Γράφει η Όλγα Παχή
Ο πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος έληξε επίσημα με τη συνθήκη του Λονδίνου, τον Μάιο του 1913. Ωστόσο, οι εκκρεμότητες των διαβαλκανικών σχέσεων δεν ρυθμίστηκαν οριστικά και η Βουλγαρία ξεκινάει τον δεύτερο πόλεμο την ίδια χρονιά, κατά τη διάρκεια του οποίου Έλληνες, Σέρβοι και Ρουμάνοι συγκρούστηκαν νικηφόρα μαζί της. Δύο μήνες αργότερα, η συνθήκη του Βουκουρεστίου καθορίζει τα σύνορα μεταξύ της Ελλάδας, της Σερβίας και της Βουλγαρίας.
Η ειρήνη στην περιοχή δεν κρατεί για πολύ, καθώς η δολοφονία του Αυστριακού αρχιδούκα Φραγκίσκου Φερδινάνδου[1] στο Σεράγεβο της Βοσνίας στις 28 Ιουνίου 1914, από τον Σέρβο εθνικιστή Gavrilo Princip (Burns, χ.χ), έγινε αιτία πολέμου ανάμεσα στην Αυστροουγγαρία και τη Σερβία. Η Αυστροουγγαρία στις 23 Ιουλίου έστειλε τελεσίγραφο στη Σερβία, ζητώντας απάντηση εντός 48 ωρών. Ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Edward Grey δήλωσε σχετικά ότι το κράτος που θα αποδεχόταν αυτούς τους όρους θα έπαυε να είναι ανεξάρτητο (Tomasevic,2005-2014).
Η Αυστροουγγαρία κήρυξε τον πόλεμο στις 28 Ιουλίου του 1914 (Babac, 2014). Στο πλευρό της Σερβίας μπήκαν η Ρωσία, η Γαλλία και η Αγγλία, ενώ η Γερμανία συντάχθηκε με την Αυστροουγγαρία. Η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε στις 2 Αυγούστου ότι η Ελλάδα θα τηρούσε απέναντι στη Σερβία ευμενέστατη ουδετερότητα και θα ήταν διατεθειμένη να αποκρούσει βουλγαρική επίθεση κατά της Σερβίας. (Σβορώνος, 2015).
Η Σερβία είχε έναν έμπειρο, αλλά εξουθενωμένο στρατό και οι Αυστρο-Ούγγροι νόμιζαν ότι θα τους νικούσαν σε λιγότερο από έναν μήνα. Ωστόσο, οι Σέρβοι αντιστάθηκαν σθεναρά και η Αυστρία δεν κατόρθωσε εύκολα να τους εξαφανίσει. Μάλιστα, μετά τη μεγάλη νίκη του σερβικού στρατού στη μάχη στον ποταμό Κολουμπαρά, στα σύνορα της Σερβίας και του Μαυροβουνίου, τον Νοέμβριο με Δεκέμβριο του 1914, επικράτησε εκεχειρία και κατάπαυση των επιχειρήσεων μέχρι τις 6 Οκτωβρίου του 1915.
Το 1914 έληξε καταστροφικά για την Αυστροουγγαρία. Στα μέτωπα της Σερβίας και του Μαυροβουνίου έχασε 7.592 αξιωματικούς και 274.600 υπαξιωματικούς και στρατιώτες. Η Σερβία έχασε 2.110 αξιωματικούς, 8.074 υπαξιωματικούς και 153.373 στρατιώτες.
Το 1915 βρήκε τη Σερβία σχεδόν απόλυτα εξουθενωμένη. Οι δυσκολίες πολλαπλασιάστηκαν με την εμφάνιση του εξανθηματικού τύφου, τον οποίο μετέδωσαν στον σερβικό στρατό και στον λαό οι Αυστριακοί και Ούγγροι αιχμάλωτοι. Από τον τύφο πέθαναν 135.000 Σέρβοι στρατιώτες και άμαχος πληθυσμός. Εκτός από την έλλειψη όπλων, πυρομαχικών και ρουχισμού, υπήρχε και έλλειψη ειδών διατροφής και ζωοτροφών. Προμηθεύονταν τα πάντα από το εξωτερικό με τεράστια δυσκολία. Αν και η Αγγλία και η Γαλλία είχαν συζητήσει να στείλουν στη Σερβία στρατιωτικές δυνάμεις, τίποτα δεν έγινε στο πρώτο εννιάμηνο του 1915.
Στις 16 Σεπτεμβρίου του 1915, ο αυτοκράτορας της Γερμανίας Γουλιέλμος Β΄ έδωσε διαταγή στον στρατάρχη Αύγουστο φον Μακένζεν να κατατροπωθεί αποφασιστικά ο σερβικός στρατός. Στην επίθεση θα έπαιρναν μέρος πάνω από 500.000 στρατιώτες Βούλγαροι, Γερμανοί και Αυστρο-Ούγγροι και 1.655 πυροβόλα όπλα. Οι Αυστρο-Ούγγροι και οι Γερμανοί επιτέθηκαν στις 6 Οκτωβρίου (Babac, 2014) και οι Βούλγαροι στις 14 Οκτωβρίου (Σβορώνος, 2015)[2]. Η Σερβία βρέθηκε τότε εγκαταλελειμμένη από όλους τους συμμάχους, εκτός από το Μαυροβούνιο. Ο σερβικός στρατός, περικυκλωμένος από όλες τις πλευρές πολέμησε με υπεράνθρωπες προσπάθειες, αποσυρόμενος σιγά- σιγά. Μαζί με τον στρατό αποσυρόταν και ο λαός. Μετά την πτώση του Κραγκούγεβας, του Νις και των Σκοπίων, άρχισε η γενική υποχώρηση του σερβικού στρατού προς το Κόσσοβο. Στη συνέχεια, ο αρχηγός Ραντομίρ Φίλντ Μάρσαλ Πούτνικ[3] διέταξε υποχώρηση στις ακτές της Αδριατικής, διαμέσου του Μαυροβουνίου και της Αλβανίας. Τότε ο στρατός του Μαυροβουνίου, υπό τις διαταγές του Σερδάρη Γιανκοβούκοβιτς, κατόρθωσε με μεγάλη αυτοθυσία να καλύψει το βόρειο πλευρό του σερβικού στρατού, κατά την αποχώρησή του διαμέσου του Μαυροβουνίου, και έτσι απέτρεψε την κύκλωση και την εξόντωσή του.
Επικεφαλής του σερβικού στρατού ήταν ο γέροντας βασιλιάς της Σερβίας Πέτρος Καραγεώργεβιτς[4], μαζί με τον διάδοχο Αλέξανδρο, ακολουθούσε δε ο γέροντας πρωθυπουργός Νίκολα Πάσιτς (Nikola Pasic)[5] με όλα τα μέλη της Σερβικής κυβέρνησης και όλους τους βουλευτές (Κατσαρός, 1958).
Οι καιρικές συνθήκες ήταν πολύ κακές και υπήρχε μεγάλη έλλειψη τροφίμων, γιατί μαζί με τον στρατό υποχωρούσαν και πολλοί πολίτες. Γι’ αυτό, κατά την υποχώρηση δια μέσου των άγριων και αφιλόξενων περιοχών της Αλβανίας, ο πεινασμένος και απογυμνωμένος σερβικός στρατός και οι πολίτες υπέστησαν σοβαρές απώλειες. Η υποχώρηση αυτή, η οποία ονομάστηκε «Αλβανικός Γολγοθάς», συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο τραγικές και πιο σκληρές πορείες της ιστορίας, σύμφωνα με την επίσημη αναφορά του Υπουργού Στρατιωτικών, στρατηγού Μποζιντάρ Τέρζιτς (Bozidar Terzic), στον πρωθυπουργό Νίκολα Πάσιτς, στις 22 Δεκεμβρίου 1915. Συγκεκριμένα, στην αναφορά του ο στρατηγός Μποζιντάρ Τέρζιτς έγραφε: «Χάθηκαν μέσα στην Αλβανία, πέθαναν από την πείνα και το ψύχος, δολοφονήθηκαν από τους Αλβανούς και αιχμαλωτίστηκαν 243.877 άνθρωποι» (Παπανδριανός, 1997).
Περί τα μέσα Δεκεμβρίου τα λείψανα του σερβικού στρατού, περίπου 125.000 στρατιώτες με κουρελιασμένες στολές, έφταναν στα παράλια της Αδριατικής, από όπου η γαλλική στρατιωτική αποστολή, υπό τις διαταγές του στρατηγού Μοντεζίρ, φρόντιζε για την περισυλλογή τους (Σκόντρας,1969).
Εν τω μεταξύ, οι σύμμαχοι στις 28 Δεκεμβρίου του 1915, κατέλαβαν την Κέρκυρα με σκοπό τη συγκέντρωση και αναδιοργάνωση των κατάλοιπων του σερβικού στρατού, προκειμένου να τον χρησιμοποιήσουν αργότερα στη Μακεδονία, όπου αρχηγός των συμμαχικών στρατευμάτων ήταν ο Γάλλος στρατηγός Sarrail (Λεονταρίτης, 1978). Βέβαια, η ενέργεια αυτή των συμμάχων, ύστερα από τη σχετική απόφαση των γαλλικών αρχών, χειροτέρεψε τις ελληνοσυμμαχικές σχέσεις, φτάνοντας τες σε σημείο ανοικτής ρήξης.
Από τις 18 Ιανουαρίου του 1916 μέχρι τις 21 Φεβρουαρίου, συμμαχικά μεταγωγικά πλοία (δεκατέσσερα γαλλικά μεταγωγικά καράβια, δεκαπέντε ιταλικά και έξι καράβια του υγειονομικού σώματος), μετέφεραν τον σερβικό στρατό και τους πολίτες-πρόσφυγες από τις ακτές της Αλβανίας, στην Κέρκυρα, το νησί της σωτηρίας. Πρώτα επιβιβάστηκαν οι εξαντλημένοι και οι άρρωστοι. Στις αρχές του Φεβρουαρίου στην Αυλώνα επιβιβάζονταν 12.000 άτομα την ημέρα. Συνολικά, 151.828 Σέρβοι στρατιώτες και πολίτες μεταφέρθηκαν από το αλβανικό λιμάνι της Αυλώνας στην Κέρκυρα (Ασημακόπουλος, 2008). Να σημειώσουμε ότι ο πληθυσμός της Κέρκυρας ανερχόταν τότε στους 98.275 κατοίκους, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γάλλου αξιωματικού τροφοδοσίας στο νησί Decorse.
Στις 25 Ιανουαρίου του 1916 έφτασε στην Κέρκυρα με γαλλικό αντιτορπιλικό ο διάδοχος τη Σερβίας με το επιτελείο του. Η απόβαση έγινε στην αποβάθρα της Σπηλιάς, όπου παρατάχθηκε και απέδωσε τιμές σώμα του Σερβικού στρατού με τη σημαία του και τη σερβική μουσική, σώμα Γάλλων πεζών κυνηγών και εφίππων με τη γαλλική μουσική και μικρό σώμα Άγγλων, ένοπλων στρατιωτών. Ο Σέρβος διάδοχος χαιρέτισε τους παρευρισκόμενους στην αποβάθρα, τον πρωθυπουργό κ. Πάσιτς, τους Σέρβους υπουργούς, τον Ρώσο στρατηγό, τον Άγγλο ανώτερο αξιωματικό και τους Γάλλους αξιωματικούς. Στη συνέχεια, αφού επιθεώρησε τη σερβική και γαλλική παράταξη, μετέβη στο ξενοδοχείο «Bella Venezia», όπου θα έμενε προσωρινά (Εμπρός, 1916, αρ. 6924).
Οι στρατιώτες αποστέλλονταν στους προσωρινούς καταυλισμούς στα Γουβιά (Guvino) και στον Ύψο ( Babac, 2014).
Οι κακουχίες των στρατιωτών και των πολιτών, εντούτοις, δεν σταμάτησαν με την άφιξή τους στην Κέρκυρα.
Αν και το κόστος των υλικών του εξοπλισμού και της συντήρησης του σερβικού στρατού ανέλαβε η Γαλλία, στην Κέρκυρα δεν είχαν ληφθεί μέτρα για την περίθαλψη των Σέρβων στρατιωτών. Οι σύμμαχοι δεν είχαν αρκετό χρόνο για την περίθαλψη ενός τέτοιου μεγάλου αριθμού ανθρώπων. Δεν υπήρχε επάρκεια ειδών διατροφής, θέρμανσης, ρουχισμού και αντίσκηνων. Για οκτώ ημέρες μετά από την άφιξή τους, η κρύα βροχή δεν σταματούσε. Χωρίς σκηνές, οι ταλαίπωροι στρατιώτες άρχισαν να πεθαίνουν μαζικά.
Τα στρατεύματα που έρχονταν περνούσαν πρώτα από στρατόπεδο διερχομένων στο νησί Λαζαρέτο, προκειμένου να καθαριστούν από τις ψείρες. Γινόταν απολύμανση, περνούσαν από λουτρό με φορμαλίνη και ντύνονταν με καθαρά εσώρουχα. Στο νησί Λαζαρέτο συγκροτήθηκε νοσοκομείο για ασθενείς με μολυσματικές ασθένειες.
Η γαλλική αποστολή, υπό τον στρατηγό Μπωμόν, η οποία ήταν υπεύθυνη για την υποδοχή και εγκατάσταση του σερβικού στρατού στο νησί της Κέρκυρας, συγκρότησε νοσοκομεία σε όλα τα στρατόπεδα των μεραρχιών. Το νοσοκομείο σε κάθε στρατόπεδο μεραρχίας μπορούσε να περιθάλψει περίπου πεντακόσιους ασθενείς. Για τους Σέρβους αξιωματικούς συγκρότησε νοσοκομείο στο ανάκτορο «Αχίλλειον».
Μπροστά από το νησί Βίδος είχαν αγκυροβολήσει τα πλοία του υγειονομικού σώματος «Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης» και «Χρυσαλλίς», τα οποία διέθεταν 4.000 κρεβάτια.
Η αγγλική στρατιωτική αποστολή και ο ανθρωπιστικός σύλλογος «Σέρβιαν ριλίφ» συγκρότησαν νοσοκομείο στα Γουβιά για τους φυματικούς.
Το σερβικό υγειονομικό τμήμα του στρατού συγκρότησε στρατόπεδο διερχομένων στον Ποταμό, για τους τελείως εξαντλημένους και για τους αμάχους. Στην Ανάληψη έφτιαξε στρατόπεδο αναπήρων και στο Κοντόκαλι προσφυγικό καταυλισμό.
Οι βαρειά άρρωστοι και οι τραυματίες μεταφέρθηκαν από την Κέρκυρα και εγκαταστάθηκαν σε νοσοκομεία και σανατόρια στην Τυνησία, στην Κορσική και στη Γαλλία.
Στην Κέρκυρα μαζί με τον σερβικό στρατό αποβιβάστηκε και μεγάλος αριθμός παιδιών. Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι, ο νεότερος στρατιώτης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ο Σέρβος Μομτσίλο Γκάβριτς, ένα 8χρονο αγόρι, που, όταν οι Αυστριακοί εξολόθρευσαν την οικογένειά του, υιοθετήθηκε από μία σερβική πυροβολαρχία, στις τάξεις της οποίας εντάχθηκε.
Στην αρχή, τα παιδιά εγκαταστάθηκαν σε καταυλισμούς διερχομένων στον Ποταμό και στο Κοντόκαλι, ενώ τα βαριά άρρωστα παιδιά μεταφέρθηκαν στο βρετανικό παιδικό νοσοκομείο στην Κέρκυρα. Εξαιτίας της εξάντλησης και του υποσιτισμού, η θνησιμότητα στα παιδιά κατά τις πρώτες ημέρες ήταν μεγάλη. Μετά από ανάρρωση βραχείας διάρκειας, το μεγαλύτερο μέρος των παιδιών και των φοιτητών (πάνω από 4.000 άτομα), μεταφέρθηκαν με μεταγωγικά πλοία στην Κορσική και στη Γαλλία σε σαραντατρία σχολεία και πανεπιστήμια, για συνέχιση των σπουδών τους. Στην Ελλάδα και συγκεκριμένα, στον Βόλο ιδρύθηκε γυμνάσιο για τα προσφυγόπουλα από τη Σερβία, ενώ στη Θεσσαλονίκη και στην Κέρκυρα ιδρύθηκαν δημοτικά σχολεία και γυμνάσια. Συγκεκριμένα, στην Κέρκυρα ιδρύθηκε ένα δημοτικό με 290 μαθητές και ένα γυμνάσιο με 120 μαθητές.
Για τους νέους που κρίθηκαν ανίκανοι για τον στρατό συγκροτήθηκαν στην Κέρκυρα, ταχυδρομικό-τηλεγραφικό σχολείο και σχολή οδηγών οχημάτων.
Στο μεταξύ, στις 30 Ιανουαρίου του 1916 αποβιβάστηκαν στην Κέρκυρα τριάντα Ιταλοί Καραμπινιέροι για να χρησιμεύσουν ως στρατονομία των Σέρβων, σύμφωνα με την ιταλική κυβέρνηση. Όμως, η ελληνική κυβέρνηση διαμαρτυρήθηκε και εξέφρασε την αγανάκτηση του ελληνικού λαού και κυρίως των Κερκυραίων γι΄ αυτήν την αυθαίρετη καταπάτηση ελληνικού εδάφους, όταν μάλιστα δεν υπήρχε καμία ανάγκη για στρατονομία, γιατί ο αριθμός των Σέρβων χωροφυλάκων ήταν επαρκής (Εμπρός, 1916, αρ.6930).
Στις 21 Ιανουαρίου 1916, οι μονάδες νοσοκομείων στρατού από Morava, Pirot και Cacak ήταν οι πρώτες που εγκαταστάθηκαν στο νησί Βίδο. Σύντομα κατόπιν, μερικές χιλιάδες νέα αγόρια νεοσύλλεκτοι έφθασαν στο νησί. Οι περισσότεροι ήταν σοβαρά άρρωστοι και στα πρόθυρα του θανάτου. Ωστόσο, οι σύμμαχοι παρατήρησαν ότι ακόμα και στα νοσοκομεία οι Σέρβοι τραγουδούσαν πατριωτικά τραγούδια, με τα οποία έδειχναν τη νοσταλγία τους για την πατρίδα.
Χαρακτηριστικό είναι το τραγούδι «Εκεί μακριά», το οποίο γράφτηκε από άγνωστο Σέρβο στρατιώτη στο νησί Βίδο.Το τραγούδι από πολλούς θεωρείται ως εθνικός ύμνος και τραγουδιόταν από κάθε Σέρβο στρατιώτη όταν πήγαινε να πολεμήσει για την πατρίδα του. Οι στίχοι μιλούν για ένα συγκεκριμένο χωριό, όπου έκαψαν σπίτια και εκκλησίες, και για την υποχώρηση μέσω της Αλβανίας στην οποία χιλιάδες Σέρβοι έχασαν τη ζωή τους.
Επειδή δεν υπήρχαν άνδρες για την ταφή των νεκρών, τα πτώματα ρίχνονταν από τους βράχους στη βόρεια παραλία του νησιού, απ’ όπου τα παρελάμβανε η «Κορμπιγιάρ φλοτάν», δηλαδή η πλωτή νεκροφόρος, το ατμόπλοιο «Σώτειρα Θεοτόκος» και τα έριχνε στη θάλασσα, μεταξύ Λευκίμμης και Παξών, όπου υπήρχαν μεγάλα κοπάδια καρχαριών. Όταν βελτιώθηκαν οι συνθήκες, το Βίδο μετατράπηκε σε απέραντο νεκροταφείο (Γ.Α.Κ. Αρχείο Δαφνή).
Το ήπιο μεσογειακό κλίμα, η επαρκής ιατρική φροντίδα, η κατάλληλη παροχή τροφής από τους συμμάχους, οι νέες στολές και, προπάντων, οι θερμές και στενές σχέσεις με τους ντόπιους κατοίκους, βοήθησαν στην ανάρρωση του σερβικού στρατού (Ιωνάς, χ.χ.). Ωστόσο, στις 14 Φεβρουαρίου του 1916 η αθηναϊκή εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» έγραφε ότι σημειώνονταν αθρόοι θάνατοι Σέρβων στρατιωτών και Σέρβων προσφύγων, οι οποίοι οφείλονταν στην εξάντληση και σε μολυσματικές νόσους (Εμπρός, 1916, αρ. 6943) και στις 24 Φεβρουαρίου ανέφερε ότι εντοπίστηκε ανάμεσα στους Σέρβους πρόσφυγες κρούσμα παράτυφου χολεροειδούς μορφής (Εμπρός, 1916, αρ. 6952).Τρεις μέρες αργότερα, στις 27 Φεβρουαρίου, η εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» πάλι, ανέφερε ότι τα κρούσματα στην Κέρκυρα αυξήθηκαν και ότι το Ιατροσυνέδριο, το οποίο συνεδρίασε στο υπουργείο Εσωτερικών εκτάκτως, αποφάσισε την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων για τον περιορισμό της μεταδοτικής νόσου. Συγκεκριμένα, αποφάσισε προληπτικό εμβολιασμό όλων των κατοίκων της Κέρκυρας, υποχρεωτική ιατρική επίσκεψη αυτών που επρόκειτο να φύγουν από Κέρκυρα και απαγόρευση αναχώρησης σε όσους είχαν εμφανίσει ύποπτα εντερικά φαινόμενα (Εμπρός, 1916, αρ. 6955). Όμως, αυτά τα προληπτικά μέτρα αποδείχτηκαν ανεπαρκή και στις 3 Μαρτίου, η εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ», δημοσίευε στην πρώτη σελίδα άρθρο με τίτλο: «Η χολέρα της Κέρκυρας, απειλούσα όλην την Ελλάδα». Σ’ αυτό το άρθρο πρότεινε να επιβληθούν αυστηρές καθάρσεις σε όσους ταξίδευαν από την Κέρκυρα και να σταλούν στο νησί εμβόλια και απολυμαντικοί κλίβανοι. Μάλιστα, τόνιζε ότι ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η Γαλλία, ενώ είχε υποσχεθεί την αποστολή 10.000 εμβολίων έστειλε μόνο 3.000, το κράτος όφειλε να στείλει εμβόλια στην Κέρκυρα. Επίσης, ο συνάκτης του άρθρου ξεκαθάριζε ότι η χολέρα μεταφέρθηκε στην Κέρκυρα από τους Σέρβους και ότι ο ισχυρισμός πως η επιδημία προήλθε από την κακή ποιότητα του νερού ήταν αβάσιμος. Σε άλλο φύλλο της, η εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» επανερχόμενη στο θέμα, ανέφερε ότι ο δήμαρχος της Κέρκυρας, κ. Μαστρογιάννης, με δικά του έξοδα έφτιαξε απομονωτήριο για όσους είχαν προσβληθεί από τη χολέρα. Το απομονωτήριο διηύθυνε ο ιατρός και πρώην διευθυντής του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός», Χρήστου. Χαρακτηριστικό δείγμα της σοβαρότητας της επιδημίας ήταν το γεγονός ότι σημειώθηκαν μέσα σε μία μέρα έξι νέα κρούσματα χολέρας και γαστρεντερίτιδας και δεκαεπτά θάνατοι. Κρούσματα χολέρας σημειώθηκαν στους κατοίκους της Κέρκυρας, στους Γάλλους και Σέρβους στρατιώτες, αλλά και στον ελληνικό στρατό της φρουράς της Κέρκυρας. Από τη χολέρα προσβλήθηκε και ο απολυμαντής (Εμπρός, 1916, αρ. 6958,6960,6963,6966).
Οι Σέρβοι στρατιώτες, αφού ανάρρωσαν άρχισαν να ασχολούνται με το περιβάλλον γύρω τους και να παρατηρούν την πόλη, τη φύση και τον πληθυσμό της Κέρκυρας. Μεγάλη εντύπωση τους έκανε η θάλασσα γιατί οι περισσότεροι την έβλεπαν για πρώτη φορά στη ζωή τους. Επίσης, για πρώτη φορά στη ζωή τους οι Σέρβοι στρατιώτες είδαν γλάρους, ελιές και πορτοκάλια. Τα ημερολόγια των Σέρβων αναφέρονταν πολύ στη φύση της Κέρκυρας. Το νησιωτικό περιβάλλον τράβηξε την προσοχή τους, αφού μέχρι τότε θεωρούσαν ως τη μεγαλύτερη ποσότητα νερού το ποτάμι δίπλα στα σπίτια τους. Η θάλασσα ήταν γι’ αυτούς ένα μικρό θαύμα και η αλμύρα της αξιοπερίεργη (Tomasevic, 2005-2014).
Στις περιγραφές τους οι Σέρβοι εξέφραζαν τον θαυμασμό τους για την Κέρκυρα, αναφέρονταν όμως και στα πυκνά κτίρια και τους στενούς δρόμους που δεν ομόρφαιναν την πόλη. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι οι περισσότεροι Σέρβοι ήταν αγρότες ή γιοι αγροτών και αρκετοί από αυτούς ήταν βουνίσιοι και επομένως δεν τους άρεσε η στενότητα χώρου και η αστική ρυμοτομία της Κέρκυρας (Tomasevic, 2005-2014).
Οι Σέρβοι, ως αγρότες απολάμβαναν την υπερκατανάλωση φαγητού. Συνήθιζαν να σφάζουν και να τρώνε καθημερινά αρνιά, έθιμο άγνωστο για τους Κερκυραίους, οι οποίοι έτρωγαν αρνί μόνο το Πάσχα. Η μεγάλη κατανάλωση τροφίμων και ο τρόπος μαγειρέματος έκανε μεγάλη εντύπωση στους Κερκυραίους οι οποίοι αναρωτιόντουσαν, αν έτρωγαν έτσι ως πρόσφυγες, πώς έτρωγαν τότε όταν ζούσαν στην πατρίδα τους
Το διάστημα 8-10 Φεβρουαρίου 1916 πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι διάσκεψη εκπροσώπων της Αγγλίας και Γαλλίας με θέμα τον επισιτισμό και τον εφοδιασμό του σερβικού στρατού, καθώς και τον επαναξοπλισμό του στην Κέρκυρα. Αποφασίστηκε όλες οι δαπάνες να καλυφθούν από τη σερβική κυβέρνηση, σύμφωνα με τη συμφωνία η οποία θα καθοριζόταν από κοινού με τις κυβερνήσεις.
Στη διάσκεψη των συμμαχικών χωρών στο Παρίσι, στις 21-23 Φεβρουαρίου, αποφασίστηκε να επανεξοπλιστεί ο σερβικός στρατός με γαλλικό οπλισμό. Συγκεκριμένα, θα εξοπλιζόταν με: α) 100.000 όπλα επαναληπτικά συστήματος λέβελ, β) 20.000 όπλα μονόσφαιρα για επιμελητεία, γ) 900 καραμπίνες για το ιππικό μεραρχίας, δ) 100.000 αντιασφυκτικές μάσκες, ε) 100.000 αμυντικές χειροβομβίδες, στ) 100.000 κράνη συστήματος «Αδριάν», ζ) 5.000 περίστροφα συστήματος όρδονανς, η) 2.000 σπαθιά, θ) 700 σάλπιγκες και ι) 2 μυδιαλιοβόλα για το κάθε τάγμα συστήματος Ηοχκις.
Το σημαντικότερο πρόβλημα το οποίο έπρεπε να λυθεί ήταν το πρόβλημα του εφοδιασμού του στρατού, γιατί στην Κέρκυρα δεν υπάρχαν αρκετά ζώα, ούτε καυσόξυλα. Τα καυσόξυλα μεταφέρονταν από τη Γαλλία, την Ιταλία και την Αλβανία, ενώ κατεψυγμένα κρέατα προμηθεύονταν από τη Μαγαδασκάρη και τη Γαλλία και ζώα προς σφαγή από το Σουδάν. Η ημερήσια κατανάλωση καυσοξύλων για τους φούρνους και τις κουζίνες ανερχόταν στα 175 κυβικά μέτρα. Η ημερήσια κατανάλωση σε κρέας ανερχόταν στους 80 τόνους. Ωστόσο, πολλά γαλλικά πλοία που μετέφεραν υλικά και εφόδια για τον σερβικό στρατό τορπιλίστηκαν και βυθίστηκαν από εχθρικά αυστροουγγρικά και γερμανικά υποβρύχια.
Ο Φεβρουάριος του 1916 βρήκε τη Σερβία να κυριαρχείται από Αυστριακούς και Βούλγαρους. Η κυβέρνηση Πάσιτς, μαζί με πολλούς βουλευτές και το Επιτελείο του Στρατού, πήραν την απόφαση να εγκατασταθούν στη Κέρκυρα μέχρι και τη λήξη του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, τον Ιανουάριο του 1918 (Τζώρα, 2011).
Ανεπίσημα, η Κέρκυρα για δύο χρόνια έγινε η πρωτεύουσα της Σερβίας. Έτσι, τον Οκτώβριο του 1916 ο πρέσβης της Γαλλίας στη Σερβική Αυλή, Α. Βομμ, ιστορικός συγγραφέας, με ειδικότητα στον Ναπολέοντα, επισκέφτηκε την Κέρκυρα, σύμφωνα με τη σχετική επιστολή του Ανδρέα Ανδρεάδη στον Σπυρίδωνα Θεοτόκη (Γ.Α.Κ. Αρχείο Θεοτόκη. φ.1).
Το συνταγματικό καθεστώς της Σερβίας συνέχισε να λειτουργεί. Γι’ αυτό εκμισθώθηκε από τη σερβική κυβέρνηση το κτίριο του Δημοτικού Θεάτρου και φιλοξένησε για τρία χρόνια, τη Σερβική Βουλή (skupstina) . Η τακτική σύνοδος της σερβικής Βουλής άρχισε στις 10 Σεπτεμβρίου του 1916 (Σερβικό Μουσείο Κέρκυρας). Ωστόσο, η αθηναϊκή εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ», στο φύλλο της 1ης Σεπτεμβρίου, ανέφερε ότι η σερβική βουλή στην Κέρκυρα, είχε μυστική συνεδρίαση στις 31 Αυγούστου του 1916 (Εμπρός, 1916, αρ. 7141). Στη σερβική Βουλή οι αντιπαλότητες και οι προστριβές ήταν έντονες γεγονός που προβλημάτιζε την κυβέρνηση. Τότε εμφανίστηκε και ο σοσιαλιστής Ηλίας Γιοβάνοβιτς (Στίνης, 1987), ο οποίος είχε λιποτακτήσει από τον στρατό και με τις τολμηρές ιδέες του παράσερνε και τους νέους του νησιού, προς μεγάλη δυσαρέσκεια των Κερκυραίων (Ασημακόπουλος, 2008).
Την 1η Νοεμβρίου του 1917, εμφανίστηκε στη σερβική Βουλή, ο τότε Πρωθυπουργός της Ελλάδας Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος είχε σχηματίσει την τρίτη, υπό την προεδρία του κυβέρνηση, στις 13 Ιουνίου 1917 και είχε κηρύξει τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις, στις 15 Ιουνίου του 1917. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη σερβική Βουλή, στην Κέρκυρα καταχειροκροτήθηκε, όταν δήλωσε ότι θα βοηθήσει τη Σερβία με όλα τα μέσα που διαθέτει.
Πέρα από τις τακτικές συνεδριάσεις της Βουλής, μέλημα της σερβικής Κυβέρνησης ήταν και η ίδρυση του εθνικού κρατικού τυπογραφείου στο λιμάνι της Κέρκυρας. Με τη βοήθεια ενός Κερκυραίου τυπογράφου στήθηκε ο απαιτούμενος εξοπλισμός και αμέσως εκδόθηκαν τα σερβικά χαρτονομίσματα εκείνης της εποχής.
Από τις 20 Απριλίου 1916 μέχρι και τις 13 Νοεμβρίου 1918 εκδιδόταν και κυκλοφορούσε στην Κέρκυρα το επίσημο δημοσιογραφικό όργανο της σερβικής κυβέρνησης «Srpske Novine» (Σερβικά Νέα). Η «Srpske Novine» εξέφραζε τις πολιτικές θέσεις των επίσημων παραγόντων της Σερβίας και υπεραμυνόταν της ιδέας για την ένωση των νοτιοσλαβικών λαών. Η συγκεκριμένη εφημερίδα αποτελούσε μία από τις πιο αξιόλογες πηγές πληροφόρησης όλων των υπόλοιπων σερβικών εφημερίδων οι οποίες κυκλοφορούσαν στην Ευρώπη. Εκτός των άλλων, στην «Srpske Novine» δημοσιεύονταν επιστολές αξιωματικών και στρατιωτών, οι οποίοι ζητούσαν πληροφορίες για αγνοούμενους συγγενείς. Η «Srpske Novine» κυκλοφορούσε κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο σε 10.000 αντίτυπα, τα οποία αποστέλλονταν σε όλο τον κόσμο. Επίσης, δημιουργήθηκε το λογοτεχνικό περιοδικό ‘Zabavnik’ ως ένθετο της εφημερίδας «Σερβικά Νέα». Κυκλοφόρησε για έναν ολόκληρο χρόνο, 1917 -1918, ήταν ιδιαίτερα ποιοτικό και σε αυτό δημοσίευαν πεζογραφία κριτικές και δραματικά έργα σημαντικές προσωπικότητες της σερβικής λογοτεχνίας.
Παράλληλα, εκείνη τη σημαντική στιγμή για την ιστορία του σερβικού έθνους, είδαν το φως της δημοσιότητας πολιτικές, επιστημονικές και λογοτεχνικές εκδόσεις, με στόχο την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης. Μεγάλος αριθμός αυτών των εκδόσεων διασώζονται ακόμη στο Βελιγράδι και στο Μουσείο Σερβικών Ενθυμημάτων στην Κέρκυρα.
Η κυβέρνηση της Σερβίας, από την Κέρκυρα, έθεσε ενώπιον των συμμάχων και πολλά σημαντικά θέματα, όπως ήταν η εγγύηση της κρατικής κυριαρχίας και ακεραιότητας. Επίσης, επέμενε να συμπεριληφθούν σε ένα ενιαίο κράτος όλες οι χώρες και οι περιοχές στις οποίες ο σερβικός λαός είχε εθνικά και ιστορικά δικαιώματα. Στόχος ήταν η γενική και ολοκληρωμένη λύση του προβλήματος των νοτίων Σλάβων. Τα προβλήματα αυτά απετέλεσαν αντικείμενο συζήτησης στις συναντήσεις του αντιβασιλέα Αλέξανδρου Καραγεώργεβιτς και του προέδρου της σερβικής κυβέρνησης Νικόλαου Πάσιτς, από τις αρχές του 1916, στο Παρίσι, στη Ρώμη, στο Λονδίνο και στην Πετρούπολη.
Η ελληνική ορθόδοξη εκκλησία παραχώρησε στους Σέρβους για εκκλησιαστική χρήση τις εκκλησίες του Αγίου Αρχαγγέλου Μιχαήλ, της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Νικολάου των Γερόντων (Ιωνάς, χ.χ.). Την περίοδο των μεγάλων θρησκευτικών εορτών στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος και στην εκκλησία του μοναστηριού της Αγίας Αικατερίνης χοροστατούσαν μαζί κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας ο αρχιεπίσκοπος Βελιγραδίου και μητροπολίτης πάσης Σερβίας, κύριος Δημήτριος και ο αρχιεπίσκοπος Κέρκυρας κύριος Σεβαστιανός.
Στις κηδείες και στα μνημόσυνα, σχεδόν πάντα, έψαλλαν μαζί οι Σέρβοι και Έλληνες ιερείς, μεταξύ των οποίων ξεχώριζε ιδιαίτερα ο Κώστας Μαμούλης, ο οποίος μιλούσε και τη σερβική γλώσσα. Εξάλλου, συγκροτήθηκαν και δύο χορωδίες από Σέρβους αξιωματικούς και νεαρούς σπουδαστές της Ιερατικής Σχολής.
Επίσης, σε όλα τα στρατιωτικά στρατόπεδα και τους καταυλισμούς, οι Σέρβοι στρατιώτες διαμόρφωσαν εκκλησίες εκστρατείας. Στις Μπενίτσες, η μεραρχία του Μοράβα, έκτισε εκκλησία από στερεά υλικά.
Η πολιτιστική ζωή Σέρβων στην Κέρκυρα ήταν πολύ ζωηρή, με θεατρικές παραστάσεις, μουσικές συναυλίες κ.λπ. Οργανώθηκαν αθλητικές ενώσεις και παίχτηκαν διάφοροι αγώνες ποδοσφαίρου με τις τοπικές ομάδες. Επίσης, το νησί είχε πολλά σέρβικα εστιατόρια και καταστήματα.
Στις 12 Φεβρουαρίου του 1916 ο πρωθυπουργός της Σερβίας Πάσιτς παρουσιάστηκε
«ενώπιον της Α.Μ. του Βασιλέως», για να τον ευχαριστήσει για τη φιλοξενία που παρείχε το ελληνικό κράτος στη σερβική κυβέρνηση και στον σερβικό στρατό (Εμπρός, 1916, αρ. 6941). Επίσης, τον Αύγουστο του 1916, ο πρωθυπουργός Πάσιτς στο ταξίδι του, από την Κέρκυρα στη Θεσσαλονίκη, πέρασε από τη Αθήνα, όπου και πάλι παρουσιάστηκε στην Α.Μ. τον Βασιλέα (Εμπρός, 1916, αρ. 7110,7111,7112).
Εξάλλου, τον Ιούνιο του 1916, ο διάδοχος της Σερβίας Αλέξανδρος απένειμε στον διευθυντή της αστυνομικής διεύθυνσης Κέρκυρας, ταγματάρχη Ιωάννη Λυκάκη, τον ταξιάρχη του βασιλικού τάγματος των ιπποτών της Σερβίας Αγίου Σάββα και στον μοίραρχο Βασίλειο Σαράτσογλου τον χρυσό σταυρό του ίδιου τάγματος, για τις υπηρεσίες που παρείχαν στον σερβικό στρατό κατά τη διάρκεια της διαμονής του στην Κέρκυρα. Επιπλέον, ο διάδοχος της Σερβίας απένειμε παράσημα και σε οπλίτες της αστυνομίας της Κέρκυρας (Παράρτημα 1). Οι πολύ καλές σχέσεις ανάμεσα στους Σέρβους και τους Έλληνες και ειδικά τους Κερκυραίους, αποδεικνύονται και από τις ευχές της Ελλάδας προς τον βασιλιά της Σερβίας Πέτρο, με την ευκαιρία της ονομαστικής του εορτής στις 29 Ιουνίου 1916 (Παράρτημα 2) και από την πράξη του Σέρβου υπολοχαγού Δημήτριου Βούιτς να παραδώσει στην αστυνομία κοσμήματα, τα οποία βρήκε στα λουτρά του Κάβο-Σίδερο (Αναγέννησις, 1916, αρ.174).
Αντίθετα, οι Σέρβοι φαίνεται ότι ήταν πολύ δυσαρεστημένοι με τους Γάλλους. Συγκεκριμένα, ο έκτακτος απεσταλμένος της εφημερίδας «ΕΜΠΡΟΣ», στην Κέρκυρα έγραφε στις 6 Μαρτίου του 1916 ότι οι Σέρβοι στρατιώτες, ρακένδυτοι έκαναν βαριές αχθοφορικές εργασίες, μεταφέροντας σάκους και βαριά κιβώτια, υπό την επίβλεψη των Γάλλων. Γι’ αυτό οι Σέρβοι αξιωματικοί και στρατιώτες ένιωθαν σαν να ήταν αιχμάλωτοι. Τόση μάλιστα ήταν η δυσαρέσκειά τους, ώστε σημειώθηκε και συμπλοκή με χρήση όπλων. Επίσης, κυκλοφορούσαν διάφορες φήμες, όπως για παράδειγμα, ότι οι Γάλλοι χρησιμοποιούσαν γι’ αυτούς τα νωπά κρέατα και στους Σέρβους έδιναν ταριχευμένα από τη Μασσαλία. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν να μην υπάρχει καμία επικοινωνία ανάμεσα στους Γάλλους και Σέρβους αξιωματικούς (Εμπρός, 1916, αρ.6965).
Στις 15 Μαρτίου 1916 ο Σερβικός στρατός είχε ολοκληρώσει την αναδιοργάνωσή του δημιουργώντας τις μεραρχίες “ΔΡΙΝΑ”, “ΣΟΥΜΑΔΙΑ”, “ΤΙΜΟΚ”, “ΒΑΡΔΑΡ”, “ΔΟΥΝΑΒΗΣ” και “ΜΟΡΑΒΑ” (Ασημακόπουλος, 2008). Η αναδιοργάνωση πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με το γαλλικό υπόδειγμα. Ο αριθμός των μεραρχιών περιορίστηκε στις έξι από τις δώδεκα.
Πυροβολικό, κτήνη, οπλισμός και ιματισμός είχαν χορηγηθεί από τους Γάλλους. Η εξάσκηση στον χειρισμό των καινούριων όπλων άρχισε σε όλες τις μονάδες στις 19 Μαρτίου του 1916. Οι εκπαιδευτές ήταν Γάλλοι αξιωματικοί του έκτου συντάγματος των Άλπειων καταδρομέων. Για τις μονάδες του πρώτου σώματος στρατού κατασκευάστηκε σκοπευτήριο στη χερσόνησο της Φουσταπιδίμης, στον Ύψο, ενώ για τις μονάδες του δεύτερου και τρίτου σώματος στρατού κατασκευάστηκε σκοπευτήριο αριστερά από τα Βραγανιώτικα στον κόλπο Κοριτσά. Οι ασκήσεις με τα πυροβόλα όπλα άρχισαν στις 27 Μαρτίου και με τα μυδραλιοβόλα στις 30 Μαρτίου. Τα αποτελέσματα στη σκοποβολή δεν ήταν ικανοποιητικά, γιατί οι Σέρβοι στρατιώτες είχαν συνηθίσει με τα σερβικά επαναληπτικά όπλα συστήματος μάουζερ, τα οποία υπερτερούσαν των γαλλικών, ιδιαίτερα ως προς τη βλητικότητά τους.
Στις 6 Απριλίου 1916 οι πρεσβευτές Μ. Βρετανίας και Γαλλίας ανακοίνωσαν στον Έλληνα πρωθυπουργό ότι: “αναπαυθέντων επαρκώς και αναρρωσάντων των εν Κερκύρα Σερβικών στρατευμάτων, προτίθενται να μεταφέρωσιν ταύτα, συγκείμενα εξ 100.000 χιλιάδων ανδρών, εις Θεσσαλονίκην, ατμοπλοϊκώς μεν από Κερκύρας μέχρι Πατρών, εκείθεν δε σιδηροδρομικώς εις Θεσσαλονίκην μέσω Αθηνών και Λαρίσης”.
Στην ίδια ανακοίνωση αναφερόταν: «Αι κυβερνήσεις Μ. Βρετανίας και Γαλλίας, ουδόλως αμφιβάλλουσιν ότι η Ελλάς και εκ λόγω φιλανθρωπικών ακόμη θέλει δεχθή μετά προθυμίας την μεταφοράν ταύτην».
Η Ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε, γιατί η μετακίνηση τόσων δυνάμεων με τις περιορισμένες μεταφορικές ικανότητες των τότε σιδηροδρομικών συρμών, θα παρέλυε για ένα μήνα τουλάχιστον τις βασικές χερσαίες συγκοινωνίες σε βάρος της οικονομίας και γενικά της ζωής της χώρας. Πρόσθετε δε, ότι μία τέτοια παραχώρηση ήταν και παραβίαση της ουδετερότητας της χώρας.
Οι συμμαχικές κυβερνήσεις δυσαρεστήθηκαν και η Γαλλία αρνήθηκε τη χορήγηση δανείου 150 εκατομμυρίων φράγκων που είχε ζητήσει η Ελλάδα. Τότε η Ελληνική κυβέρνηση αναγκάστηκε να συνομολογήσει δάνειο με τη Γερμανία επιδεινώνοντας ακόμα περισσότερο τις σχέσεις της με τις Συμμαχικές Κυβερνήσεις.
Η μεταφορά του Σερβικού στρατού στη Θεσσαλονίκη έγινε τελικά δια θαλάσσης, χωρίς δυσάρεστα επεισόδια, δεδομένης της Συμμαχικής κυριαρχίας στη Μεσόγειο (Ζούμπος, 1998).
Η μεταφορά άρχισε στις 13 Απριλίου και τελείωσε στις 30 Μαΐου 1916. Η επιβίβαση των μονάδων του πρώτου σώματος στρατού και της μεραρχίας ιππικού έγινε στα Γουβιά, ενώ η επιβίβαση των μονάδων του δεύτερου και τρίτου σώματος έγινε στα Μωραΐτικα. Ο συμμαχικός στόλος διέθεσε γι’ αυτήν την επιχείρηση 45 μεταγωγικά πλοία και 5 βοηθητικά καταδρομικά.
Στις 23 Ιουλίου του 1916 η κερκυραϊκή εφημερίδα «Αναγέννησις», έγραφε ότι ο σερβικός στρατός μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη και από κει θα βάδιζε νικηφόρα προς την πατρίδα του (Παράρτημα 3).
Μετά την παραλαβή του πυροβόλου οπλισμού και τη συμπληρωματική εκπαίδευση, ο σερβικός στρατός κατέλαβε θέσεις στον τομέα του μετώπου της Θεσσαλονίκης, από τον Αξιό ποταμό μέχρι τη λίμνη της Αχρίδας στα σερβοελληνικά σύνορα, τον Ιούλιο του 1916.
Στην Κέρκυρα έμειναν οι περιφερειακές διοικήσεις, τα επαγγελματικά τάγματα, το υπουργείο Στρατιωτικών, 800 αξιωματικοί και τα νοσοκομεία με 8.000 περίπου ασθενείς.
Το δράμα του σερβικού λαού ευαισθητοποίησε τη Γιουγκοσλαβική Επιτροπή του Λονδίνου και ο πρόεδρος του νοτιοσλαβικού κόμματος Άντε Τρούμπιτς συναντήθηκε στο Παρίσι με τον πρίγκιπα Αλέξανδρο. Λίγες μέρες αργότερα, στις 20 Ιουλίου του 1917, η εξόριστη Κυβέρνηση της Σερβίας και η Γιουγκοσλαβική Επιτροπή υπέγραψαν και δημοσίευσαν τη «Διακήρυξη της Κέρκυρας», σύμφωνα με την οποία, Σέρβοι, Σλοβένοι και Κροάτες εκφράζουν τη θέληση να ενωθούν σ’ ένα ενιαίο εθνικό κράτος, σύμφωνα με τις αρχές της δημοκρατικής και κοινοβουλευτικής μοναρχίας, υπό τη δυναστεία των Καραγεώργεβιτς, στην οποία όλοι οι λαοί θα ήταν ισότιμοι.
Στη διακήρυξη τονίζεται η αρχή της εθνικής ισοτιμίας ανάμεσα στους Σέρβους, Κροάτες και Σλοβένους, καθώς και η αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών. Η διακήρυξη της Κέρκυρας είχε τεράστια διεθνή απήχηση (Παράρτημα 4).
Στην Κέρκυρα γράφτηκε μία σημαντική σελίδα της πολιτικής ιστορίας της Σερβίας.
Το μαυσωλείο (kosturnica) στο νησί Βίδο είναι εργασία του αρχιτέκτονα Nikola Knjazev και κατασκευάστηκε από τη σερβική κυβέρνηση το 1936, σε χαμηλό μέρος της βόρειας ακτής του νησιού (Γ.Α.Κ. Αρχείο Δαφνή). Μέσα στους μαρμάρινους τοίχους του μαυσωλείου, υπάρχουν 1.232 κιβώτια (κάσες), οι οποίες περιέχουν τα οστά 12.000 στρατιωτών, οι οποίοι είχαν θαφτεί προηγουμένως σε 27 νεκροταφεία της Κέρκυρας, τα ονόματα των οποίων ήταν γνωστά. Τα κόκκαλα εκείνων των στρατιωτών που παρέμειναν άγνωστοι θάφτηκαν κάτω από δύο ξεχωριστές πέτρινες πλάκες, έξω από το μαυσωλείο. Επίσης, στα Γουβιά, σημείο αποβίβασης του σερβικού στρατού το 1916, τοποθετήθηκε αναμνηστική πλάκα.
Η κάθοδος των Σέρβων, άφησε στην Κέρκυρα πολλούς Σέρβους, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο νησί μόνιμα, παντρεύτηκαν Κερκυραίες και απόκτησαν αργότερα την Ελληνική υπηκοότητα. Ενδεικτικά, και οι τρεις θυγατέρες του Φωτίου Γαζή, ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου “Μπέλλα Βενέτσια”, παντρεύτηκαν με Σέρβους. Η Αυγούστα με τον Μίλαν Στογιαντίνοβιτς, μετέπειτα πρόεδρο της γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης, μέχρι την εμφάνιση του Τίτο. Η Τζοβάνα με τον λοχαγό του ιππικού Μιλίβογιε Τζίλακ- Άντιτς και η Σαπφώ με τον καθηγητή δόκτορα Λιουμπμήρ Καζημίροβιτς.
Μέχρι και σήμερα υπάρχουν στην Κέρκυρα απόγονοι των Σέρβων, γνωστοί με τα επώνυμα, Πέτροβιτς, Τόμιτς, Δημήτροβιτς κ.λπ.
(Αναδημοσίευση από το περιοδικό ΚΥΜΟΘΟΗ, τ. 26-27, 2016-2017)
[1]Ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος επρόκειτο να γίνει αυτοκράτορας της Αυστροουγγαρίας. Η δολοφονία του ήταν αποτέλεσμα συνομωσίας, η οποία οργανώθηκε στο Βελιγράδι. Οι συνομώτες ήταν μέλη μίας μυστικής οργάνωσης, γνωστή με το όνομα «Μαύρη χείρα».
[2] Ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε υποσχεθεί την άμεση βοήθεια της Ελλάδας σε περίπτωση βουλγαρικής επίθεσης, σύμφωνα με τη συνθήκη ελληνοσερβικής συμμαχίας του 1913 και είχε δεχτεί την αποβίβαση των στρατευμάτων της Entente στη Θεσσαλονίκη. Οι δυνάμεις της Entente, μετά και την επίθεση της Βουλγαρίας κατά της Σερβίας, αφενός μετέτρεψαν τη Θεσσαλονίκη σε στρατιωτική βάση, αφετέρου κατέλαβαν πολλές οχυρές θέσεις.
[3]Ο Ραντομίρ Φίλντ Μάρσαλ Πούτνικ (Radomir Field Marshal Putnik) γεννήθηκε το 1847 και ήταν αρχηγός του Γενικού Επιτελείου του Σερβικού Στρατού και ουσιαστικός αρχιστράτηγος κατά τους βαλκανικούς πολέμους 1912-1913. Η στρατηγική του ιδιοφυία συνέτριψε το 1914 την επίθεση του Ποτιόρικ και η ομάδα του στρατού του απώθησε τους Αυστροούγγρους μακριά από τα σερβικά σύνορα. Σε ηλικία 68 ετών, το 1915, διηύθυνε τις επιχειρήσεις. Πέθανε το 1917 στη Γαλλία, καταβεβλημένος από τις κακουχίες του πολέμου και πριν να δει την απελευθέρωση της πατρίδας του (Σκόντρας, 1969).
[4]Ο Πέτρος Καραγεώργεβιτς ανήκε στον οίκο των Καραγεώργεβιτς. Γεννήθηκε το 1844. Πατέρας του υπήρξε ο πρίγκιπας Αλέξανδρος Καραγεώργεβιτς. Το 1903 δολοφονήθηκε ο τότε βασιλιάς της Σερβίας, Αλέξανδρος Ομπρένοβιτς και η εθνοσυνέλευση των Σέρβων κάλεσε τον Πέτρο που βρισκόταν στη Γενεύη και τον ανακήρυξε βασιλιά της Σερβίας. Ο Πέτρος Καραγεώργεβιτς υπήρξε δυναμικός ηγέτης της Σερβίας. Αρχικά πέτυχε πολλές διπλωματικές προσεγγίσεις και συμφωνίες κατά της Τουρκίας. Εισήγαγε πολλές εκσυγχρονιστικές μεταρρυθμίσεις στη χώρα του και έθεσε τις βάσεις για πρόγραμμα εξοπλισμού και παραγωγής όπλων. Θεωρείται από τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν στον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο. Το 1914 εξαιτίας προβλημάτων υγείας που αντιμετώπισε μεταβίβασε τα καθήκοντά του στον διάδοχο, Αλέξανδρο Καραγεώργεβιτς, ο οποίος ανακηρύχθηκε Αντιβασιλέας. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο ο Πέτρος, παρόλο που είχε αποσυρθεί στα Τόπολα, έλαβε τον τίτλο «Βασιλεύς των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων». Πέθανε το 1921. (Ιστορική Συλλογή Βαλκανικών Πολέμων).
[5] Ο Σέρβος πολιτικός Νίκολα Πάσιτς (1846-1926), σπούδασε μηχανικός στο Βελιγράδι. Στη συνέχεια πήγε στην Ελβετία για περαιτέρω σπουδές, όπου γνώρισε τον αναρχικό Μπακούνιν, αλλά και διάφορους άλλους Σέρβους και Ρώσους επαναστάτες. Το 1878 εκλέχτηκε βουλευτής και το 1881 ίδρυσε το ριζοσπαστικό κόμμα. Ως ρωσόφιλος ήλθε σε αντιπαράθεση με τη δυναστεία των Οβρένοβιτς, εκδιώχθηκε και δραπέτευσε στη Βουλγαρία. Μετά την παραίτηση του Μιλάνου Οβρένοβιτς επέστρεψε και εκλέχτηκε δήμαρχος Βελιγραδίου. Λίγο αργότερα εκλέχτηκε βουλευτής και έγινε πρωθυπουργός και υπουργός των Εξωτερικών. Ως πρωθυπουργός συνέσφιξε τις σχέσεις με τη Ρωσία. Το 1894 ο Πάσιτς παραιτήθηκε από πρωθυπουργός, επειδή επέστρεψε στο Βελιγράδι ο Μιλάνο Οβρένοβιτς. Το 1899, ο Πάσιτς συνελήφθη και καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση, εξαιτίας της απόπειρας δολοφονίας του Μιλάνου. Ωστόσο, ύστερα από παρέμβαση της Ρωσίας, δόθηκε αμνηστεία στον Πάσιτς και έφυγε στο εξωτερικό. Το 1903 καταλύθηκε η δυναστεία των Οβρένοβιτς και ανέβηκε στον θρόνο η δυναστεία των Καραγεώργεβιτς. Έτσι, ο Πάσιτς επανήλθε στη Σερβία και το 1904 έγινε υπουργός των Εξωτερικών και το 1906 πρωθυπουργός. Από τότε και μέχρι το 1912, ανέλαβε πολλές φορές την πρωθυπουργία, αφού πρώτα συνέβαλε στον σχηματισμό της βαλκανικής συμμαχίας εναντίον της Τουρκίας. Διεξήγαγε τον πόλεμο κατά της Τουρκίας και στη συνέχεια κατά της Βουλγαρίας σε συμμαχία με την Ελλάδα. Στις διασκέψεις ειρήνης του Λονδίνου και του Βουκουρεστίου εκπροσώπησε τη χώρα του. Κατά τη έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου το 1914, ο Πάσιτς διηύθυνε την πολιτική της πατρίδας του. Παραιτήθηκε από την πολιτική το 1926, για λόγους υγείας και λίγους μήνες μετά πέθανε (Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
1.
ΕΦΗΜΕΡΙΣ «ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΣ», αρ. 171/25-6-1916
ΣΕΡΒΙΚΑΙ ΠΑΡΑΣΗΜΟΦΟΡΙΑΙ
Η Α.Μ. Υψηλότης ο Βασιλεύων Διάδοχος της Σερβίας Αλέξανδρος απένειμεν εις τον Ταγματάρχην κ. Ιωάννην Λυκάκην, Διευθυντήν της Αστυνομικής Διευθύνσεως Κερκύρας τον ταξιάρχην του Βασιλικού Τάγματος των ιπποτών της Σερβίας Αγίου Σάββα, τον χρυσούν δε σταυρόν του αυτού Τάγματος εις τον Μοίραρχον κ. Βασίλειον Σαράτσογλουν δια τας παρασχεθείσας υπηρεσίας των εις τα Σερβικά Στρατεύματα κατά την εν Κερκύρα διαμονή των.
Χαίρομεν πολύ, ότι Έλληνες αξιωματικοί εγένοντο αφορμή να προσελκύσωσι δια τας υπηρεσίας αυτών, την εκτίμησιν του Υψηλού Ηγεμονιδίου, όστις μετά του Στρατού του εζήτησεν εις το ελληνικόν έδαφος την ανάπαυσιν μετά τοσούτους κόπους και μετά τοσαύτας ταλαιπωρίας, ας υπέστη το γενναίον Σερβικόν Έθνος. Εκφράζομεν δε ανυπόκριτα τα συγχαρητήρια ημών προς τους τιμηθέντας αξιωματικούς και οπλίτας της Χωροφυλακής.
Επίσης, απένειμε και τα κάτωθι παράσημα εις τους εξής οπλίτας της ενταύθα αστυνομίας μας Ενωμοτάρχην Μπον Περικλή, ενωμοτάρχην Ζαφειρόπουλο Διονύσιον, υπενωμοτάρχην Μούρτον Ιωάννην, ναυτοχωροφύλακα Κόναν Λεωνίδαν, ναυτοχωροφύλακα Γιούργαν Σπυρίδωνα, ναυτοχωροφύλακα Μαραμπόν Ανδρέαν, ναυτοχωροφύλακα Σάχαν Δημήτριον το αργυρούν παράσημον με στέμμα, εις δε τους ναυτοχωροφύλακα Κάνταν Κωνσταντίνο, ναυτοχωροφύλακα Ποφάντην Γεώργιον, ναυτοχωροφύλακα Ζώτον Αλέξανδρον, ναυτοχωροφύλακα Νίκαν Σπυρίδωνα, ναυτοχωροφύλακα Μεταλληνόν Ιωάννην, εθελοντήν χωροφύλακα Τσιβουράκην Μιχαήλ, εθελοντή χωροφύλακα Χατζηακολάκα Γεώργιον, εθελοντή χωροφύλακα Κουκλάκη Ευάγγελον, εθελοντή χωροφύλακα Κορακάην Ιωάννην, εθελοντή χωροφύλακα Λαζουράκη Σπυρίδωνα, εθελοντή χωροφύλακα Παπαδοκωνσταντάκην Παναγιώτη και Μαραγκάκην Μιχαήλ εθελοντή χωροφύλακα το αργυρούν παράσημον άνευ στέμματος δια τας υπηρεσίας ας προσέφερον εις τον Βασιλικόν Οίκον της Σερβίας διατιθεμένοι δια την τήρησιν της ασφαλείας και τάξεως πέριξ των ανακτόρων.
2.
ΕΦΗΜΕΡΙΣ «ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΣ», αρ. 172/ 1-7-1916
Εις τον Εστεμμένον αντιπρόσωπον της υπερόχου φυλής, εις τον Εστεμμένον Σύμμαχον του Ελληνικού Λαού, η Ελλάς σύμπασα, ιδιαίτατα δε η Κέρκυρα, εύχεται, επί τη προχθεσινή Επετείω του Ονόματος του, αδιατάρακτον την μέλλουσαν ευτυχίαν αυτού τε και της Πατρίδος του. Αι σημεριναί σκληραί δοκιμασίαι, ας υφίσταται η υπέροχος και απαράμιλλος Σερβική φυλή, παροδικοί και πρόσκαιροι όλως σταθμοί παρομαρτούντες εις την δεινότητα και το μέγεθος του διεξαγομένου αγώνος, κατεργάζονται ασφαλή την εξέλιξιν της ιστορικής αποστολής, της εξαισίας φυλής, ης ηγείται ο Βασιλεύς Πέτρος, Μονάρχης προς όν σήμερον στρέφονται μετά θαυμασμού τα όμματα ολοκλήρου του πεπολιτισμένου κόσμου. Η Ελληνική ψυχή, εξωτερικεύουσα σήμερον, τα ειλικρινή και ανεπηρέαστα αυτής αισθήματα, εύχεται εις τον Εστεμμένον ήρωα να ευτυχήση, την προσεχή Επέτειον του ονόματός του, να εορτάση τρισευδαίμων και ευτυχής, εν μέσω ευτυχούσης και αγαλλωμένης της φυλής του, εν τη πρωτευούση Σερβίας, μεγάλης και ισχυράς, τρισενδόξου και αρρενωπής και περιβαλλομένης υπό φωτεινής αίγλης εκ των μεγάλων αγώνων και των ωραίων θυσιών, της ενεστώσης δοκιμασίας.
3.
ΕΦΗΜΕΡΙΣ «ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΣ», αρ. 175/ 23-7-1916
Ο Σερβικός Στρατός, αφού υπέστη όλας τας μακράς ταλαιπωρίας της φοβεράς εκείνης υποχωρήσεως, δια μέσου αφιλοξένων χωρών, εν Κερκύρα εύρε, τέλος, την ποθητήν ανακούφισιν των θλίψεων του και την αδελφικήν Γαλλικήν βοήθειαν, προς ανασύνταξιν αυτού. Επανακτήσας απάσας τας ηθικάς και υλικάς αυτού δυνάμεις, μετεφέρθη εις Θεσσαλονίκην, ίνα εκείθεν βαδίση και πάλιν νικηφόρος, προς την πάτριον χώραν, η οποία στενάζει ακόμη υπό την βάναυσον πίεσιν του επιδρομέως.
Οι Σέρβοι στρατιώται εις την Μακεδονικήν γην, απέβλεπον, μετά πίστεως, προς τον τελικόν αυτών θρίαμβον. […]
Ο τηλέγραφος μας ανήγγειλε ήδη, τας πρώτας Σερβικάς νίκας. Η Ελληνική ψυχή εύχεται εις την ηρωϊκήν Φυλήν, ταχέως να επανακτήση την γην της Πατρίδος της, όπου παρά τας καταστροφάς, ας επήνεγκεν εις αυτήν ο μισητός επιδρομεύς, θα επανεύρη την αμοιβήν θριάμβου, ο οποίος θα πλαισιούται από την αίγλην της μεγάλης θυσίας, δια της οποίας εγράφη η ηρωϊκοτέρα σελίς του μεγάλου Ευρωπαϊκού πολέμου.
4.
ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ, 20 ΙΟΥΛΙΟΥ 1917.
[Records of the Great War, Vol. VII, ed. Charles F. Horne, National Alumni 1923]
Τα πρώτα βήματα για τη δημιουργία του νέου κράτους της Γιουγκοσλαβίας:
- Το Κράτος των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, οι οποίοι είναι επίσης γνωστοί ως Νοτιοσλάβοι ή Γιουγκοσλάβοι, θα είναι ένα ελεύθερο και ανεξάρτητο βασίλειο, με αδιαίρετο έδαφος και ενιαία ισχύ. Το Κράτος αυτό θα είναι συνταγματική, δημοκρατική και Κοινοβουλευτική μοναρχία, υπό τη δυναστεία των Καραγεώργεβιτς, η οποία ασπαζόταν πάντα τα ιδανικά και τα συναισθήματα του έθνους, τοποθετώντας πάνω από όλα την εθνική ελευθερία και θέληση.
- Το όνομα του Κράτους αυτού θα είναι Βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων και ο τίτλος του ηγεμόνα θα είναι Βασιλεύς των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων.
- Το Κράτος θα έχει ένα εθνόσημο, μόνο μία σημαία και ένα στέμμα.
4 Οι τέσσερεις διαφορετικές σημαίες των Σέρβων, των Κροατών και των Σλοβένων θα έχουν ίσα δικαιώματα και θα μπορούν να κυματίζουν ελεύθερα σε κάθε περίπτωση. Το ίδιο θα ισχύει και για τα τέσσερα διαφορετικά εθνόσημα.
- Οι τρεις εθνότητες, οι Σέρβοι, οι Κροάτες και οι Σλοβένοι θα είναι ίσοι ενώπιον του νόμου σε όλη την έκταση του βασιλείου και κάθε ένας θα μπορεί να κάνει ελεύθερα χρήση του νόμου σε κάθε περίπτωση της δημόσιας ζωής και απέναντι σε όλες τις εξουσίες.
- Τα δύο αλφάβητα, Κυριλλικό και Λατινικό, θα έχουν ίδια δικαιώματα και κάθε ένας θα μπορεί να τα χρησιμοποιεί ελεύθερα σε όλη την έκταση του βασιλείου. Η βασιλική εξουσία και οι εξουσίες τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν το δικαίωμα και πρέπει να χρησιμοποιούν τα δύο αλφάβητα ανάλογα με την επιθυμία των πολιτών.
- Όλες οι θρησκείες αναγνωρίζονται και μπορούν να ασκούνται ελεύθερα και δημόσια. Η Ορθόδοξη, η Ρωμαιοκαθολική και η Μουσουλμανική θρησκεία, οι οποίες είναι οι πιο συνηθισμένες στη χώρα μας, θα είναι ίσες και θα χαίρουν των ιδίων δικαιωμάτων σε σχέση με το Κράτος. Με βάση αυτές τις αρχές, η Νομοθεσία θα φροντίζει να διατηρεί τη θρησκευτική ειρήνη, σε συμφωνία με το πνεύμα και τις παραδόσεις όλου του έθνους μας.
- Το Γρηγοριανό ημερολόγιο θα εφαρμοστεί το συντομότερο δυνατόν.
- Τα εδάφη των Σέρβων, των Κροατών και των Σλοβένων θα αποτελούνται από τα εδάφη στα οποία ζει το έθνος μας σε συμπαγή μάζα και χωρίς ασυνέχεια και εκεί που δεν μπορεί να ακρωτηριαστεί, χωρίς να τραυματιστούν τα ζωτικά συμφέροντα της κοινότητας. Το έθνος μας δεν ζητά τίποτα που ανήκει σε άλλους, μόνο απαιτεί ότι ανήκει σε αυτό. Επιθυμεί να απελευθερώσει τον εαυτό του και να εγκαθιδρύσει την ενότητά του. Για τον λόγο αυτό συνειδητά και σταθερά απορρίπτει κάθε μερική λύση του προβλήματος της ελευθερίας του από την Αυστροουγγρική κυριαρχία.
- Η Αδριατική Θάλασσα θα είναι ελεύθερη και ανοικτή σε όλους, προς το συμφέρον της ελευθερίας και των ίσων δικαιωμάτων όλων των εθνών.
- Όλοι οι πολίτες σε όλη την έκταση του βασιλείου είναι ίσοι, και χαίρουν των ίδιων δικαιωμάτων σε σχέση με το Κράτος και τον νόμο.
- Η εκλογή των Βουλευτών στην Εθνοσυνέλευση θα λάβει χώρα με καθολική ψηφοφορία, η οποία θα είναι ίση, άμεση και μυστική. Το ίδιο θα ισχύει και για τις εκλογές στις κοινότητες και άλλους διοικητικούς θεσμούς. Σε κάθε κοινότητα θα λαμβάνεται μία ψήφος.
- Το Σύνταγμα που θα καθοριστεί μετά τη συνθήκη ειρήνης από τη Συντακτική Συνέλευση, η οποία θα εκλεγεί από καθολική, άμεση και μυστική ψηφοφορία θα λειτουργήσει ως βάση για τη ζωή του Κράτους. Θα είναι η αρχή και το απόλυτο τέλος κάθε ισχύος και όλων των δικαιωμάτων με βάση τα οποία θα καθορίζεται η όλη η ζωή του έθνους. Το Σύνταγμα θα δίνει στους ανθρώπους τη δυνατότητα να εξασκούν συγκεκριμένες ενέργειες στις τοπικές αυτοδιοικήσεις, οι οποίες θα ρυθμίζονται από φυσικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Το Σύνταγμα πρέπει να υιοθετηθεί στην ολότητά του, από την αριθμητική πλειοψηφία της Συντακτικής Συνέλευσης και όλοι οι άλλοι νόμοι που θα ψηφιστούν από τη Συντακτική Συνέλευση δεν θα περιέλθουν σε ισχύ μέχρι να κυρωθούν από τον Βασιλέα. Έτσι, το ηνωμένο έθνος των Σέρβων, των Κροατών και των Σλοβένων θα δημιουργήσει ένα κράτος δώδεκα εκατομμυρίων κατοίκων. Το Κράτος θα είναι εγγύηση της εθνικής ανεξαρτησίας τους και της γενικής εθνικής προόδου και πολιτισμού και ένα ισχυρό προπύργιο απέναντι στις πιέσεις των Γερμανών και αδιαχώριστος σύμμαχος όλων των πολιτισμένων λαών και Κρατών. Έχοντας προκηρύξει την αρχή του δικαίου, της ελευθερίας και της διεθνούς δικαιοσύνης, θα αποτελεί μέρος της νέας κοινωνίας των εθνών.
Υπογράφηκε στην Κέρκυρα, 20 Ιουλίου 1917, από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου και Υπουργό Εξωτερικών του Βασιλείου της Σερβίας, Νίκολα Πάσιτς και τον Πρόεδρο της Γιουγκοσλαβικής Επιτροπής Δρ. Άντς Τρούμπιτς.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΝΕΚΔΟΤΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Γ.Α.Κ.-Α.Ν.Κ. Ιδιωτικό Αρχείο Σπυρίδωνος Θεοτόκη, φ. 1. Δεκαετία 1910-1919, 26. Επιστολή 21-10-1916 του Ανδρέα Ανδρεάδη προς τον Σπυρίδωνα Θεοτόκη.
- Γ.A.Κ.- Α.Ν.Κ. Αρχείο Δαφνή, φ.271, Κέρκυρα-Ιστορία Νεώτερη, Εφημερίς χ.τ, χ.χ. «Βίδο, το νησάκι με το μαυσωλείο 12000 Γιουγκοσλάβων στρατιωτών».
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Εφημερίς «ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΣ» αρ. 171/25-6-1916, αρ. 172/1-7-1916, αρ. 174/16-7-1916, αρ. 175/ 23-7-1916.
- Εφημερίς «ΕΜΠΡΟΣ», αρ.6924/26-1-1916, αρ.6930/1-2-1916,αρ. 6941/12-2-1916, 6943/14-2-1916, αρ.6952/24-2-1916, αρ.6955/27-2-1916, αρ.6958/1-3-1916, αρ.6960/3-3-1916, αρ.6963/6-3-1916, αρ.6965/8-3-1916, αρ.6966/9-3-1916, αρ.7141/1-9-1916.
- Records of the Great War, Vol. VII, ed. Charles F. Horne, National Alumni 1923.
- Σερβικό Μουσείο Κέρκυρας.
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ
- Ασημακόπουλος, Κ. (2008). Εκείνοι που δεν έφυγαν. Αθήνα: Εκδόσεις Άγκυρα.
- Ζούμπος, Γ. (1998, Φεβρουάριος). Η τραγική πορεία ενός έθνους: Οι Σέρβοι στην Κέρκυρα. Exit στην Κέρκυρα, 11.
- Ιστορική Συλλογή Βαλκανικών Πολέμων. Ανακτήθηκε 15 Ιουνίου, 2016, από http://www.balkanwars.gr/i-arhigi-ton-simmahon.html
- Ιωνάς, Σ. (χ.χ.). Οι Σέρβοι στην Κέρκυρα (1916-1918). Ανακτήθηκε 15 Ιουνίου, 2016, από https://www.corfuhistory.eu/?p=1307
- Κατσαρός, Σ. (1958). Ιστορία της νήσου Κερκύρας. Κέρκυρα: Ιδίου.
- Λεονταρίτης, Γ. (1978). Η Ελλάς και ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Στο: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, (τόμ. ΙΕ, σελ. 33). Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
- Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν «Ηλίου»,(χ.χ). Αθήναι: Έκδοσις της εγκυκλοπαιδικής επιθεωρήσεως «Ήλιος».
- Οι Σέρβοι στην Κέρκυρα. (2009, Ιούλιος 8).[άρθρο σε forum διαδικτυακής κοινότητας]. Ανακτήθηκε 15 Ιουνίου, 2016, από http://www.phorum.gr/viewtopic.php?f=51&t=158089
- Παπανδριανός, Ι. (1997, Μάρτιος-Απρίλιος). Ο γολγοθάς των Σέρβων μέσα από τα αλβανικά βουνά και η ανάστασή τους στην Κέρκυρα. Πολιτιστικός Σύλλογος Ενδοχώρα,
- Πάσιτς.(χ.χ.). Στο Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου (τόμ. 15, σελ. 594). Αθήναι: Έκδοσις της εγκυκλοπαιδικής επιθεωρήσεως «Ήλιος».
- Σβορώνος, Ν. (2015) Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας. Αθήνα: Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη.
- Σκόντρας, Σ. (1969). Η Σερβική υποχώρησις. Το δράμα ενός ηττηθέντος Στρατού. Στο: Εικονογραφημένη ιστορία του πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου 1914-1918, (τόμ. Β΄, σελ. 320-321). Αθήναι: Εκδοτικός Οίκος Κέκροψ.
- Στίνας, Α. (1987, Δεκέμβριος). Η τελευταία συνέντευξη. Τότε, 29.
- Τζώρα, Μ. (2011, Σεπτέμβριος 22). Κέρκυρα: Το «νησί της σωτηρίας» του σερβικού λαού. Ανακτήθηκε 15 Ιουνίου, 2016, από http://web.anampa.gr/balkans/article.php?doc_id=612731
- Babac, D. (2014) The servian army in the great war 1914-1918. Βελιγράδι.
- Burns, E. (χ.χ) Ευρωπαϊκή Ιστορία. Εισαγωγή στην ιστορία και τον πολιτισμό της νεότερης Ευρώπης, τ. Β΄. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Παρατηρητής.
- Tomasevic, J. (2005-2014). Ο σερβικός στρατός στον μεγάλο πόλεμο, ένας στρατός αγροτών. Εντυπώσεις από την εμπόλεμη Ελλάδα. Βαλκανικά Σύμμεικτα, 16 (σελ. 193-219).
* * *
Leave A Comment