Ο ήλιος έδυε πανω από το κάστρο των Κομνηνών και ο Νικηφόρος Α` ‘Aγγελος Κομνηνός, έδινε τις τελευταίες οδηγίες στην φρουρά,πριν αποσυρθεί στα διαμερίσματα του, κατάκοπος και προβληματισμένος. Για μια στιγμή λοξοκοίταξε προς το μαγευτικό θέαμα που απλώνονταν μπροστά του. Το βλέμμα του παγιδεύτηκε στον χρυσοκόκκινο δίσκο του ηλίου, που είχε αρχίσει ήδη την κατάβαση του προς την πλευρά των δυτικών τειχών, πορευόμενος σε έναν αέναο κύκλο γέννησης και θανάτου. Θάνατος! Στην σκέψη αυτή ανατρίχιασε, αναλογιζόμενος την απαίτηση των Σικελών Καθολικών. Ο Κάρολος Ανδεγαυός, ο Φράγκος Βασιλιάς της Σικελίας του είχε διαμηνύσει πως το νησί αυτό ήταν μέσα στα σχέδια του και καλά θα έκανε να αποσυρθεί ο ίδιος όσο είχε καιρό. Αυτο το έβρισκε δυσκολο ο Κομνηνός, γιατί από την πρώτη μέρα που είχε πατήσει το πόδι του στην καταπράσινη Κέρκυρα, είχε μαγευτεί από τις απίστευτες ομορφιές της και τα καθάρια νερά της. Απογοητευμένος με τις εξελίξεις, έριξε μια θλιμμένη ματιά στο πανέμορφο τοπίο που τον περιέβαλλε και με έναν αναστεναγμό, χαμήλωσε το βλέμμα προσπαθώντας να μην σκέφτεται πως αυτη ίσως ήταν η τελευταία φορά που το ηλιοβασίλεμα συντρόφευε τις βόλτες του επάνω στα τείχη του κάστρου του.
Ο ήλιος κρύφτηκε τελικά και το Αγγελόκαστρο βυθίστηκε στο σκοτάδι…
Κάστρα κάτω από τον ήλιο
Η Κέρκυρα υπήρξε, ανα τους αιώνες, το μήλον της Έριδος για πολλούς επίδοξους κατακτητές. Πολλοί εζήλεψαν αυτο το καταπράσινο κομμάτι γης που έλαμπε στα γαλανά νερά του Ιονίου, σαν ένα σμαράγδι μοναδικό, ένα κόσμημα που θα μπορούσε να στολίσει το στέμμα κάθε φιλόδοξου μονάρχη. Η φύση είχε προικίσει απλόχερα το νησί με ότι πιο θαυμαστό κατείχε στην διάθεση της και αυτό δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο από κανέναν.
Σε αυτό το νησί λοιπόν με την μακραίωνη Ιστορία κατακτήσεων, πολιορκιών και επανακαταλήψεων, τον σπουδαιότερο ίσως ρόλο για την κατοχή του, έπαιξαν τα Κάστρα του.
Πραγματικά, είναι χαρακτηριστικό πως όποιος κατείχε τα Κάστρα της Κέρκυρας, μπορούσε να συντηρήσει την διακυβέρνηση του νησιού, αλλιώς έμενε για λίγο στα περίχωρα και μετά αναγκάζονταν να φύγει, ακολουθώντας άλλους θαλάσσιους δρόμους πλέον. Αυτά ήταν χτισμένα στα πιό στρατηγικά σημεία του νησιού, εμποδίζοντας έτσι την πρόσβαση από θαλάσσης σε όποιον προσπαθούσε να καταλάβει το σμαράγδι του Ιονίου. Τα σημαντικότερα Κάστρα ήταν το Παλαιό Φρούριο της πόλης, το Νέο Ενετικό Κάστρο, το Κάστρο της Κασσιώπης πάνω από το ομώνυμο χωριό, το Γαρδίκι κοντά στο χωριό του Αγ.Ματθαίου, που “οι τοίχοι του ήταν τρίδιπλοι και τα κλειδιά του αργυρά”, όπως λέει και το δημοτικό τραγούδι και το Αγγελόκαστρο.
Αυτα βοήθησαν να αποκρουστεί από την Κέρκυρα ο Τουρκικός ζυγός, καθιστώντας τις σημαντικότερες ακτές του νησιού, ουσιαστικά απροσπέλαστες και επιτρέποντας έτσι στην ανάσα του Ελληνισμού να συνεχίσει να πνέει στο Ιόνιο Πέλαγος και γενικότερα στην Ευρώπη.
Σε αυτό το άρθρο μας λοιπόν, θα ασχοληθούμε με το περίφημο Αγγελόκαστρο, το προπύργιο της Κέρκυρας στην Δυτική Ακτή του νησιού.
Μια αιματοβαμμένη ιστορία
Τον 11ο αιώνα η Κέρκυρα περιβάλλονταν από εχθρούς. Από τα Ανατολικά, οι Τούρκοι της Μικράς Ασίας και από τα Δυτικά οι Νορμανδοί βάρβαρο ιτης Νοτίου Ιταλίας. Ο Ροβέρτος Γυϊσκάρδος, που ανακηρύχτηκε Δούκας της Καλάμπριας και της Πούλιας το 1059, καταλαμβάνει όλη την Ιταλία, φτάνοντας μέχρι το Μπάρι και το Βυζάντιο χάνει τις κτήσεις του στην Ιταλία. Έτσι, το Βυζάντιο απέκτησε ένα εχθρό στα σύνορα του και η Κέρκυρα έγινε μείζονος σημασίας για τα στρατηγικά σχέδια και των 2 πλευρών. Κατά την διάρκεια της Β` Σταυροφορίας, ο Μανουήλ Α` Κομνηνός ξέχασε να θωρακίσει και να προστατεύσει τα σύνορα του, κι έτσι, ο Ρογήρος, απόγονος του Γυϊσκάρδου, κατέλαβε την Κέρκυρα και μερικά άλλα νησιά του Βυζαντίου και έφτασε μέχρι την Θήβα και την Κόρινθο.
Αμέσως μετά την Β` Σταυροφορία, ο Μανουήλ συμμάχησε με τους Γερμανούς και τους Ενετούς και τελικά ανακατέλαβε την Κέρκυρα (1149). Όμως, το πρόβλημα της γειτνίασης με τον εχθρό παρέμενε και όσο οι Νορμανδοί κυριαρχούσαν στην Ιταλία, το νησί ήταν επισφαλές. Ο Κομνηνός λοιπόν, αποφάσισε να το ενισχύσει με Κάστρα, όσο το δυνατόν περισσότερα, με τα σχέδια του να περιλαμβάνουν, εκτός από την προστασία του νησιού, και επεκτακτικές βλέψεις πρός την Ιταλία. Δοκίμασε ξανά (1156) να εισβάλλει και να κατακτήσει την Ν.Ιταλία, όμως απέτυχε. Τα Κάστρα πλέον στα σύνορα ήταν κάτι περισσότερο από απαραίτητα.
Αργότερα, το 1204, οι Φράγκοι με την εισβολή τους στην Πόλη, κατέργησαν την Ανατολική Αυτοκρατορία και ο Μιχαήλ Άγγελος Κομνηνός ιδρύει το Δεσποτάτο της Ηπείρου, με στόχο να οργανώσει την αντίσταση κατά των τυράννων Φράγκων. Με συνεχείς πολέμους κατάφερε να προσαρτήσει τελικά, την Κέρκυρα και το Δυρράχειο, που προτίμησαν τον ομοεθνή και ομόθρησκο Μιχαήλ από την δυναστεία των Φράγκων. Η Κέρκυρα τελικά προσαρτήθηκε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, λίγο πρίν τον θάνατο του Μιχαήλ ʼγγελου, το 1214.
Πιθανολογείται πως τότε το Αγγελόκαστρο πήρε την τελική του μορφή, μιας και υπήρχαν υπόνοιες πως είχε ξεκινήσει να χτίζεται και να οχυρώνεται από τον Εμμανουήλ 50 χρόνια πρίν.
Η διαδοχή των αδερφών του Μιχαήλ, Θεόδωρου και Εμμανουήλ (1214-1236), καθώς και του γυιού του αργότερα ΜΙχαήλ Β`, (1236-1271), έφεραν περισσότερο στρατό στο νησί, που μαζί με το Δυρράχειο, αποτελούσαν τα πολυτιμότερα αποκτήματα των Κομνηνών. Τα τείχη ενισχύθηκαν, καταλύμματα περισότερα φτιάχτηκαν και οργανώθηκε καλύτερα η άμυνα του Αγγελόκαστρου. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως ο κίνδυνος για τους Κομνηνούς εστιάζονταν περισσότερο στην Δυτική Ακτή της Κέρκυρας, παρά οπουδήποτε αλλού, κι αυτό γιατί ήταν το μόνο μέρος που οι Βενετοί μπορούσαν να προσεγγίσουν. Έτσι, το Αγγελόκαστρο απέκτησε ξεχωριστή αίγλη σαν προπύργιο των Κομνηνών στον επεκτατισμό της Δυτικής Αυτοκρατορίας. Κάποια στιγμή όμως, ο Μιχαήλ Β`, για λόγους πολιτικής, πάντρεψε την κόρη του Ελένη, με τον Μαμφρέντο της Σικελίας και της έδωσε για προίκα την Κέρκυρα και τις απέναντι περιοχές της Ηπείρου (μια πονηρή κίνηση αναμφισβήτητα, μιας και ο Μαμφρέντος τώρα, ήταν υποχρεωμένος να υπερασπιστεί την περιουσία του ενάντια στους Βενετούς).
Όμως, αυτό δεν κράτησε πολύ. Μόλις 8 χρόνια αργότερα (1267) ο Μαμφρέντος σκοτώθηκε σε μια μάχη, και η συνθήκη του Βιτέρμπο αναγνώρισε σαν κληρονομικό δικαίωμα στον διάδοχο του Μαμφρέντου, Κάρολο Ανδεγαυό, την κτήση της Κέρκυρας. Έτσι ξεκινάει η περίοδος της κυριαρχίας των Ανδεγαυών στο νησί.
Το Αγγελόκαστρο καταλήφθηκε από τους Σικελούς και σαν πρώτος Καστελλάνος (Διοικητής του Κάστρου) διορίστηκε ο Ιορδάνης Ντι Σαν Φελίς στα 1272. Ξέρουμε πως κατάφερε να επιβάλλει φόρους στους κατοίκους των γύρω περιοχών και να τους ρίξει στην αθλιότητα. Αιματηρές αναταραχές συγκλόνισαν το Αγγελόκαστρο, και όλες πνίγηκαν στο αίμα των Στασιαστών.
Η Βενετσιάνικη κυριαρχία ξεκίνησε το 1386 για την Κέρκυρα. Αν και στην αρχή Καστελλάνος του Αγγελόκαστρου ήταν ένας Βενετός, αργότερα, με συμφωνία των Κερκυραίων αποφασίστηκε να διορίζεται κάποιος μετα ψηφοφορίας που γίνονταν από το συμβούλιο των 150 της Κέρκυρας.
Για αρκετά χρόνια, ζούσαν σχετικά ήρεμα στο νησί, μέχρι την πολιορκία της Τουρκίας το 1537. Το Αγγελόκαστρο, μαζί με το Παλαιό και το Νέο Φρούριο, απέτρεψαν την εισβολή των Τούρκων στο νησί. Λέγεται πως και οι 3000 υπερασπιστές του Αγγελόκαστρου σώθηκαν, και οι Τούρκοι έφυγαν απογοητευμένοι από το “δαιμονικό αυτό Κάστρο” που στοίχισε τόσες ζωές. Οι ακτές του βάφτηκαν με αίμα ανατολίτικο. Είναι κοινό μυστικό, πως το σημείο που βρίσκεται το Αγγελόκαστρο είναι ορατό από τα άλλα 2 μεγάλα Φρούρια της Κέρκυρας. Κατά την διάρκεια των πολιορκιών, επικοινωνούσαν με φωτεινά σήματα μεταξύ τους.
Μετά από μια μακρά περίοδο ακμής, τελικά το Αγγελόκαστρο παραδόθηκε τους Γάλλους στα 1797, κάτι που σηματοδότησε και τον παροπλισμό του τελικά. Η Βρεττανική Αυτοκρατορία, στην περίοδο κατοχής της Κέρκυρας (1814-1864) δεν χρησιμοποίησε καθόλου το ξακουστό προπύργιο της Δυτικής Ακτής, κι αυτό εγκαταλείφθηκε οριστικά. Στο σημείο που βρίσκονταν έγινε καταφύγιο αστέγων και άγριων ζώων για αρκετά χρόνια. Όπως γράφει και ο Λάμπρος Πορφύρας:
“…το κάστρο τ` άπαρτο τ` άρπαξε η Λησμονιά.
Κι ολόγυρα της έπνιξε μαύρη σιωπή τον ήχο,
Στον άδειο πύργο φώλιασε για πάντα η σκοτεινιά.
Και η χλόη της μούχλας έντυσε το ραγισμένο τοίχο.
Ποτέ με τέτοιαν άτιμην οχτρός παλληκαριά
Το Κάστρο δεν το χτύπησεν, έτσι που το ρημάζει
σιγά, κι ολοένα η Λησμονιά, έτσι που αργά κι αργά
Κουρσεύει και σκορπολογά, γκρεμίζει και σωριάζει…”
Αγγελόκαστρο
Ταξιδεύοντας σήμερα κάποιος πρός την πανέμορφη Παλαιοκαστρίτσα, με τον υπέροχο κόλπο, την εκπληκτική θαλάσσια σπηλιά και τις χρυσές παραλίες, βλέπει κάπου στην διαδρομή μια παράκαμψη με μια πινακίδα να γράφει “Προς Αγγελόκαστρο”. Αν αποφασίσει να κάνει μια μικρή παράκαμψη, και να ακολουθήσει την πορεία που δείχνει αυτή η πινακίδα, θα περάσει μέσα από όμορφα γραφικά χωριά, καταπράσινους λόγγους και δάση σμαραγδένια, και, καθώς ανεβαίνει όλο και ψηλότερα, θα του κοπεί η ανάσα από την υπέροχη θέα που θα αντικρύσει εμπρός του. Εμείς πάντως θα σας προτείναμε, αν τύχει να κάνετε αυτό το ταξίδι, να προτιμήσετε την ώρα που δύει ο ήλιος σιγά σιγά και βυθίζεται στα γαλάζια νερά του Ιονίου αφήνοντας μια μυστηριακή ατμόσφαιρα να πλανιέται στον αέρα.
Ανεβαίνοντας όλο και ψηλότερα, κάποια στιγμή, το μάτι σας θα πέσει στο σημείο που το σκοτάδι έχει αρχίσει ήδη να κυκλώνει έναν ψηλό απότομο βράχο με κοκκινωπή πέτρα και αραιές ζώνες πράσινου στους απότομους γκρεμούς του. Οι κορυφές ενός κτίσματος υψώνονται στον ουρανό με μεγαλοπρέπεια και επιβλητικότητα. Ναι, είναι το Αγγελόκαστρο.
Πλησιάζοντας το, καθώς το σκοτάδι θα τυλίγει σιγά σιγά τα ακροπύργια και τις πολεμίστρες του, θα νιώσετε μια αίσθηση ανατριχίλας να σας διαπερνάει. Πραγματικά, το Κάστρο αυτό, κατά την διάρκεια του σούρουπου, αποκτάει μια μακάβρια, γοτθική προσωπικότητα, και καθώς οι τελευταίες αχτίδες του ηλίου θα βάφουν πορτοκαλοκόκκινη την πέτρα, μυριάδες συνειρμοί και σκέψεις για ματοβαμμένα τείχη θα στοιχειώσουν το μυαλό σας. Η θέση του και η επιβλητική φιγούρα, έτσι όπως δεσπόζει στο άγριο πράσινο τοπίο, σε στέλνει σε μια άλλη διάσταση και χρόνο, τότε που οι κλαγγές από τα σπαθιά και τα κοντάρια των υπερασπιστών του αντηχούσαν μέσα από τους απότομους γκρεμούς του, μεταφέροντας το μήνυμα της μάχης στα πέρατα του νησιού.
Είναι η ώρα που φτάνει ο ταξιδευτής στους πρόποδες του λόφου και αντικρύζει το σκοτεινό, φιδογυριστό μονοπάτι που ανεβαίνει πρός το Κάστρο. Tα λαξευτά πέτρινα σκαλοπάτια, είναι πνιγμένα στα αγριόχορτα και αμέτρητα χαλίκια και μικρές η μεγαλύτερες κοτρώνες καθιστούν την ανάβαση λίγο επικίνδυνη. Ο ταξιδευτής μπορεί να φανταστεί τους σιδερόφρακτους στρατιώτες να ανεβαίνουν προσεκτικά το μονοπάτι, ρίχνοντας λοξές ματιές στα δεξιά τους που απλώνονται οι απότομες ακτές και εκεί που ενώνεται ο ορίζοντας με την θάλασσα. Ίσως κάποιοι από αυτούς να κοντοστάθηκαν κάποτε απολαμβάνοντας αυτό το θεαμα, καθώς οι άλλοι, γκρινιάρικα τους έσπρωχναν να προχωρήσουν, με κομμένη την ανάσα από την κουραστική πορεία.
Κάποτε, το μονοπατι, φτάνει στο τέλος του. Μια σιδερένια, σκουριασμένη καγκελόπορτα φράζει τον δρόμο πρός το Κάστρο, αλλά αν κάνετε τον κόπο να την σπρώξετε, θα ανοίξει για να σας υποδεχτεί στους κόλπους της.
Μια προσεκτική ματιά γύρω θα σας αποκαλύψει πως το Κάστρο είναι σε κατάσταση αποσύνθεσης πλέον, μετά το πέρασμα τόσων αιώνων. Μισογκρεμισμένα κτίρια, σπασμένοι πλίνθοι και τεράστια αγκωνάρια, βρίσκονται διάσπαρτα δεξιά και αριστερά. Περπάτώντας αργά και προσεκτικά ανάμεσα στα χαλάσματα, το μυαλό του ταξιδευτή πρέπει να είναι συγκεντρωμένο στο έδαφος, όχι μόνο γιατί υπάρχουν πολλοί επικίνδυνοι λάκκοι, αλλά, και επειδή το έδαφος κρύβει ορισμένες εκπλήξεις. Μια από αυτές είναι οι τάφοι που διακρίνονται σκαμμένοι σε βράχους και έχουν το σχήμα του ανθρώπινου σώματος. Βρώμικο νερό έχει μαζευτεί μέσα στα κοιλώματα των τάφων αυτών και αγριόχορτα έχουν ριζώσει εκεί. Σταματάς άναυδος να αναρωτηθείς πως κατάφεραν να δώσουν αυτό το σχήμα στους σκληρούς γρανιτένιους βράχους και προσπαθείς να θυμηθείς που έχεις δεί κάτι παρόμοιο. Μα φυσικά! Στο μοναστήρι του Ρόσλιν, στην Σκωτία…
Ποιός ξέρει ποιοί έχουν θαφτεί εδώ, το πιθανότερο να ήταν οι Καστελλάνοι (κυβερνήτες των Κάστρων, διορισμένοι από τους Ενετούς) ή και ευγενείς και γενναίοι πολέμαρχοι που έχυσαν το αίμα τους για την υπεράσπιση του Κάστρου. Η τελευταία τους κατοικία ήταν γραφτό να βρίσκεται μέσα στο Αγγελόκαστρο, τα κόκαλα τους έγιναν ένα με τις πέτρες που τους φιλοξένησαν, (μετα)στοιχειώνοντας έτσι τον χώρο αυτό, παραδίδοντας τον στην άχλη του θρύλου και του μυστηρίου. Στο καλωσόρισμα της νύχτας, ο ταξιδευτής θα ανατριχιάσει σκεφτόμενος πως ίσως τα φαντάσματα αυτών των ανθρώπων, τριγυρίζουν ακόμα ανάμεσα στα χαλάσματα του Κάστρου, αγναντεύοντας από τα τείχη την σκοτεινή θάλασσα και ενώνοντας την θλίψη τους με αυτούς που σκοτώθηκαν στις ακτές, προσπαθώντας να καταλάβουν το απόρθητο Αγγελόκαστρο.
Ακριβώς μπροστά από τους τάφους αυτούς υπάρχει το εκκλησάκι του Ταξιάρχη Μιχαήλ, γεμάτο με εικόνες των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ, προστατών του Κάστρου. Είναι ένα σχετικά μικρό, πλίνθινο κτίσμα, κάπως ασύμμετρο στην εξωτερική του όψη, ή αυτή η εντύπωση δίνεται στον ταξιδευτή. Το εσωτερικό του σου δημιουργεί μια κλειστοφοβική αίσθηση, ακόμα και στο λαμπρό φώς του ήλιου. Οι εικόνες που βρίσκονται μέσα, είτε έχουν υποστεί συντήρηση, είτε είναι απλώς αντίγραφα των παλαιών, γιατί βρίσκονται σε εξαιρετική κατάσταση. Ο αέρας σε αυτό τον χώρο μυρίζει από τα λάδια που καίγονται στα καντήλια και έστω και για λίγα δευτερόλεπτα δημιουργεί μια κατανυκτική ατμόσφαιρα και χαμηλώνεις με σεβασμό το κεφάλι μπροστά από την πλίνθινη Αγία Τράπεζα, νιώθοντας το βλέμμα των Αρχαγγέλων να σε κοιτάζει με λιγότερη αυστηρότητα από πριν.
Στην άλλη άκρη, κυριολεκτικά κρεμασμένη πάνω από τον φοβερό γκρεμό, βρίσκεται η άλλη εκκλησία, της Αγίας Κυριακής, δυστυχώς όμως είναι κλειστή και δεν θα μπορέσετε να την επισκεφτείτε στο εσωτερικό της. Στους Βυζαντινούς Χρόνους που άκμασε το Αγγελόκαστρο, η σωτηρία της ψυχής των υπερασπιστών του ήταν σπουδαία υπόθεση. Ίσως ο ταξιδευτής να θυμηθεί αμυδρά μια σκηνή από τον Ερρίκο τον Γ`, του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, που ένας αξιωματικός του Ερρίκου παραπονιέται πως στον αχό της μάχης, ο στρατιώτης, ανάμεσα στην σφαγή δεν έχει τον χρόνο να προσευχηθεί για να σώσει την ψυχή του και έτσι πεθαίνει, φορτωμένος με όλα τα κρίματα και τις αμαρτίες του…
Αν κοιτάξει κάποιος τώρα πρός τα πίσω, από εκεί που ήρθε, θα διακρίνει ένα παλιό, ερειπωμένο κτίριο. Είναι το κτίριο της φρουράς. άδειο από οτιδήποτε, αναμφισβήτητα θα μπορούσε κάποια στιγμή να λειτουργήσει σαν ένα μικρό Μουσείο, εκθέτοντας όπλα και αντικείμενα από τις Βυζαντινές μέρες δόξας και μεγαλείου του Κάστρου. Προς το παρόν όμως, στέκει εκεί απογοητευτικά αναξιοποίητο, μιας και είναι από τα ελάχιστα κτίσματα που έχουν παραμείνει όρθια.
Βαδίζοντας τριγύρω στον χώρο του Κάστρου, ο ταξιδευτής, αν έχει προσηλωμένο το βλέμμα του κάτω, όπως προείπαμε, θα βρεί και κάτι άλλο άξιο προσοχής και μελέτης, εκτός των τάφων. Κυκλικές τρύπες, σκεπασμένες με καγκελωτά καπάκια, δείχνουν πως από κάτω υπάρχει κάτι. Ρίχνοντας το φώς ενός φακού πρός τα μέαα, ανακαλύπτεις τα μπουντρούμια του Κάστρου! Ναι, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για αυτό, ο υπόγειος χώρος που διακρίνεις, σκοτεινός, μελαγχολικός, κάποτε “φιλοξενούσε” δεκάδες ίσως φυλακισμένους. Από επαναστάτες χωρικούς μέχρι πολιορκητές του Κάστρου.
Ίσως, αν στήσεις προσεχτικά το αυτί της φαντασίας σου, να ακούσεις τους ψίθυρους των ετοιμοθάνατων καθώς εκλιπαρούν για λίγο νερό, προσευχές σε διάφορες γλώσσες, κατάρες, βογγητά, ουρλιαχτά πόνου, τριξίματα αλυσίδων, ειρωνικά γέλια, κλάματα. Ένας χώρος απρόσιτος σήμερα μιας και οι υπεύθυνοι φρόντισαν να τον κλείσουν (ίσως όχι εντελώς, μιας και σε αφήνουν κατά κάποιον τρόπο να ρίξεις μια ματιά στο εσωτερικό του, αλλά φυσικά τίποτα περισσότερο). Εικόνες διαδέχονται η μια την άλλη στο μυαλό σου, καθώς φαντάζεσαι τις λιγοστές αχτίδες ηλίου να περνούν μέσα από τις τρύπες του καπακιού και όλους τους κρατούμενους εκεί, να μαζεύονται από κάτω προσπαθώντας να ρουφήξουν λίγη ζωή ακόμα. Σκέφτεσαι και όλες τις φορές που τα υπόγεια πλημύριζαν από τις ακατάπαυστες βροχές (χαρακτηριστικό του νησιού) και το κρύο να περονιάζει τα κόκαλα τους, καθώς οι αρρώστιες θα τους θερίζουν. Τραγικές εικόνες μιας άλλης εποχής, πιό βάναυσης, παραδομένης στον θρησκευτικό φανατισμό, εποχής που η ζωή είχε μικρή αξία, “αλλά η ψυχή μεγαλύτερη”.
Σηκώνεσαι να φύγεις από αυτό το σημείο μελαγχολικός. Το βραδυνό ανοιξιάτικο αεράκι φαίνεται αναζωογονητικό. Κάνεις μια μικρή βόλτα γύρω από τα τείχη και αγναντεύεις την ήρεμη θάλασσα του Ιονίου από τις βίγλες. “Από εδώ ειδοποιούσαν οι περίφημοι Βυζαντινοί βιγλάτορες για τις προσεγγίσεις των πλοίων¨’ σκέφτεσαι με ένα θλιμμένο μειδίαμα. Την επόμενη στιγμή ανατριχιάζεις από δέος καθώς ρίχνεις μια ματιά πρός τα κάτω, στα κοφτερά απότομα βράχια. Ένα ελαφρύ κυματάκι σκάει στις ακτές, γλείφοντας τους πρόποδες του βουνού. Η νύχτα έχει πέσει πια για τα καλά και ο ουρανός έχει φωτιστεί από τα μυριάδες αστέρια. Κανένας θόρυβος δεν έρχεται να διαταράξει την νεκρική ησυχία του Αγγελόκαστρου.
Ένα μοναχικό καραβάκι, κάπου μακριά στον ορίζοντα ταξιδεύει πρός ένα τεράστιο ολόγιομο φεγγάρι.
Η Βασίλισσα της Νύχτας αγκάλιασε το Αγγελόκαστρο…
πηγή : http://www.explorers.gr
* * *
Leave A Comment