Η ιστορία των λιμανιών των Κερκυραίων, είναι η ιστορία των Κερκυραίων. Μία γενεαλογία από λιμάνια κουρνιάζει στους διαδοχικούς όρμους ενώ η πόλη έρπει από το νότο προς το βορρά: από τον «Υλλαϊκό» (λιμνοθάλασσα Χαλικιόπουλου) και το δίδυμό «προς ήπειρον» ή «του Αλκινόου» λιμένα στον, πολύ βαθύτερο, μυχό της Γαρίτσας στην Αρχαιότητα, στο δίδυμο αγκυροβόλιο του Ύστερου Μεσαίωνα σε Γαρίτσα-Φαληράκι, και μετέπειτα στο εγχείρημα του τεχνητού λιμένα των Γουβιών – που αναδιπλώνεται μεταπολεμικά και ως σήμερα στο «Νέο Λιμένα».

 Πρώιμη Σπηληά

 Η αρχαιότερη νύξη σε λιμενική δραστηριότητα στη Σπηληά εντοπίζεται το 1414: κατά το βενετικό “masterplan” του μηχανικού Φραγκίσκου de Brendolis, η οχύρωση της έξω πόλης καταλήγει στον «πόντε» (προβλήτα) του “hospitalis”: δηλαδή του πτωχοκομείου-νοσοκομείου της μονής των Φραγκισκανών μοναχών του Αγίου Φραγκίσκου – του οποίου η Σπηληά (με τη παραλία πιο μέσα, ίσως στις παρυφές του Αγίου Αντωνίου) είναι το φυσικό επίνειο.

Μεταξύ 1576-1588 ο τειχισμός της πόλης επαναχαράσσει το χώρο: τη παραλία προσδιορίζει ένα ευθύγραμμο τείχος που από το μετέπειτα κτήριο του δικαστηρίου ακολουθεί το σημερινό οικοδομικό μέτωπο, ως το γωνιακό προμαχώνα του Νέου Φρουρίου απέναντι από την Αγροτική Τράπεζα.
Στο μέσο του τείχους, διανοίγεται η (γνωστή αργότερα και ως βόλτο του Μπονάτη) σωζόμενη, κεντρική πύλη της Σπηληάς. Αριστεράς της πύλης, με μέτωπο στη θάλασσα, ανοικοδομείται στρατώνας, ο οποίος θα ανακατασκευαστεί επί Αγγλοκρατίας (Αγροτική). Δεξιά, στο τόπο του δικαστηρίου, ο δημόσιος σιτοβολώνας «Φοντέγο», του οποίου διασώζεται μόνο το υποβλητικό πορτόνι.

Μία παλαιά ιερή εικόνα της Θεοτόκου «Σπιληότησας» (με τη γοητευτική ανορθογραφία του 16ου αιώνα) καθαγίαζε το μικρό σπήλαιο του λόφου του «Αγίου Μάρκου», στο μετέπειτα Νέο Φρούριο – όπου, εντός του ΝΑΣΚΕ, σώζεται μέχρι σήμερα το εκκλησάκι – ήδη πριν το 1497, αντικείμενο λατρείας των ορθόδοξων Κερκυραίων. Με την ανέγερση όμως του φρουρίου, η αδελφότητα της Σπηλαιώτισσας Θεοτόκου αναγκάστηκε να συγχωνευθεί (1577) με αυτή του Αγίου Βλασίου και να μεταφέρει στο τόπο του τελευταίου αυτού ναού – που έμελλε να καταστεί μητροπολιτικός – την ονομασία και τη λατρεία της.

19ος αιώνας: οργάνωση, ακμή και κρίση της Σπηληάς

 Παρά τη βραχύβια ανεξαρτησία της, η «Επτάνησος Πολιτεία» (1800-1807) κατανοεί τη σπουδαιότητα του λιμένα της Σπηληάς για την ανάπτυξη υπερπόντιου εμπορίου, στο οποίο «ποντίζει» ελπίδες περί οικονομικής της αυτοτέλειας: προγραμματίζει τη κατασκευή εμπορικών αποθηκών και καταστημάτων.

Εντούτοις, επί Βρετανικού προτεκτοράτου το λιμάνι της Σπηληάς ενισχύεται δραστικότερα:
– Η λιμενική υποδομή εμπλουτίζεται με την ανέγερση το 1821 του στεγασμένου Δημοτικού Αγορείου «Μαρκά» – σε κομψό δωρικό ρυθμό και αψιδωτή κάτοψη, κατά τα σχέδια του νομομηχανικού Saddier.
– Πιο αξιόλογη είναι η ανακήρυξη το 1825 του λιμένα της Κέρκυρας σε «ελεύθερο λιμένα» με ατέλεια διαμετακομιστικού εμπορίου: το «ατελολιμενείο» (αποθήκες τράνζιτο) είναι ζωτικό σε περιβάλλον έντονων δασμολογικών επιβαρύνσεων. Στη πραγματικότητα, αυτή η τομή καθυστερεί χαρακτηριστικά: τα αμβλυμένα αντανακλαστικά της Βενετίας δεν είχαν αντιληφθεί τη σημασία ανάλογης πρότασης που είχε υποβάλει ήδη ο προβλεπτής Γριμάνι το 1760 – με αποτέλεσμα η Κέρκυρα να υποσκελιστεί στο μεσογειακό διαμετακομιστικό εμπόριο από «ελεύθερους λιμένες» όπως η Τεργέστη και η Βαλέττα.

Οπωσδήποτε, μετά το 1825 το λιμάνι ευημερεί: τεκμήριο ακμής, η εγκατάσταση στη Σπηληά της πρώτης ατμοκίνητης βιομηχανίας σε Επτάνησο και Ελλάδα το 1837: μία «Συντροφία Ατμαλευρομύλου» που εμπορεύεται «αλεύρι… καμωμένο εις τον τόπο» – όχι τυχαία, ασφαλώς, στη γειτονιά του βενετσιάνικου σιτοβολώνα, που διατηρεί τη δεκαετία του 1830 το μονοπώλιο διακίνησης σίτου.

Είκοσι χρόνια αργότερα, τη κρίσιμη για τις τύχες της Επτανήσου τριετία 1856-1858, η κίνηση υπέρ του «αποικισμού» (ακρωτηριασμού και αποικιοποίησης υπό το Βρετανικό στέμμα) της Κέρκυρας του αρμοστή Young , εδράζει την επιχειρηματολογία της και σε ανθηρές στατιστικές του λιμένα της Σπηληάς. Τη δεκαπενταετία 1847-1862 η συνολική χωρητικότητα των διακινούμενων μέσω λιμένα της Κέρκυρας πλοίων, σε ετήσια βάση, αυξήθηκε κατά 128% – από 320, σε 730 χιλιάδες τόννους.

Μετά την Ένωση, τα 8/10 των εσόδων του νεοσύστατου Δήμου Κερκυραίων (1866) προέρχονται από τη φορολόγηση του εισαγωγικού-εξαγωγικού εμπορίου που διακινείται μέσω Σπηληάς. Αντίστροφα, η οικονομική καχεξία που πλήττει το Δήμο αργότερα, αντανακλά τη κατάπτωση του τοπικού εμπορίου και τη κρίση του λιμένα στα τέλη του 19ου αιώνα – με τη λειτουργία των διωρύγων Σουέζ και Κορίνθου.

1795, σχέδιο για την ανακατασκευή του παλαιού μόλου της Σπηλιάς

Ένα κορφιάτικο city

Από το 1900 ως το Μεσοπόλεμο, η Σπηληά μεταμορφώνεται σε κερκυραϊκό “city” ή ορμητήριο πιστωτικής εντατικοποίησης. Εδώ ευδοκιμεί, τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, η καθυστερημένη «απόβαση» της Εθνικής Τράπεζας, σε μία Κέρκυρα ζηλότυπα φρουρούμενη από την Ιονική – στο τωρινό δικαστήριο, που εισάγει τη χρήση του τσιμέντου. Πιο πάνω, όπου το μετέπειτα ξενοδοχείο «Αστήρ», σύγχρονο υποκατάστημα της «Τραπέζης Αθηνών», ελεγχόμενης από γαλλικά κεφάλαια μετά το 1906. Κάτω από το εν λειτουργία από το 1864 ξενοδοχείο «Κωνσταντινούπολις», πλάι στο ιδρυμένο ήδη το 1862 καφενείο του Μαύρου Γάτου, η «Εμπορική». «Κάτω από τα μπαστιόνια του Φρουρίου και κοντά στην ακόμα τότε σωζόμενη μεγάλη Πύλη», γράφει κερκυραίος της εποχής, ανεγείρεται «οικτρό κατασκεύασμα… όπου για χρόνια στεγάστηκε το υποκατάστημα της Τραπέζης της Ελλάδος».

Το σπουδαιότερο: εδώ, στο παληό στρατώνα, όπου το φιλόπτωχο «μόντε ντι pιετά» (ενεχειροδανειστήριο) και γεωργικές υπηρεσίες, εγκαθίσταται το 1929 από το Ζαβιτσιάνο, θριαμβευτή επί του Θεοτοκικού κόμματος στον πολιτικάντικο «εμφύλιο» για τον έλεγχο των Ενώσεων Συνεταιρισμών, ο «Αυτόνομος Οργανισμός Αγροτικής Πίστεως» – που κατοχυρώνει ένα θύλακο ελέγχου της Εθνικής στην αγροτική πίστη, και καθυστερεί ως το 1935 τη τοπική λειτουργία της νέας Αγροτικής Τράπεζας.

Εξάλλου η «αυτονόμηση» του λιμένα με τη σύσταση της Λιμενικής Επιτροπής Κέρκυρας (στο εξής: ΛΕΚ) εξωθεί σε ρήξη με το Δήμο Κερκυραίων. Η ΛΕΚ ηλεκτροφωτίζει το 1925 τη Σπηληά και τους κεντρικούς δρόμους της πόλης – ένα σχέδιο του Δήμου που είχε υπονομεύσει η κεντρική κυβέρνηση το 1892 – και αποσπά το 1929 το προνόμιο ηλεκτροφωτισμού πόλης και προαστείων. Ο Δήμος μεθοδεύει το 1935 την απόσπαση από τη ΛΕΚ του εργοστασίου ηλεκτρικού ρεύματος (στη Κόντρα Φόσσα), αλλά η υπόθεση θα κλείσει το 1938 με μία ακόμα «αυτονόμηση»: την ίδρυση της «Ηλεκτρικής».

 Αποβάσεις, βομβαρδισμοί, δολιοφθορές

Σοβούν και άλλες συγκρούσεις. Παρά την «αποστρατικοποίηση» της Κέρκυρας το 1864, η στρατικοποίηση της Σπηληάς εντείνεται: επίβουλοι Ιταλικοί ή Γαλλικοί στόλοι καταπλέουν όταν δεν «επιδεικνύει σημαία» ο Βρετανικός στόλος της Μάλτας. Τη κατοχή της Κέρκυρας από την Αντάντ (1915-1919), διαδέχεται η φασιστική απόβαση του 1923 – ενώ παρεμβάλλεται το 1921 η εγκατάσταση της Αστυνομίας Πόλεων, υπό Βρετανό διοικητή, στο Νέο Φρούριο.

Αποφασιστική καμπή για τη μεσοπολεμική Σπηληά, αποδεικνύεται ο καταστροφικός βομβαρδισμός της Γερμανικής “Luftwaffe”, ξημερώματα της 14ης Σεπτεμβρίου 1943: ο Μαρκάς, το Ταχυδρομείο, η «πολιτεία» του λιμανιού – όλα εκμηδενίζονται. Ο ηρωϊσμός του Κερκυραϊκού ΕΛΑΣ αποτρέπει την ολοκλήρωση της τευτονικής θηριωδίας με την ανατίναξη των κρηπιδωμάτων του λιμένα (και της «Ηλεκτρικής»), αλλά η δημιουργία, δυτικότερα, του τεχνητού Νέου Λιμένα θα προωθηθεί τις μεταπολεμικές δεκαετίες.

 

πηγή : Αριστοτέλης Κοσκινάς, http://www.corfutopia.gr 

* * *