«o αντιστασιακός μουσικός λόγος λειτουργεί με συνείδηση της κοινής εθνικής ταυτότητας Επτανησίων και λοιπών Ελλήνων»

 

Οι θυρεοί των Εφτά Νησιών

Οι θυρεοί των Εφτά Νησιών

Κατά την Αγγλοκρατία, οι Εφτανήσιοι, παράλληλα με τις άλλες μορφές αντίστασης, χρησιμοποίησαν και το μουσικό λόγο, που όμως δεν έχει εκτιμηθεί, καθώς – κατά κανόνα – αγνοήθηκε ή έστω δε συσχετίσθηκε ο συνδρομητικός ρόλος της μουσικής στις αντιστασιακές αξίες των νησιωτών.

Η  «Προστασία» των Εφτανήσων  αρχίζει τυπικά με την υπογραφή της Συνθήκης του Παρισιού (24 Οκτ./5 Νοέ. 1815) και ουσιαστικά με την άφιξη  του πρώτου αρμοστή (Maitland) στην Κέρκυρα τις 16 Φλεβάρη του 1816.

Η ιδέα της αντίστασης περνά  στα Νησιά από την άλλη Ελλάδα, μέσα από ιστορικά μουσικά σπαράγματα του υπόδουλου ελληνισμού, που μιλάνε για διώξιμο των τυράννων, όπως ακούγεται στα προεπαναστατικά λαϊκά τετράφωνα «Ω Υψιστε Θεέ μου», «Στ’ άγρια βουνά είναι τα θεριά», «Εφθασε η λαμπρά στιγμή», αλλά και τον προσολωμικό παιάνα του Αντωνίου Μαρτελάου…

Κοινή εθνική ταυτότητα

Στα χρόνια της «Προστασίας» ο αντιστασιακός μουσικός λόγος λειτουργεί με συνείδηση της κοινής εθνικής ταυτότητας Εφτανησίων και λοιπών Ελλήνων, για να συνδυάσει τα μηνύματα της ελληνικής επανάστασης με τη Ριζοσπαστική ιδεολογία.

Υπάρχει όμως διαφοροποίηση ανάμεσα στον έντεχνο μουσικό και στο λόγο της λαϊκής μούσας, καθώς η συμβολή του πρώτου είναι κυρίως έμμεση  και της δεύτερης  πολύ πιο άμεση.

Οι Εφτανήσιοι της έντεχνης μουσικής αποφεύγουν μεν να απευθύνουν το μουσικό τους μήνυμα, σαν πρόκληση ενάντια στον αδιάλλακτο Ευρωπαίο «προστάτη», αλλά δεν διστάζουν να εντάξουν στα έργα τους, το ιδεώδες της ελευθερίας και το πνεύμα του ηρωισμού.

Γνωρίζουμε ότι ο σολωμικός «Ύμνος στην Ελευθερία» τραγουδιέται με ενθουσιασμό στη Ζάκυνθο αμέσως σχεδόν μετά τη γραφή του και πριν από τις μελοποιήσεις του Μάντζαρου σημαίνοντας την πρώτη χρονολογικά, άμεση και θαρραλέα φωνή αντίστασης κατά της Αγγλοκρατίας στα Νησιά μας.

Ως την καθιέρωση της ελευθεροτυπίας στα 1848 και το ξέσπασμα του Ριζοσπαστικού κινήματος στα 1849, οι συνθέτες της έντεχνης μουσικής, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αποφεύγουν τις αναφορές στο καταπιεσμένο φρόνημα του εφτανησιώτικου λαού. Όμως, στις θεματολογικές τους επιλογές αναγνωρίζεται βαθύτατη ελληνικότητα και πατριωτισμός.

 Μάρκος Μπότσαρης

Ο Μάρκος Μπότσαρης αναδεικνύεται ο προσφιλής μελοδραματικός ήρωας τεσσάρων τουλάχιστον Ιόνιων μουσουργών.

Ο Φραγκίσκος Δομενεγίνης, πατριώτης αξιωματικός στον ελληνικό αγώνα, αρχικά μεταρρυθμιστής και στη συνέχεια ριζοσπάστης βουλευτής στην Ιόνια Βουλή, είναι και δόκιμος μουσικοσυνθέτης. Στις 28 Μαΐου 1849, σε μέρες έντονων ριζοσπαστικών ζυμώσεων παριστάνει στη Ζάκυνθο, μια μόνο σκηνή του πρώτου μελοδραματικού Μάρκου Μπότσαρη, «μουσουργηθέντος», όπως γράφουν οι τοπικές εφημερίδες από τον ίδιο, σε ποίηση του Ζακυνθίου ποιητή Γεωργίου Λαγουϊδάρα. Στον ίδιο ανήκει και η δραματική σκηνή μιας «Δέσπως» σε ποίηση Ιουλίου Τυπάλδου. «Δέσπω», βεβαίως, έχει και ο Καρρέρ.

Το ιταλικό λιμπρέτο του Λαγουϊδάρα, όσον αφορά τον Μάρκο Μπότσαρη, εμπνέει, δύο ακόμη ιόνιους συνθέτες: Τον Ιωσήφ Λιμπεράλη και τον Νικόλα Τζανή – Μεταξά. Την πιο ολοκληρωμένη πρόταση αντίστασης με Μάρκο Μπότσαρη, οφείλουμε στην ομώνυμη τεράπρακτη όπερα του Ζακυνθινού Παύλου Καρρέρ. Το αντιστασιακό αυτό έργο παρουσιάζεται σε παγκόσμια πρώτη (30 Απρ. 1861) στην Πάτρα και στη Ζάκυνθο, μετά την Ενωση (19 Δεκ. 1864).

Με τα Ριζοσπαστικά ιδεώδη

Στην κυρίως περίοδο του Ριζοσπαστισμού (1849-1864), η μουσική επενδύει τον ποιητικό ή στιχουργικό λόγο επώνυμων Εφτανησίων, όσο επιτρέπει ο φόβος της σύλληψης, της καταδίκης και της εξορίας και αναδεικνύεται σε υπέρτατο εκφραστή του αντιστασιακού πνεύματος. Τα ιδεώδη του ριζοσπαστισμού δίνουν όραμα και στόχους στη μουσική τέχνη των Εφτανησίων, με μοτίβα εύληπτα, εύπεπτα και διεγερτικά.

Ο Αργοστολιώτης μουσουργός Νικόλας Τζανής – Μεταξάς αναδεικνύεται ως ο κορυφαίος του μουσικού ριζοσπαστισμού. Ο «Υμνος των Ριζοσπαστών», σε στίχους του επίσης Κεφαλονίτη κληρικού, ιστορικού και λόγιου Γεράσιμου Μαυρογιάννη, που παραπέμπουν στο αμφιλεγόμενης πατρότητας «κοπτερόν και λιγυρόν σπαθί μου», γνώρισε παλλαϊκή αποδοχή στα τέσσερα τελευταία χρόνια πριν από την Ένωση.

Από ένα μακρύ κατάλογο (Κεφαλλήνων κυρίως) ριζοσπαστών συνθετών, που μπορεί να καταρτίσει κανείς με βάση το βιβλίο του Γιώργου Ραυτόπουλου «Ο ριζοσπαστισμός στη μουσική και την ποίηση», δεν πρέπει να ξεχαστεί η άμεση αντιστασιακή παρουσία του Ληξουριώτη συνθέτη – μπαντίστα Πέτρου Σκαρλάτου και το αφιέρωμά του στον απαγχονισμό του πρωτομάρτυρα της αγροτικής επανάστασης του 1849 στη Σκάλα, Παπά Νοδάρου, του αποκαλούμενου «Παπά Ληστή», σε στίχους του Ιωάννη Σκαλτσούνη: «Με μύρτα δεν εστόλισαν οι φίλοι μου το μνήμα, είμαι τ’ αθώο θύμα τυραννικής ορμής».

«Αθλιέστατε Ουάρδε»

Τα σκληρά μέτρα που στιγμάτισαν τη θητεία του αρμοστή Sir Henry George Ward (1849-1855) – του μισητού Ουάρδου – και ιδίως η αιματηρή καταστολή των αντιστασιακών κινημάτων της Κεφαλονιάς στα πρώτα χρόνια της αρμοστείας του, τροφοδότησαν το ντόπιο έντεχνο και λαϊκό μουσικό λόγο με υπέροχους στίχους επώνυμων και ανώνυμων δημιουργών, όπως του Σπύρου Μαλακή, με το «Αθλιέστατε Ουάρδε!… πού απερισκέπτως τρέχεις;», ή του Λευκαδίτη Γιάννη Σταματέλου, που προπηλακίζει τον περιοδεύοντα τύραννο, στιχουργικά: «Τα νερά της Μεσογείου/ κοκκινίζουν απ’ το αίμα/ των αιμοχαρών χειρών σου/ Και τα όρη μας ακόμα/ φρικαλέον ρίπτουν βλέμμα/ εις το μαύρον πρόσωπόν σου».

Η λαϊκή μούσα

Από την άλλη, η λαϊκή μούσα, πιο αυθόρμητη, πιο ευέλικτη και πιο επιθετική, με την προφορική συνήθως έκφρασή της, ξεπερνά το φόβο της λογοκρισίας, που αδυνατεί να παρέμβει, τουλάχιστον προληπτικά, και προσφέρεται στη φροντίδα της μουσικής έμπνευσης.

Η τυραννική σκιά του Μέτλαντ, του πρώτου αρμοστή, παραμένει μισητή στο λαό καθόλη τη διάρκεια της αγγλικής κατοχής. Οι στημένες γλυπτικές απεικονίσεις του στον επτανησιακό χώρο υπέβαλαν την ιδέα της συνεχούς παρουσίας του, ώστε με το άγγελμα της Ενωσης να ξεσπάσει ακράτητη και ετεροχρονισμένη η σαρκαστική κραυγή. «Αχ Μαίτουλα τι σού ‘μελλε σε τούτο το φεγγάρι/ να πάψουν να σε χαιρετούν ακόμα και οι γαϊδάροι».

Ασφαλώς στις ζοφερές μέρες της αρμοστείας του Ουάρδου, αναφέρεται και το ζακυνθινής προέλευσης αντιστασιακό: «Σ’ ένα παπόρο μέσα...». Μια τραγική μπαλάντα, λαϊκού χαρακτήρα, που μιλάει για δίκες και για κρεμάλες…

Στα 1964 ο ζακυνθινός λαογράφος, ερευνητής και ποιητής Σαράντης Αντίοχος

Δημοσιεύει στα «Ζακυνθινά Χρονικά» μια συλλογή 45 λαϊκών στιχουργημάτων, που ως τότε είχε διασώσει στη μνήμη κάποιων ηλικιωμένων η προφορική λαϊκή παράδοση της Ζακύνθου. Τα στιχουργήματα αυτά ανάγονται στην κατά και μετά την Ενωση περίοδο και από μέσα τους, αναδύεται ο ανυποχώρητος πόθος και ο ενθουσιασμός για την πραγμάτωση του ενωτικού οράματος, η απροκάλυπτη πλέον στηλίτευση των απερχόμενων «προστατών», η αισιοδοξία για ένα εθνικό μέλλον, αλλά και όλη εκείνη η αδιαπραγμάτευτη ειρωνική και παιγνιώδης διάσταση της εφτανησιώτικης ψυχοσύνθεσης.

 

Γιώργος Ζούμπος

 

ΠΗΓΗ:

 Χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα από την εισήγηση του ζακυνθινού ερευνητή δικηγόρου Στέλιου Τζερμπίνου στο συνέδριο «Η Ενωση της Επτανήσου με την Ελλάδα 1864-2004», που διοργανώθηκε από τη Βουλή και την Ακαδημία Αθηνών το 2004. Εκτεταμένα τμήματα της εισήγησης είχαν παρουσιαστεί στο «Ριζοσπάστη» της 25-04-2004.

 

Όπως δημοσιεύτηκε στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ»,  20/05/2017

  * * *