Οι ανηλεείς βομβαρδισμοί των Γιουγκοσλαβικών πόλεων από το ΝΑΤΟ θύμισαν σε πολλούς παλιούς Κερκυραίους την τραγική περίοδο Οκτώβριος 1941 – Ιούλιος ΄44, όταν η πόλη αλλά και πολλά χωριά της Κέρκυρας βομβαρδίστηκαν, από Ιταλούς, Γερμανούς και Αγγλοαμερικανούς.
Η πόλη της Κέρκυρας πολυβολήθηκε και χτυπήθηκε από αεροτορπίλες, εκρηκτικές και εμπρηστικές βόμβες, εκατοντάδες φορές, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δεκάδες ανυπεράσπιστοι πολίτες και να γκρεμιστούν εκατοντάδες κατοικίες και ιστορικά κτίσματα.1 Οι κάτοικοι της πόλης, προσπαθούσαν να κρυφτούν σε μίνες, υπόγεια και αποθήκες. Αυτά ήταν και εξακολουθούν να είναι τα καταφύγια της Κέρκυρας.

Οι από αέρος βομβαρδισμοί αναπτύχθηκαν κατά την διάρκεια του 2ου παγκόσμιου πολέμου. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ισπανικής πόλης Γκουέρνικα στην οποία η γερμανική αεροπορία δοκίμασε επί του αμάχου πληθυσμού αυτή την νέα πολεμική τεχνική. Οι Ιάπωνες στο Περλ Χάρμπολ έκαναν το δικό τους πείραμα και τέλος οι Αγγλοαμερικανοί με την ισοπέδωση της Δρέσδης και την συνειδητή εξόντωση αμάχων, σφράγισαν αυτό τον πόλεμο.

 Ιταλικοί βομβαρδισμοί

Στην Ελλάδα με την έναρξη του πολέμου στις 28 Οκτωβρίου του 1940 χτυπήθηκαν από την ιταλική αεροπορία, πολλά αστικά κέντρα και λιμάνια. Η Κέρκυρα, αν και δεν είχε, ναυτικές και στρατιωτικές βάσεις και αντιαεροπορική άμυνα μπήκε και αυτή από την πρώτη στιγμή στο στόχαστρο των ιταλικών βομβαρδιστικών. Όπως σημειώνει στο βιβλίο του Αρχείον και καθημερινά περιστατικά γεγονότα επί Ιταλικής και Γερμανικής κατοχής (Κέρκυρα 1949), ο Μητροπολίτης Κερκύρας και Παξών Μεθόδιος:

“Οι Ιταλοί εστράφησαν αεροπορικώς κατά της Κέρκυρας την τετάρτην ημέραν μετά την εξόρμησιν του Ιταλικού στρατού εξ Αλβανίας κατά της Ελλάδος (28 Οκτωβρίου 1940). Την 1 Νοεμβρίου 1940, ώραν 9 και 25 π.μ., ήρχισαν αι αεροπορικαί επιδρομαί και οι βομβαρδισμοί της Κέρκυρας υπό των Ιταλών με συνέχειαν ημέραν παρ΄ ημέραν ή με διαλείμματα 2 ή και 3 ημερών. Την 25 και 26 Νοεμβρίου έγιναν οι σφοδρότεροι Ιταλικοί βομβαρδισμοί της Κέρκυρας, αριθμούμενοι μέχρις 8 ημερησίως. Έληξαν την 21 Απριλίου 1941.
Την 28 Απριλίου 1941, περί την 11 π.μ., Ιταλικά αεροπλάνα έρριψαν 3 Γερμανικάς σημαίας αι οποίαι, πίπτουσαι, εξετυλίχθησαν και εφυτεύθησαν αυτομάτως επί του Φρουρίου. Την αυτήν ημέραν, περί ώραν 3 και 30΄ μ.μ., απεβιβάσθη και επάτησε την Κέρκυραν ο Ιταλικός στρατός, εισήλθον εις το Φρούριον, κατεβίβασαν την Γερμανικήν σημαίαν και ανύψωσαν την Ιταλικήν”.

Χριστούγεννα 1940

Γερμανικοί βομβαρδισμοί

Στις 25 Ιουλίου 1943, στην Ιταλία, σχηματίστηκε η κυβέρνηση Μπαντόλιο σύνθημα της οποίας ήταν το “ο πόλεμος συνεχίζεται”. Οι εξελίξεις όμως στα πολεμικά μέτωπα ήταν ραγδαίες. Στις15 Αυγούστου οι αγγλοαμερικανοί καταλαμβάνουν την Σικελία ενώ παράλληλα βομβαρδίζουν και πολυβολούν το ιταλικό αεροδρόμιο στα Γουβιά.
Στις 8 Σεπτεμβρίου στις 19.45 η ηττημένη Ιταλία υπογράφει ανακωχή ζητώντας από τις δυνάμεις της οπουδήποτε κι αν βρίσκονται να σταματήσουν τις εχθροπραξίες με τους συμμάχους αλλά και “να αντισταθούν εναντίον οιασδήποτε επιθέσως οθενδήποτε προερχόμενης”. Η τελευταία παράγραφος του ανακοινωθέντως του Μπαρτόλιο προοιώνιζε την Ιταλογερμανική σύγκρουση που θα επακολουθούσε.
Στις 13 Σεπτεμβρίου με διάγγελμά του προς τον κερκυραϊκό λαό ο βασιλικός πρόξενος και επίτροπος πολιτικών υποθέσεων Ιονίων Νήσων Barattieri δηλώνει ότι “Θεωρούμεθα ότι από σήμερον ευρισκόμεθα εις εμπόλεμον κατάστασιν με την Γερμανίαν. Θα υπερασπισθώμεν την Κέρκυραν μέχρις εσχάτων…΄΄.
Την ίδια ημέρα, τρία γερμανικά αεροπλάνα που ήταν σταθμευμένα στο αεροδρόμιο της Κέρκυρας καταφέρνουν να απογειωθούν. Το ένα από αυτά χτυπήθηκε από τα ιταλικά αντιαεροπορικά και έπεσε στο ναό της Παναγίας Ελεούσης του Ποταμού όπου και την κατέστρεψε, τα άλλα δύο αφού βομβάρδισαν ανεπιτυχώς ένα πλοίο που βρισκόταν αγκυροβολημένο στο Βίδο κατερρίφθησαν από τους Ιταλούς. Το μεσημέρι βομβαρδίστηκε το αεροδρόμιο και το χωρίο Σταυρός, ενώ το βράδυ βομβαρδίστηκε ο Ανεμόμυλος η πάνω πλατεία και το λιμάνι. Στις 2 το πρωί της 14ης Σεπτεμβρίου η πόλη άρχισε να καίγεται και να γκρεμίζεται.
Οι άγριοι βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν σε καθημερινή βάση έως τις 25 Σεπτεμβρίου. Οι Ιταλοί ύστερα από σύντομη και ανεπιτυχή αντίσταση παραδόθηκαν στους Γερμανούς. Η πόλη της Κέρκυρας όμως, η κομψότερη πόλη της Ελλάδας, είχε γίνει στάχτη και θρύψαλα.

 Αγγλοαμερικανικοί βομβαρδισμοί

Μετά την κατάλυψη του νησιού από τους Γερμανούς και τις επιτυχίες των Συμμάχων στα μέτωπα, ήρθε ξανά η σειρά της Κέρκυρας να δεχθεί τις βόμβες των Αγγλομαερικάνων. Στις 9 Οκτωβρίου βομβαρδίστηκε το λιμάνι και την επόμενη ημέρα στην ίδια περιοχή ένα γερμανικό πλοίο στο οποίο επιβιβάζονταν χιλιάδες ιταλοί αιχμάλωτοι. Η πρώτη βόμβα το βρήκε στην πρύμνη και μια δεύτερη χτύπησε μια μεγάλη βενζινάκατο γεμάτη κι αυτή με αιχμαλώτους. Τα πτώματα από τους εκατοντάδες νεκρούς Ιταλούς γέμισαν την θάλασσα δημιουργώντας σκηνικό δαντικής κόλασης.
Οι βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν την επόμενη ημέρα από ένα σμήνος 30 αεροπλάνων σε Γαρίτσα, Ανεμόμυλο, Νεκροταφείο, Πλατυτέρα, Ποταμό, Άφρα, Αλεπού, Μαλτέζικα. Οι βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν έως τις 12 Ιουλίου 1944 με την αποχώρηση των Γερμανών. Οι στόχοι τους αφορούσαν πλοία, αποθήκες και πολυβολεία (π.χ. Έρμονες, Κρήνη, Παλαιοκαστρίτσα, Πυργί, Λευκίμμη, Άφρα, Γουβιά, Τρουμπέτα κ.α). Στην πόλη εβλήθησαν, ο ναός του Παντοκράτορα, η Αναγνωστική Εταιρεία, τα Ανάκτορα, η πλατεία Σορόκο, η Οβριακή κ. α. Οι βόμβες έπεφταν επί δικαίων και αδίκων καταστρέφοντας για μια ακόμη φορά την ιστορική πόλη.

 Στα καταφύγια!

Πως όμως προφυλασσόταν ο πληθυσμός της πόλης όταν δεν υπήρχε ουδεμία μέριμνα από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου για την προστασία του από ενδεχόμενη αεροπορική επίθεση; Η πρώτη λύση απελπισίας ήταν να καταφύγει στα υπόγεια των σπιτιών και ιδιαίτερα των πολυώροφων. Μια δεύτερη ήταν οι μίνες που υπήρχαν στα δύο φρούρια και σε διάφορα σημεία της πόλης. Τέτοιες μίνες που φιλοξενούσαν πολύ κόσμο ήταν: αυτή που βρίσκεται στο τοίχος πίσω από το ξενοδοχείο “Corfu Ρalace”, μία κάτω από τον θερινό κιν/φο Όαση, η μίνα της οδού Σολωμού, αυτή που βρίσκεται δίπλα από την πύλη του νέου Φρουρίου και στην οποία εισέρχονταν ή καλλίτερα σκαρφάλωναν μέσω μιας εναέριας σκάλας, εκεί όπου σήμερα υπάρχει ο κιν/φος Ορφέας, άλλες κοντά στις φυλακές και στο 5ο Γυμνάσιο κ.α.
Μια περιγραφή της κατάστασης μετά τον ανηλεή βομβαρδισμό της 13 Σεπτεμβρίου δίνει ο Μητροπολίτης Μεθόδιος:

Εξήλθον συνοδευόμενος υπό του Αρχιδιακόνου Σεβαστιανού Ασπιώτη, διήλθομεν δια των καιομένων συνοικιών του Μητροπολιτικού Ναού, της παραλίας, της Εβραϊκής συνοικίας, του καιομένου Δημοτικού Θεάτρου. Κάμπτοντες την λεωφόρον Αλεξάνδρας συνηντήσαμεν τον Ι. Κομιανόν και επροχωρήσαμεν ομού. Κάτωθεν του ξενοδοχείου ΄Μεγάλη Βρετανία και Ωραία Βενετία΄ επί του πεζοδρομίου, ένθα οπή άγουσα εις υπόγειον σήραγ-γα, χρησιμοποιηθείσαν ως καταφύγιον, εύρομεν νεκράν, φονευθείσαν υπό των βομβών, την σύζυγον του κατοίκου Ηγουμενίτσης Αποστόλου Παρούση, ονόματι Ευνομίαν και πλησίον της κλαίοντα τον μικρόν υιόν της Γρηγόριον, οκταετή ή ενεαετή περίπου (…) κατήλθομεν δια του καιομένου δικαστικού μεγάρου, επιστρέψαντες είδομεν τα καιόμενα Γυμνάσια, επροχωρήσαμεν εις την συνοικίαν του Ναού της αγίας Παρασκευής, καιομένου και τούτου, διήλθομεν προ του καιομένου Ναού του Ευαγγελισμού (Ανουντσιάτα) και της καιομένης Αρχιεπισκοπής της Ρωμαϊκής Εκκλησίας και των παρ΄ αυτήν καιομένων οικοδομών, δια της καιομένης συνοικίας και του Ναού των αγίων Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, και κατήλθομεν εις την καιομένην συνοικίαν του Ναού του αγίου Βασιλείου.
Ο λαός αλλόφρων είχον εγκαταλείψει τας κατοικίας των
.”

Όσοι από τους κατοίκους της πόλης δεν είχαν συγγενείς στα χωριά(2) έσπευδαν εκεί, σ΄ αυτές τις “υπογείους, στενάς, υγράς, αφωτίστους, ανηλίους και ανθυγιεινάς σήραγγας”. Δεν ήταν όμως και λίγοι αυτοί που παρέμεναν στην πόλη ώστε να διαφυλάξουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους από το πλιάτσικο αυτών που επωφελούνταν των περιστάσεων.
Ο Barattieri με επιστολή του προς τον Μητροπολίτη και όσον αφορά τα καταφύγια του αναφέρει ότι:

Πάσα δυνατή προσπάθεια κατεβλήθη εκ μέρους των Ιταλικών Αρχών δια την εκκένωσιν των εν τη πόλει καταφυγίων και την μεταφοράν των παθόντων εις την εξοχήν, πλην όμως προσεκρούσαμεν εις την πλέον αποφασιστικήν και βλακώδη αντίστασιν αυτών τούτων των Κερκυραίων. Ακριβώς χθες, παρά τας σοβαράς δυσκολίας της στιγμής δια τας μεταφοράς και καυσίμους ύλας, εμερίμνησα δια τους εν τοις καταφυγίοις του Παλαιού φρουρίου και προσέφερον εις αυτούς την μεταφοράν εις την εξοχήν, αλλ΄ άπαντες ηρνήθησαν, ελπίζοντες ότι, δια της εν τη πόλει παραμονής των, αι Ιταλικαί Αρχαί θα εξακολουθούν να χορηγούν εις αυτούς τρόφιμα δωρεάν“.

Τις απόψεις του Barattieri αντικρούει ο Μεθόδιος αφού ο ίδιος ενώ ζητά οχήματα για την μεταφορά του πληθυσμού έξω απ΄ την πόλη, αυτοί δήλωσαν ότι δεν έχουν. Τα οχήματα αυτά ο μητροπολίτης τα είδε κρυμμένα στους ελαιώνες των Κοινοπιαστών για να μην δίνουν στόχο στα γερμανικά αεροπλάνα…
Το τραγικό αποτέλεσμα όλων αυτών των βομβαρδισμών ήταν να βρεθούν άστεγοι περί τις 15 έως 18 χιλ. επί συνόλου 120 χιλιάδων. Οι νεκροί και οι τραυματίες ήταν πολλές εκατοντάδες.

Έχει περάσει μισός αιώνας από τότε που οι μίνες και τα υπόγεια έσωσαν τους κερκυραίους από τις βόμβες. Προφανώς όλα αυτά τα χρόνια η πολιτεία θεώρησε ότι δεν χρειάζεται η δημιουργία ειδικών καταφυγίων. Το πρόβλημα αυτό όμως δεν είναι μόνο τοπικό αφού σε πανελλαδική κλίμακα “δεν υπάρχουν καλά οργανωμένα καταφύγια για τον άμαχο πληθυσμό (3). Σε όλη την Ελλάδα υπάρχουν μόνο 200 δημόσια καταφύγια και εκατοντάδες ιδιωτικά που όμως κανείς δεν ξέρει αν πληρούν τους όρους ασφαλείας(4). Αυτά όμως για όσους “δεν έχουν τον Άγιο τους”, εμάς ας ευχηθούμε ότι θα μας σώσει για μια ακόμη φορά ο Άγιος Σπυρίδωνας!

1. Αναλυτικό αφιέρωμα για τους βομβαρδισμούς στην Κέρκυρα θα δημοσιευθεί σε προσεχές τεύχος του ΕΧΙΤ.
2. Ορισμένα χωριά που κατέφυγαν οι βομβόπληκτοι ήταν: η Αλεπού (800 άνθρωποι), η Καμάρα (400), ο Άγιος Προκόπιος (500) και οι Καστελάνοι Μέσης (400).
3.Στοιχεία από σχετική έρευνα της εφ. “Βήμα” (30.3.΄99)
4.Η κατασκευή ενός καταφυγίου με υλικά ειδικής αντοχής, που θα μπορεί να φιλοξενήσει μια οικογένεια για 15 ημέρες, σήμερα κοστίζει δέκα εκατομμύρια δραχμές.

Κείμενο: Παναγώτης Περιστέρης – Mnemonic Comp , πηγή : περιοδικό EXIT

 

* * *