Στον αστικό ιστό της Κέρκυρας, στην καρδιά της παλιάς βιομηχανικής πόλης, διατηρείται ένα αυθεντικό κομμάτι του βιοτεχνικού παρελθόντος. Το ιστορικό Σαπωνοποιείο Πατούνη, που γνώρισε μεγάλη ακμή, λειτουργεί ακόμη και σήμερα σε ένα οίκημα που χτίστηκε το 1891 για να λειτουργήσει αρχικά, ως υποκατάστημα του οίκου Μπαζάκη – Πατούνη, που ιδρύθηκε στη Ζάκυνθο το 1850.
Το έναυσμα για την ίδρυση του «Μέγα Εργοστασίου Σάπωνος Μπαζάκη και Πατούνη», δόθηκε στα ξαδέλφια Απόστολο Πατούνη και Σπύρο Μπαζάκη από μία εμπορική συνεργασία με Γάλλους, τους οποίους οι δαιμόνιοι επιχειρηματίες από τους Καλαρρύτες της Ηπείρου, προμήθευαν με κάπες από μαλλί αιγοπροβάτων, προορισμός των οποίων ήταν ο στρατός του Ναπολέοντα του Γ’.
«Κατέβαζαν τις κάπες στη Ζάκυνθο και τις φόρτωναν για τη Μασσαλία, ωστόσο αντί για χρήματα, έπαιρναν σαπούνι Μασσαλίας, το οποίο εμπορευόντουσαν στα Επτάνησα. Κάποια στιγμή, ο καπετάνιος που έκανε το εμπόριο, ο οποίος κυκλοφορούσε στα σαπωνοποιεία της Μασσαλίας και μάθαινε τη διαδικασία της παραγωγής, τους εξηγεί πώς φτιάχνεται το σαπούνι και τα δύο ξαδέλφια αρχίζουν να σκέφτονται τη δημιουργία ενός σαπωνοποιείου. Έτσι το 1850, ξεκινούν τη δική τους παραγωγή «σάπωνος πρασίνου εξαιρετικού ανόθευτου», μας διηγείται ο Απόστολος Πατούνης, πέμπτη γενιά σαπωνοποιός.
Το 1891, ο δεύτερος γιος του Απόστολου Πατούνη, Νικόλαος, έχοντας σπουδάσει αρχιτεκτονική στη Σχολή Τεχνών των Αθηνών, έρχεται στην Κέρκυρα, κτίζει το σαπωνοποιείο στην οδό Ιωάννου Θεοτόκη 9, το οποίο αρχίζει να λειτουργεί σαν υποκατάστημα του οίκου Μπαζάκη – Πατούνη.
Το κτίριο της βιοτεχνίας «Πατούνη» που έμεινε άθικτο, αποτελεί ένα παράδειγμα ιδιαιτέρως διδακτικό για τη βιομηχανική αρχαιολογία. Η διαφύλαξη του και η συντήρησή του από την επιχείρηση, μας επιτρέπει να μελετήσουμε μέσα από τα αρχιτεκτονικά στοιχεία, την εξέλιξη της σαπωνοποιίας και τη διάταξη των διαφορετικών χώρων της βιοτεχνίας.
Το σαπωνοποιείο αποτελείται από τρεις εσωτερικούς χώρους. Αμέσως μετά την είσοδο βρίσκεται ο χώρος που εκτίθενται τα προϊόντα (σαπούνια σε κιβώτια) καθώς και ο χώρος ενός χημείου, που λειτούργησε για πρώτη φορά το 19ο αιώνα. Στον πίσω χώρο του κτιρίου στεγάζεται το εργαστήριο παραγωγής σαπουνιού. Εκεί τοποθετούνται τα καζάνια.
Ο μεγαλύτερος χώρος του είναι ο κύριος χώρος επεξεργασίας σαπουνιού όπου και βρίσκεται όλος ο μηχανολογικός εξοπλισμός του. για το ζέσταμα μείγματος λαδιού και καυστικής ποτάσας από όπου παράγεται το σαπούνι, παλιές ζυγαριές και ξέστες, η αντλία των διαλυμάτων σόδας, οι πίλες (μεγάλα δοχεία) και τα βαρέλια. Επίσης υπάρχουν κιούπια για την αποθήκευση λαδιού, φορητά καλούπια μέσα στα οποία χύνεται το σαπούνι για να σφραγιστεί και να κοπεί καθώς και το ξηραντήριο, ο χώρος όπου στρώνεται το σαπούνι για τουλάχιστον τρεις μήνες, για να στεγνώσει και να συσκευαστεί.
Η σαπωνοποιία διατηρεί αναλλοίωτη την ιστορία μιας πτυχής της ελαιοπαραγωγικής δραστηριότητας στη Κέρκυρα.
Η επιχείρηση «Πατούνη» διατήρησε τα παραδοσιακά μηχανήματα που χρησιμοποιήθηκαν εδώ και μερικές γενεές για την παρασκευή του σαπουνιού και συνεχίζει μία τεχνογνωσία που δεν ώζεται πουθενά αλλού στην Ελλάδα. Στην είσοδό του σώζεται χυτοσιδηρό κυλινδρικό υποστύλωμα με ανάγλυφη επιγραφή, κατασκευασμένο στο μεγαλύτερο ελληνικό μηχανουργείο του 19ου αιώνα, το Μηχανουργείο Βασιλειάδη του Πειραιά.
Πριν λίγους μήνες το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού αποφάσισε την κήρυξη του σαπωνοποιείου και του εξοπλισμού του ως διατηρητέων μνημείων και αναμένεται η απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού. Τον Ιούνιο 2008 ο υπουργός πολιτισμού Μ. Λιάπης υπέγραψε την απόφαση χαρακτηρισμού του ως διατηρητέου μνημείου.
Σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής διατίθεται στο εξωτερικό. Ωστόσο, αν επισκεφθεί κάποιος το σαπωνοποιείο, θα διαπιστώσει ότι αποτελεί κομμάτι της καθημερινής ζωής των Κερκυραίων, που έρχονται εδώ για να αγοράσουν τα σαπούνια τους. Η συνέχιση της αναλλοίωτης χρήσης ενός τέτοιου εργαστηρίου είναι πια σπάνια τόσο για την Ελλάδα όσο και για άλλες χώρες. Για το λόγο αυτό το σαπωνοποιείο Πατούνη αποτελεί αντικείμενο εκπαιδευτικής επιμόρφωσης, έρευνας, και πόλο έλξης τουριστών.
«Επιμένω να φτιάχνω πράσινο σαπούνι, γιατί προσπαθώ να διατηρήσω την παράδοση, συνεχίζω την οικογενειακή ιστορία μας που μετρά 157 ολόκληρα χρόνια: είμαι η πέμπτη γενιά σαπωνοποιών της οικογένειάς μου! Οι ηλικιωμένες κυρίες που έρχονται σήμερα και το αγοράζουν έπαιρναν και παλαιότερα από τον πατέρα μου. Όλες, όπως λένε, το προτιμούν για τη “μοσχοβολιά” του!».
Για να αφοσιωθεί στο οικογενειακό σαπωνοποιείο άφησε στην άκρη, εδώ και μία δεκαετία, και το δίπλωμα του μηχανολόγου μηχανικού. Κόντρα στα μεγαθήρια, τις σύγχρονες βιομηχανικές μονάδες, στα 48 του σήμερα ο κ. Απόστολος Πατούνης δεν το βάζει κάτω και επιμένει παραδοσιακά. «Το 1850 ο προπροπαππούς μου, ο Απόστολος Πατούνης, ξεκίνησε με τον ξάδερφό του, τον Μπαζάκη, μια βιομηχανία αρχικά στη Ζάκυνθο κι απ΄ το 1891 στην Κέρκυρα. Ασχολήθηκαν με το φθηνό, παραδοσιακό σαπούνι μπουγάδας, είδος πρώτης ανάγκης για κάθε σπίτι. Αργότερα όταν στη δεκαετία του ΄60 τα συνθετικά απορρυπαντικά μάς έκαναν πολύ μεγάλη ζημιά κι όλες οι παραδοσιακές σαπωνοποιίες εξαφανίστηκαν, μείναμε μόνο εμείς εδώ», περιγράφει.
Εδώ και επτά χρόνια η φήμη της οικογένειας Πατούνη ξεπέρασε τα σύνορα. «Δεν είμαι καθόλου καλός businessman, αλλά είναι το προϊόν μας από μόνο του καλό, οι πελάτες μας έρχονται και μας βρίσκουν, όχι εμείς. Σήμερα εξάγουμε το 70% και πλέον της παραγωγής μας στην Ιαπωνία, ενώ τα προϊόντα μας φτάνουν και στην υπόλοιπη Ευρώπη- στην Αθήνα πωλούνται μόνο σε δύο φαρμακεία. Έχουμε υποστήριξη και απ΄ τους ντοπιους, όχι όμως κι απ΄ τα σούπερ μάρκετ. Πλέον, όπως λένε και οι πελάτες μας, νιώθουν τη διαφορά και στην αίσθηση, υπάρχει σταδιακά μια τάση φυγής από τα- επιβαρημένα με πρόσθετα- αφρόλουτρα, το παλιό σαπούνι το ζητά και πάλι η αγορά. Προσωπικά, κάθε φορά που βλέπω μια γιαγιά να μου λέει “δώσε μου ένα κιλό σαπούνι για μπουγάδα”, νιώθω μεγάλη ηθική ικανοποίηση- όλοι αναγνωρίζουν την αξία του και γι΄ αυτό ποτέ δεν διαπραγματεύονται την τιμή του. Ελπίζω τουλάχιστον να με ακολουθήσουν στο μέλλον επαγγελματικά και οι δύο, ανήλικοι για την ώρα, γιοι μου».
Άλλωστε και ο πατέρας του που είχε σπουδάσει χημικός μηχανικός δεν σταμάτησε ποτέ να φτιάχνει το παραδοσιακό σαπούνι. «Παρ΄ όλο που η ζήτησή του είχε φτάσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα, είχε μια δυσκολία να ξεφύγει απ΄ αυτό που είχε μάθει, ενδεχομένως έναν ρομαντισμό. Τον έχω κι εγώ σήμερα σε πολύ μεγάλο βαθμό, για μένα η δουλειά αυτή είναι πρώτα απ΄ όλα συναίσθημα».
Ψητό σαπούνι
Σήμερα με τη σύζυγό του και τρεις υπαλλήλους παράγουν ετησίως τριάντα με σαράντα τόνους σαπουνιών. Παλαιότερα, στα φόρτε του, ο παππούς του έβγαζε έως και διακόσιους τόνους τον χρόνο! «Παρασκευάζουμε πραγματικό, όχι δήθεν, πράσινο παραδοσιακό σαπούνι. Αυτό δηλαδή που ξεχωρίζει από το βιομηχανικό για τα υλικά του, τη φυσική, χωρίς καθόλου πρόσθετα πρώτη ύλη του. Το σαπούνι μας παρασκευάζεται με πολύ κόπο. Την ώρα που όλα σήμερα γίνονται αυτοματοποιημένα, εμείς εξακολουθούμε να το φτιάχνουμε στο χέρι, όπως ακριβώς πέρασε από γενιά σε γενιά», περιγράφει.
«Το σαπούνι γίνεται ψητό: το λάδι, μαζί με καυστική σόδα και διαλύματα αλατιού, βράζει σε μεγάλα καζάνια για μια βδομάδα. Στη συνέχεια όλο αυτό το υγρό μείγμα μπαίνει για άλλες δυο- τρεις μέρες σε καλούπια, όπου και στερεοποιείται. Εκεί, επιτόπου, το κόβουμε σε τεμάχια και με σφυρί σφραγίζουμε πάνω στο καθένα τη φίρμα μας. Χρησιμοποιώ ακόμα τις σφραγίδες του παππού μου. Αυτά μπαίνουν κατόπιν σε ξύλινα τελάρα, τα ξηραντήρια, για τρεις με τέσσερις μήνες, ώσπου να ξεραθούν τελείως και να είναι πια έτοιμα σαπούνια».
Το σαπωνοποιείο Πατούνη βρίσκεται σε μια περιοχή της Κέρκυρας (Αβραμίου) που ήταν κάποτε γεμάτη από ανάλογες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις. Μπορεί κανείς να το βρει ανάμεσα στις οδούς Ι. Θεοτόκη (πρώην Αβραμίου) και Γερασίμου Μαρκορά.
πηγές: http://www.monumenta.org , http://news.kathimerini.gr
* * *
Leave A Comment