομάδα 50 ανδρών του Σώματος των Βασιλικών Σκαπανέων και Υπονομευτών (Royal Sappers and Miners), δύο άλλοτε χωριστών Σωμάτων με σπουδαίο ρόλο στις πολιορκίες πόλεων και φρουρίων οχυρωμένων με προμαχώνες και φαρδιές τάφρους. Την αποστολή τους από την Αγγλία στην Κέρκυρα είχε ζητήσει ο ίδιος ο Maitland την άνοιξη του 1818, πριν γνωστοποιήσει στο Υπουργείο Αποικιών την πρόθεσή του να κτίσει ένα Ανάκτορο για το Τάγμα των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου. Η ομάδα φθάνει στην Κέρκυρα τον Αύγουστο του 1818 και αυτή ασφαλώς κάνει τους εκβραχισμούς στο οικόπεδο του ανακτόρου και κατεδαφίζει το βενετσιάνικο στρατιωτικό νοσοκομείο. Από αυτούς οι 34 μένουν στην Κέρκυρα απασχολούμενοι στις εργασίες του ανακτόρου. Ο αναφερόμενος αρχιτεχνίτης των ξυλουργών είναι ο λοχίας John Hall, ενώ ο αρχιτεχνίτης των οικοδόμων, που αναφέρει ο Whitmore, είναι ο δεκανέας Andrew Lawson. Ένας από όλους αυτούς, ο Gamaliel Ashton, χτίστης οπτοπλινθοδομών, σκοτώνεται πέφτοντας από μια σκαλωσιά.

Παρά τις αναποδιές όμως, οι εργασίες προχωρούν. Ο Γενικός Εισπράκτορας και ο Δημόσιος Μηχανικός καταγράφουν μήνα με το μήνα τα απαραίτητα ποσά για τη συνέχιση των εργασιών και τα έξοδα. Ως το 1825, οι δαπάνες για το κεντρικό κτίριο, τις δύο πύλες και τις δύο εξωτερικές πτέρυγες ξεπερνούν τις 200.000 τάλληρα, ποσό στο οποίο περιλαμβάνονται και οι αμοιβές των εργατών. Πιστεύουμε ότι τα μεροκάματα ήταν ικανοποιητικά αν κρίνουμε από το γεγονός ότι η Γερουσία παραχωρεί ημερήσιο επίδομα από 3 σελίνια και 5 πένες για 6 μήνες σε εργάτη ο οποίος έπεσε από τη στέγη και έσπασε την κερκίδα του. Στους λογαριασμούς δεν αναφέρονται έξοδα για την πέτρα και τα έπιπλα, ενώ όταν στα 1834 ο Whitmore βρίσκεται και πάλι στην Κέρκυρα πληροφορείται ότι το συνολικό κόστος μαζί με τα έπιπλα και την κατασκευή της στέρνας (χωρητικότητας περίπου 674 κυβ. μέτρων) έφθασε στις 45.000 Λ.Α.

Στα 1821 ο γερμανός περιηγητής Chr. Müller επικρίνει το μισοτελειωμένο έργο και αναφέρει για «τις πανύψηλες αψίδες, πως χρησιμεύουν για την είσοδο και την έξοδο, και θα κοσμηθούν με τέθριππα άρματα, αγάλματα κ.ά.»

Μας είναι άγνωστο όμως αν αυτά περιλαμβάνονταν πραγματικά στην αρχική σχεδίαση του Whitmore, ο οποίος ανάμεσα στο Μάρτη και το Δεκέμβρη του 1821 επιβλέπει την οικοδόμηση του μνημείου προς τιμήν του Maitland με πωρόλιθο Μάλτας και εξωραϊζει τη Σπιανάδα. Δυστυχώς, πολύ σύντομα ο πωρόλιθος άρχισε να προσβάλλεται από τις λειχήνες, να χάνει το αρχικό χρώμα της κρέμας και να φθείρεται επιφανειακά από τον παγετό, σε συνδυασμό με τους υγρούς θαλάσσιους  ανέμους. Το φαινόμενο είναι έντονο, στα πιο εκτεθειμένα προς τη θάλασσα σημεία του και στις λεπτότερες διατομές, ενώ ανάλογο φαινόμενο θα παρουσιαστεί και στο Ανάκτορο.

“Mentone, Cairo and Corfu” (1896), The palace

Σημειώνει για τον Whitmore o Ιορδάνης Δημακόπουλος:
«Για έναν μη επαγγελματία αρχιτέκτονα όπως υπήρξε ο George Whitmore, ο οποίος βεβαίως ήταν πάντα ένας μηχανικός με επίδοση στα οικοδομικά, οι αρετές της αρχιτεκτονικής του ξεπερνούν κατά πολύ εκείνες των συχνά και όχι άδικα αγνώστων ελασσόνων αλλά κατ’ επάγγελμα αρχιτεκτόνων, πάντοτε πολυαριθμοτέρων των λιγοστών μειζόνων.
Το έργο του στην Κέρκυρα, με τις συνθετικές του ικανότητες, τη σύλληψη των εσωτερικών χώρων με την άνετη λειτουργικότητα, την ευαισθησία των λεπτομερειών, μια ευαισθησία που προεκτείνεται και στη διόλου τυχαία μεταχείριση του
περιβάλλοντος χώρου, φυσικού και δομημένου, καθώς και τον πλούτο και τη συνδυαστική ιδεών και μορφών που μεταπλάθονται με προσοχή και δημιουργικότητα από την αγγλική αλλά και ελληνική αρχιτεκτονική και διακοσμητική,  αποτελούν προσόντα που θα έπρεπε προ πολλού να έχουν εκτιμηθεί και αναγνωρισθεί.

Το απομονωμένο του τόπου για την Ευρώπη και τη δική του, ειδικότερα, πατρίδα, στα όρια της ηπείρου προς την Ανατολή, και μια προκατάληψη, ίσως, για την υπηρεσιακή του ιδιότητα, πολύ δυσμενέστερη σήμερα από όσο στην εποχή του για έναν που δεν είχε πάντως σπουδάσει σε μια αρχιτεκτονική σχολή, οδήγησαν στην τόσο καθυστερημένη αναγνώριση του έργου που άφησε ο Whitmore στην Κέρκυρα.
Βέβαια, στον Whitmore δόθηκε μια μοναδική ευκαιρία να δημιουργήσει αυτό το έργο στο οποίο με ζήλο και ευχαρίστηση αφοσιώθηκε για πέντε χρόνια. Σίγουρα, όμως, διόλου δεν θα ήταν το ίδιο, αν δεν υπήρχε ο Whitmore αλλά και ο μικρός εκείνος κύκλος ανθρώπων, Κερκυραίων και Άγγλων, με τον οποίο οι προσωπικές του αρετές, ικανότητες και ενδιαφέροντα τον έφεραν σε επαφή και συνεργασία. Και όλα αυτά τιμούν τόσο την πατρίδα του όσο και την Κέρκυρα της μακρινής πια εκείνης εποχής».

Στα 1822 ο χειρούργος του αγγλικού στρατού William Goodison επισημαίνει ότι το Ανάκτορο «καταλαμβάνει τη μία μεριά της πλατείας, όπου εκτείνεται η πρόσοψή του, φτιαγμένη από πέτρα της Μάλτας και κοσμημένη από μια σειρά κολόνες δωρικού ρυθμού». Όταν αργότερα ο Whitmore επισκέπεται την Κέρκυρα, σημειώνει στις αναμνήσεις του: «Ένας αρχιτέκτων μπορεί να καταλάβει τον πόνο μου όταν σε μια επίσκεψή μου στην Κέρκυρα το 1834 βρήκα μια ομάδα Γότθων (= Βανδάλων) να αποξέουν αυτές τις κολόνες για να τις ξαναφέρουν στο αρχικό τους χρώμα, ελαττώνοντας έτσι τη διάμε¬τρό τους και καταστρέφοντας τις αναλογίες τους».

Στην πρόσοψη τοποθετείται τελικά το άγαλμα της Βρετανίας και μια σειρά αναγλύφων με τους θυρεούς των Εφτά Νησιών, έργα του Παύλου Προσαλένδη, όπως επιβεβαιώνει και ο Whitmore στα Απομνημονεύματά του. Ο ίδιος αναφέρεται και στη συνεργασία μαζί του και στην κατασκευή του μνημείου Maitland. Είναι βέβαιο ότι οι δύο άνδρες συνδέθηκαν με αμοιβαία εκτίμηση και φιλία.
Στις 8 Μάρτη του 1823 η «Εφημερίδα του Ιονίου Κράτους» δημοσιεύει ένα άρθρο σχετικό με το ανάκτορο, δίνοντας μια πλήρη και λεπτομερή περιγραφή των χώρων και των υλικών τα οποία χρησιμοποιήθηκαν. Διαβάζουμε την περιγραφή, σε μετάφραση της Μαρής Ασπιώτη, όπου φαίνονται τα πρότυπα τα οποία έχει ο Whitmore στη δουλειά του:

«Η πρόσοψη του κτιρίου εκτείνεται σε 325 περίπου πόδια, σ’ ένα ύψωμα του εδάφους με πέτρινα κολωνάκια, που έχει 65 πόδια μήκος. Το κυρίως κτίριο έχει διαστάσεις 145 πόδια επί 150και ενώνεται με τις πτέρυγες με έναν ξυστό ή συνεχές
προστύλιο, που αποτελείται από 32 ραβδωτές δωρικές κολόνες, αντιγραμμένες από τον Παρθενώνα, και το κτίριο επιστέφεται από το έμβλημα των εφτά νησιών, από μια παράσταση της “Βρεταννίας” με το λέοντά της και από άλλες παραστάσεις της Προστάτιδος Δυνάμεως.
Μια διπλή σκάλα οδηγεί από το κέντρο του ξυστού στον πρόδομο. Αυτή η αίθουσα, μαζί με το χώρο που πιάνει η μεγάλη σκάλα, είναι 84 πόδια επί 34. Η οροφή της στηρίζεται σε 14 κολώνες ιωνικού ρυθμού, αντιγραμμένες με ακρίβεια από τα ερείπια του ναού της Πολιάδος Αθηνάς στην Πριήνη. Είναι τοποθετημένες σε δύο σειρές πάνω σε μια βάση ή στυλοβάτη, που διακόπτεται κάθε δύο διαστήματα μεταξύ από τις κολόνες, από σκαλάκια που οδηγούν στα διάφορα γραφεία. Οι κεντρικές πόρτες οδηγούν στις αίθουσες της Γερουσίας και της Βουλής.

Η πρώτη αίθουσα έχει εμβαδόν 38 πόδια επί 25, η δεύτερη 50 επί 25. Η μεγάλη σκάλα στο βάθος του προδόμου υψώνεται μ’ ένα πρώτο τμήμα 12 ποδών πλάτους και ύστερα διχάζεται σε δυό χωριστές σκάλες. Το κιγκλίδωμά της είναι μπρούντζινο και κομψότατα επιχρυσωμένο.

Η σκάλα καταλήγει σ’ έναν προθάλαμο 60 ποδιών επί 25 και 25 ύψους. Ο θόλος του στηρίζεται σε 8 κορινθιακές κολώνες, αντιγραμμένες από το μνημείο του Λυσικράτη, με τα πλούσια στολίσματα του πρωτοτύπου. Το δάπεδο του προθαλάμου και του προδόμου είναι μαρμάρινο. Εφτά πόρτες από μαόνι φέρνουν από τον προθάλαμο στα κύρια δωμάτια. Οι τρεις επίσημες αίθουσες παίρνουν ολόκληρη την πρόσοψη του κτιρίου, σ’ ένα συνολικό μάκρος 140 ποδιών.
Το μεσαίο δωμάτιο είναι στρογγυλό με διάμετρο 35 ποδιών, είναι κοσμημένο με καθρέφτες, και στο θόλο με φατνώματα άσπρα επιχρυσωμένα. Το δάπεδο είναι φτιαγμένο από προσαρμοσμένα κομμάτια καρυδιάς, ελιάς, βελανιδιάς και μαονιού. Το ύψος αυτής της ροτόντας είναι 34 ποδιών. Οι πλάγιες αίθουσες είναι η κάθε μια διαστάσεων 50 ποδιών επί 34 και 27 ύψους, είναι κοσμημένες με διαζώματα και κορνίζες, παρμένα από ελληνικά πρότυπα, και έχουν κομψά τζάκια, δουλεμένα σε διαλεχτό μάρμαρο. Οι τοίχοι θα καλυφθούν με λυονέζικο μετάξι.

Αυτές οι αίθουσες συγκοινωνούν με την αίθουσα υποδοχής και την τραπεζαρία. Συγκοινωνούν επίσης και με τον προθάλαμο. Κάθε μία είναι 38 πόδια επί 25 και 24 ύψους, με θολωτό ταβάνι, με μαονένιες πόρτες και με τζάκια στολισμένα με ωραίο μάρμαρο.

Απ’ τα δωμάτια φαγητού και υποδοχής, μπαίνει κανείς στα ιδιαίτερα διαμερίσματα που έχουν 5 δωμάτια το καθένα από κάθε πλευρά του κτιρίου, και από πάνω σοφίτες. Αυτά τα δωμάτια συγκοινωνούν μεταξύ τους και με διαδρόμους και
ελικοειδείς σκάλες, που οδηγούν στ’ άλλα πατώματα. Οι πτέρυγες από κάθε πλευρά του κτιρίου στεγάζουν τη βιβλιοθήκη, τους σταύλους, το φυλάκιο της φρουράς και μια δεξαμενή, που χωράει 178.000 γαλόνια νερού.
Το απάνω μέρος, δηλαδή οι σοφίτες, και το υπόγειο του κτιρίου, περιλαμβάνουν ένα σωρό δωμάτια, κατάλληλα για τη χρήση που προορίζονται. Ο αρχιτέκτονας, φανερά, είξερε ν’ αξιοποιήσει κάθε δυνατότητα, για να κάνει το έργο τουν τέλειο».

 Ο Whitmore αγνοεί στις αναμνήσεις του τον υπεύθυνο της ιστόρησης των τοίχων και των οροφών στο εσωτερικό του ανακτόρου. Αναφέρεται στη μεταγενέστερα γνωστή ως «αίθουσα του θρόνου», την «αίθουσα του Αγ. Γεωργίου» και κάνει μνεία του θεματολογίου της οροφής της «αίθουσας του Αγ. Μιχαήλ», γνωστής αργότερα ως «αίθουσας των επισήμων δείπνων», καθώς ήταν εξαρχής μια επίσημη τραπεζαρία. Και οι δύο ισομεγέθεις αυτές αίθουσες της πρόσοψης του ορόφου δημιουργούν μια τρίχωρη διάταξη, με έναν προθάλαμο ανάμεσά τους, μια κυκλική αίθουσα, απέναντι ακριβώς από το πλατύσκαλο του μεγάλου κλιμακοστασίου.

Στις οροφές και των δύο επισήμων αιθουσών, του θρόνου και της τραπεζαρίας (Αγ. Γεωργίου και Αγ. Μιχαήλ, αντίστοιχα), βασικό θέμα της γραπτής ιστορήσεώς των είναι τα διακριτικά των τριών ιπποτικών τάξεων του Τάγματος των Αγίων
Μιχαήλ και Γεωργίου.

Στο μέσον της κάθε οροφής υπάρχει παράσταση του βασικού διακριτικού του Τάγματος, ένα επτάκτινο άστρο, αλληγορία της Επτάνησου, με τον Άγ. Γεώργιο, προστάτη άγιο της Αγγλίας στο κέντρο, γύρω από τον οποίο αναγράφεται, στα λατινικά το ρητό «Κρείτονος αιώνος οιωνός» δηλαδή: «Προοιωνίζεται καλύτερη εποχή» και συνοψίζει τις αντιλήψεις του Maitland για το ρόλο του ίδιου και της Μ. Βρετανίας στα Ιόνια Νησιά.
Στην «αίθουσα του θρόνου», μια πηγή του θεματολογίου της ιστόρησης της οροφής είναι και ο ναός της Γοργούς στην Παλαιόπολη, ενώ στον ίδιο χώρο βρίσκεται ο θρόνος του Μεγάλου Μάγιστρου (Grand Master) του Τάγματος και ένα πατάρι με κρυφή προσπέλαση για τη μουσική υπόκρουση των τελετών.
Ο Whitmore χρησιμοποιεί ελληνικούς αρχιτεκτονικούς ρυθμούς από εξαιρετικά λεπτομερή αγγλικά βιβλία. Μάλιστα το ανυπόγραφο άρθρο με λεπτομέρειες για το Ανάκτορο που δημοσιεύεται στη «Gazzetta» το 1823 δείχνει την «ελληνικότητα» που είχε προσδώσει στο εσωτερικό και στο εξωτερικό ενός δημοσίου κτιρίου που χτίστηκε με χρήματα των Εφτανησίων.

Στο κυρίως ανάκτορο κυριαρχούν οι μεγάλες επίπεδες επιφάνειες του ορόφου και η δωρική κιονοστοιχία του ισογείου. Όμως η αρχική εντύπωση ήταν αρκετά διαφορετική καθώς η αφαίρεση, το 1864, της μεγάλης συνθέσεως που έστεφε το κτίριο έβλαψε τελικά και την αρχιτεκτονική του. Η σύνθεση περιλάμβανε μια προσωποποίηση της Μεγάλης Βρετανίας στον τύπο κολοσσιαίας γυναικείας μορφής, συνοδευόμενης από ένα ξαπλωμένο στα πόδια της λιοντάρι. Το σύνολο βρισκόνταν μέσα σ’ ένα απήδαλο καράβι, σύμβολο της Κέρκυρας, πάνω από το στηθαίο, όπου βρισκόνατν τα ανάγλυφα σύμβολα των άλλων νησιών και πρόσθεταν έμφαση στο μεσαίο τμήμα του ανακτόρου.

Το Ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, όπως και το μνημείο Maitland στην Πάνω Πλατεία, είναι τα πρωιμότερα νεοκλασικά που κτίσθηκαν στην Κέρκυρα. Μόνον σ’ ένα ύστερο έργο του Κερκυραίου αρχιτέκτονα Γιάννη Χρόνη  (1800- 1876), το κτίριο της Ιονίου Βουλής, έχει ανιχνευθεί μια επιρροή από τις ναόσχημες απολήξεις των πτερύγων του ανακτόρου.

Τα εγκαίνια

Τα εγκαίνια πραγματοποιούνται στις 23 Απρίλη του 1823 και ο William Wheeler, ένας 38χρονος στρατιώτης της φρουράς, γράφει σε ένα γράμμα του λίγες μέρες αργότερα: «Στις 23 του Απρίλη, ανήμερα δηλαδή του Αγίου Γεωργίου, γιορτάστηκαν τα γενέθλια της Αυτού Μεγαλειότητος και εγκαινιάστηκε το καινούργιο ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου. Η μέρα άρχισε μ’ ένα βασιλικό χαιρετισμό και με την έπαρση της Σημαίας του Ανεξάρτητου Ιονίου Κράτους. Είναι μια ωραία σημαία. Έχει στο κέντρο το Βασιλικό Λάβαρο της Αγγλίας και ολόγυρα τα εφτά χρώματα τωνΙονίων Νήσων. Όλα έτοιμα για το μεγάλο γιορτάσι. Ο τόπος για τη γενική συνάντηση είταν η Σπιανάδα. Εκεί θα γινόταν ένα σωρό αθλητικά παιγνίδια».

Ο Wheeler περιγράφει τα παιγνίδια και καταλήγει:

«Το βράδυ τα πάντα φωτίστηκαν, το ανάκτορο έμοιαζε να φλέγεται, ένας μεγάλος χορός δόθηκε κει από το προσωρινό Λόρδο Μέγα Αρμοστή. Είμουνα στην τιμητική φρουρά κ’ έτσι στάθηκα όλη τη νύχτα στο κέντρο του γλεντιού. Ο Μάνλη του 32ου , είταν ένας από τους σερβιτόρους και συνεπώς με φίλεψε διάφορα καλά πράματα απ’ το τραπέζι. Ο χορός συνεχίστηκε ως τις 5, όταν συνοδεύσαμε το Βαρώνο Θεοτόκη (Πρόεδρο της Γερουσίας) σπίτι του. Ακολουθούσαν οι στρατιωτικές μπάντες και οι σημαίες απ’ τα διάφορα συντάγματα της Φρουράς. Έτσι, αφού ταράξαμε τον πρωινό ύπνο του καλού κοσμάκη, γυρίσαμε με βήμα στους στρατώνες μας».

Να επισημάνουμε σε αυτό το σημείο ότι τα γράμματα του στρατιώτη Wheeler αφορούν την περίοδο 1809-1828, περίοδο κατά την οποία υπηρετεί στον αγγλικό στρατό, εκδίδονται στα 1951 και στα 1998 αποτελούν θέμα εκπομπής του BBC4.

Η πρώτη οικοδέσποινα

Στην αρμοστεία των Ιονίων Νήσων το Maitland διαδέχεται ο Sir Frederick Adam ο οποίος είναι παντρεμένος με την κερκυραία Νίνα Παλατιανού. Σχολιάζει ο στρατιώτης Wheeler το Νοέμβρη του 1824:
«Η κυρία αυτή είναι τώρα βασίλισσα των Ιονίων Νήσων κ’ οι Αγγλίδες, όσο κ’ οι Ελληνίδες κυρίες, το θεωρούν τιμή τους να λάβουν ένα χαμόγελο απ’ τη “Μεγαλειότητά της”. Όπως οι περισσότερες Ελληνίδες, ο τύπος της παρουσιάζει
ενδιαφέρον, αλλά θα πρέπει να τοποθετηθεί σε δεύτερη σειρά ομορφιάς. Είναι μελαχροινή, τα χαρακτηριστικά της είναι κανονικά, τα μάτια της μαύρα σαν κάσιες.Μαύρα είναι και τα μαλλιά της. Όμως, το μουστάκι που έχει στ’ απάνω χείλι, θα στόλιζε καλύτερα έναν ουσσάρο». 

Εκείνη την εποχή, το κυρίως κτίριο, οι πύλες και οι μικρές εξωτερικές πτέρυγες έχουν τελειώσει. Όμως, συμπληρωματικές εργασίες γίνονται όλα τα χρόνια ως την Ένωση. Έτσι, στα 1833 προστίθενται οι μικροί κήποι και τα λουτρά, και επεκτείνονται τα μαγειρεία. Στα 1837 τοποθετείται ο χάλκινος ανδριάντας του Adam στο μικρό κήπο εμπρός από το Ανάκτορο. Το έργο έχει παραγγελθεί στον Παύλο Προσαλένδη 6 χρόνια ενωρίτερα, μετά από απόφαση της Γερουσίας να τιμήσει το δεύτερο άγγλο αρμοστή. Ο Προσαλένδης πεθαίνει δύο μήνες πριν την τοποθέτηση του ανδριάντα.

Η ζωή στο ανάκτορο

Στο ισόγειο λειτουργούσε η Βουλή και η Γερουσία και διάφορα γραφεία. Στον πρώτο όροφο ο Αρμοστής συνεργαζόνταν με τις τοπικές αρχές, δεχόνταν ντόπιους και ξένους σε ακρόαση και συνεδρίαζαν διάφορες επιτροπές. Οι Adam  ξεκινούν μια μακρυνή σειρά συγκεντρώσεων και δεξιώσεων καθώς είχαν δεσμούς με τον τόπο, ενώ οι περισσότεροι αρμοστές δεν ήταν τόσο κοσμικοί. Ανάμεσα στις αμέτρητες βεγγέρες και τους χορούς ξεχωρίζει ένα bal masque για παιδιά το οποίο αναφέρεται στην «Εφημερίδα του Ιονίου Κράτους» στις 12-01- 1828:

«Τη Δευτέρα το βράδυ, στις 7 τρ., απολαύσαμε στ’ Ανάκτορο του Αγίου Μιχαήλ και Γεωργίου ένα καινούργιο και ενδιαφέρον θέαμα. Η Α.Ε. ο Sir Frederick Adam και η Lady Adam έδωσαν ένα χορό για αγοράκια και κοριτσάκια, από πέντε χρονώ και απάνω, από τις καλύτερες οικογένειες, τις ξένες και τις ντόπιες. Προς τις 7 το βράδυ, συνοδευμένα από τους γονείς τους, τα παιδάκια συγκεντρώθηκαν στο Ανάκτορο. Όλα είτανε ντυμένα με ιδιόρρυθμες ενδυμασίες. Το θέαμα και μόνον από τα τόσα παιδάκια, συγκεντρωμένα μαζί, ντυμένα σε τρόπο που ν’ αυξάνει η χάρη που έχει η αθώα ηλικία, – συνεσταλμένα και ήσυχα εξαιτίας του νέου περιβάλλοντος –, δε μπορούσε παρά να ξυπνήσει τα πιο στοργικά αισθήματα στις καρδιές των παρισταμένων και ιδιαίτερα των γονέων.
Την τρυφερή αυτή σκηνή παρακολούθησαν όλο το βράδυη Α.Ε. ο Sir Frederick Adam και η Lady Adam, με περισσή ευγένεια, προσπαθώντας να την κάνουν όσο μπορούσαν πιο ευχάριστη. Έπειτα από το δείπνο, που είταν ειδικά παρασκευασμένο για τα παιδάκια, τραβήχτηκαν λαχνοί, και οι τυχεροί της βραδιάς πήραν τον τίτλο του Βασιλιά και της Βασίλισσας των παιδιών. Ύστερα άρχισε ο χορός, που μας έδωσε την ευκαιρία να θαυμάσουμε την ευκινησία και την επιδεξιότητα από μερικούς μικρούς χορευτές. Η βραδιά πέρασε μ’ εξαιρετικό κέφι κι’ όλοι έμειναν ικανοποιημένοι».

Μέχρι την Ένωση δίνονταν κάθε χρόνο δύο επίσημοι χοροί:
• Στην επέτειο της παραχώρησης του Συντάγματος στα Νησιά και
• Στα γενέθλια του εκάστοτε άγγλου βασιλιά

Η επίσκεψη του Όθωνα

Κατά την αρμοστεία Nugent (1832-1835) επισκέπτεται το νησί το Γενάρη του 1833 ο Όθωνας ο οποίος ταξίδευε προς το Ναύπλιο. Γίνεται δεκτός με ενθουσιασμό από τον φιλέλληνα αρμοστή ο οποίος συμπεριφέρεται με τον ίδιο ενθουσιασμό ακόμα στις ιδιωτικές εμφανίσεις του.
Το πρόγραμμα της υποδοχής περιλαμβάνει και χορό στο Ανάκτορο. Η περιγραφή από την «Εφημερίδα του Ιονίου Κράτους» στις 19-01-1833:
« Μετά το γεύμα η Α.Μ. ευαρεστήθη να δώση χέρι εις την Λαίδη Νούγεντ και εμβήκε μαζί της, ακολουθούμενος από την Αυλήν του και από την Αντιβασιλείαν, εις το Δωμάτιον του Χορού, όπου η Α.Μ. όχι μόνον εχόρευσε διάφορα βαλς με την Λαίδη Βούδφορδ και με άλλας Κυρίας, αλλ’ ωσαύτως εκαταδέχθη να ομιλήση με την μεγαλητέραν ευπροσηγορίαν εις τα διάφορα Υποκείμενα οπού του επαρρησιάσθησαν».

Η απονομή του παρασήμου του Αγ. Μιχαήλ και του Αγ. Γεωργίου γινόνταν στην επίσημη τραπεζαρία του ανακτόρου και η τελετή κρατούσε όλο το πρωινό ενώ κανονιοβολισμοί αντηχούσαν από το Παλιό Φρούριο.
Στα 1862 ο άγγλος περιηγητής Corrigan μας περιγράφει μια συναυλία στο ανάκτορο:
«Πολύ νωρίς την Τρίτη πρωί, φτάσαμε στην Κέρκυρα. Το ίδιο βράδυ μας κάλεσαν σε μια μουσική συγκέντρωση στο Ανάκτορο. Η περιποίηση και η ευγένεια του Sir Henry Storks μας έκανε να νιώσουμε πολύ άνετα..
Ήταν μια συναυλία από ερασιτέχνες και πήγε θαυμάσια. Ελληνίδες και Αγγλίδες Κυρίες πήραν μέρος σ’ αυτήν. Όλοι θα ευχαριστήθηκαν, γιατί οι καλεσμένοι δεν έφυγαν παρά ύστερ’ απ’ τα μεσάνυχτα. Η συναυλία άρχισε στις εννέα και μισή. Τηνπαρακολούθησαν διακόσια έως τριακόσια άτομα…».

Όταν παντρεύεται κάποιος από την ακολουθία του Αρμοστή ή γεννιέται κάποιο παιδί, οι γάμοι και οι βαφτίσεις γίνονται στο ιδιαίτερο παρεκκλήσι, ένα κατάφωτο δωμάτιο, που έβλεπε στον κήπο, με θέα το Παλιό Φρούριο, τη θάλασσα και τα βουνά της Στεριάς.

Ο τελευταίος περιηγητής – η Ένωση

Στα 1863 ο άγγλος καθηγητής Ansted επισκέπτεται το Ανάκτορο. Είναι ο τελευταίος που περιγράφει το χώρο πριν την Ένωση, λίγους μήνες αργότερα. Εκτιμά την αρχιτεκτονική και την εσωτερική διαρρύθμιση του κτιρίου, μιλά για τις φοινικιές και τους θάμνους του μικρού κήπου. Μας πλροφορεί ότι στο ισόγειο βρίσκονται τα γραφεία της Γερουσίας, του Γενικού Γραμματέα και του Διευθυντή της Αστυνομίας.
Με τον Ansted κλείνει η σειρά των αναμνήσεων που γράφτηκαν από ξένους οι οποίοι πέρασαν ή έζησαν στα Ιόνια Νησιά στα χρόνια της Αγγλοκρατίας.
Στις 23 Σεπτέμβρη του 1863 η ΙΓ’ Ιόνιος Βουλή εκδίδει το ιστορικό ψήφισμα για την Ένωση, ενώ η Συνθήκη του Λονδίνου υπογράφεται στις 14 Νοεμβρη. Ένα από τα πρώτα πρωινά του Οκτώβρη, τα πυροβολεία του Παλιού Φρουρίου βροντούν για μια ακόμα φορά και τιμητικό άγημα παρατάσσεται στο προστύλιο του Ανακτόρου. Ολόκληρη η νομοθετική συνέλευση των Νησιών, με επικεφαλής τον πρόεδρο Στέφανο Παδοβά, παρουσιάζεται στοντελευταίο αρμοστή Sir Henry Storks. Όρθιος μπροστά στο θρόνο περιστοιχιζόμενος από τις κρατικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές ο Αρμοστής ακουει από τον Παδοβά την απάντηση στο λόγο που είχε εκφωνήσει πριν λίγες μέρες στη Βουλή οριζοντας και το τέλος της Αγγλοκρατίας.

Λίγους μήνες αργότερα, στις 28 Απρίλη 1864, υπογράφεται στο Ανάκτορο πρωτόκολλο μεταξύ του Αρμοστή και του απεσταλμένου της ελληνικής κυβέρνησης Θρασύβουλου Ζαϊμη όπου μεταξύ άλλων αναφέρονται:
«Ο κ. Barr, βοηθός Γραμματέως της Α.Ε. του Λόρδου Ύπατου Αρμοστού και ο Γραμματεύς Α΄ τάξεως παρά τω επί των Εξωτερικών Υπουργείω της Ελλάδος, κ. Ιωάννης Περόγλου, θα υπογράψωσι έγγραφον παραδοσεως και παραλαβής των
επίπλων του Ανακτόρου του Αγίου Μιχαηλ και Αγίου Γεωργίου».
Το μεσημέρι της 21ης Μάη 1864 και ο τελευταίος άγγλος στρατιώτης έχει εγκαταλείψει τη γη των Ιονίων Νήσων. Φεύγοντας, οι Άγγλοι παίρνουν το άγαλμα της Βρεταννίας που έστεφε την πρόσοψη του Ανακτόρου.

Μετά την Ένωση, η χρήση του Ανακτόρου παραχωρείται στον εκάστοτε βασιλιά της Ελλάδας και μέχρι το 1913 χρησιμοποιείται σαν κατοικία της τότε βασιλικής οικογένειας κατά τις σποραδικές επισκέψεις στο νησί.
Στον πρώτο όροφο, ανατολικά και δυτικά από τις αίθουσες των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, αναπτύσσονται τα κυρίως διαμερίσματα της βασίλισσας και του βασιλιά. Την πολυτελή τους διακόσμηση συνιστούν εντυπωσιακά αγγλικά και γαλλικά έπιπλα, περίτεχνα φωτιστικά, ταπετσαρίες, πορσελάνες, αντικείμενα τέχνης και ανατολίτικα χαλιά. Τα δώδεκα δωμάτια του δευτέρου ορόφου προορίζονται για τη βασιλική φρουρά, ενώ το υπόγειο για το βοηθητικό προσωπικό.

Από το 1919 φιλοξενεί τη Σινοϊαπωνική Συλλογή Μάνου η οποία εξελίσσεται στο σημερινό μουσείο Ασιατικής Τέχνης. Ταυτόχρονα, σε όλη τη Μεσοπολεμική περίοδο, το κτίριο εξυπηρετεί έκτακτες ανάγκες της εποχής.
Κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (1939-45) το κτίριο υφίσταται καταστροφές και λεηλατούνται έργα τέχνης, καθώς και κατά τον Εμφύλιο (1946-49), όταν η Αίθουσα των Συμποσίων καίγεται ολοσχερώς.
Κατά την περίοδο 1924-1936 στεγάζει τα γυμνάσια της πόλης Τη δεκαετία του 1950 πραγματοποιούνται μερικές επισκευές και κύρια η αποκατάσταση των μνημειακών αιθουσών με πρωτοβουλία του Τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου . Επισκευές στην εξωτερική τοιχοποιία, στο εσωτερικό και εκσυγχρονισμός των υποδομών υλοποιούνται από το 1992 μέχρι το 1994, καθώς τα Ανάκτορα αποτελούν την έδρα της συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πραγματοποιείται στην Κέρκυρα το 1994.

Από το 1932 ως το 1994 λειτουργεί στην ανατολική πτέρυγα το Ιστορικό Αρχείο και το Αρχείο της Ιονίου Γερουσίας και μετά το 2ο παγκόσμιο Πόλεμο, πάλι ως το 1994, η Δημόσια Βιβλιοθήκη.
Στις 23 Σεπτέμβρη του 1965 στην αίθουσα διαλέξεων της Δημόσιας Βιβλιοθήκης, η οποία τότε στεγάζεται στην ανατολική πτέρυγα των ανακτόρων, γίνεται η εναρκτήρια πανηγυρική συνεδρίαση τ ου Γ΄ Πανιόνιου Συνέδριου.
Στις 29 Σεπτέμβρη του 1978 στο εσωτερικό περιστύλιο των Ανακτόρων γίνεται η εναρκτήρια συνεδρίαση του Δ΄ Πανιόνιου Συνέδριου. Όλες οι συνεδριάσεις της ολομέλειας γίνονται στον ίδιο χώρο, ενώ οι συνεδριάσεις των Τμημάτων γίνονται στη μεγάλη αίθουσα της Δημόσιας Βιβλιοθήκης, στην αίθουσα της Ιονίου Γερουσίας και σε αίθουσα των γραφείων της αρχαιολογικής υπηρεσίας.

Σήμερα, στο χώρο των ανακτόρων των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, λειτουργεί το διαρκώς αναπτυσσόμενο Μουσείο Ασιατικής Τέχνης, μοναδικό στο μεσογειακό χώρο, η Δημοτική Πινακοθήκη και το Τμήμα Πληροφορικής του Ιονίου
Πανεπιστημίου.

 

Γιώργος Ζούμπος

 

ΠΗΓΕΣ:
• Μαρία Ασπιώτη, Το ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου – Η βασιλική
έπαυλη Mon Repos, Σχερία, Κέρκυρα, 1964.
• Κώστας Δαφνής, Τουριστικός Οδηγός Κερκύρας, Καλφάκης, Αθήνα, 1969
• Ιορδάνης Δημακόπουλος, Ο George Whitmore στην Κέρκυρα, Υπουργείο
Πολιτισμού ICOM – Ελληνικό τμήμα, Αθήνα, 1994.
• Joan Johnson, The General/ The travel memoirs of General Sir George
Whitmore, Alan Sutton, 1987
• www.matk.gr (Διδυκτιακός τόπος του Μουσείου Ασιατικής Τέχνης)

 

* * *