Λίγα χιλιόμετρα βορειοδυτικά από την πόλη της Κέρκυρας, στο σημείο όπου ο δρόμος προς Παλαιοκαστρίτσα διακλαδίζεται προς τα Γύρου, βρίσκεται η «γέφυρα των Γιατρών», μια ονομασία της οποίας η ρίζα μετρά περισσότερο από 170 χρόνια.
Ο οδηγός, με δυσκολία θα δει την αρχή ενός ιδιωτικού δρόμου ο οποίος καταλήγει σε ένα διώροφο σπίτι, το «σπίτι των Γιατρών» η «σπίτι της Εξορίας» όπως είναι γνωστό στους Ιταλούς.
Οι γιατροί Basetti και Savelli
Στα Ιόνια Νησιά, κατά το 19ο αιώνα, καταφεύγουν πολλοί ιταλοί δημοκρατικοί οι οποίοι διώκονται για τους αγώνες τους για την ιταλική ενοποίηση. Ανάμεσα τους και επιστήμονες οι οποίοι στελεχώνουν την Iόνιο Ακαδημία ειδικά περί το 1835. Στα 1836 φθάνουν στην Κέρκυρα οι πολιτικοί πρόσφυγες γιατροί Atanasio Basetti (από την Parma) και Tito Savelli (από τη Modena). Είχαν ήδη διωχτεί από τους Αυστριακούς και εξοριστεί στην Τοσκάνη, την Κορσική και τη Γαλλία.
Ο Basetti φτάνει στην Κέρκυρα περνώντας από τη Ζάκυνθο και την Κεφαλονιά και μαζί με τον σύντροφό του Savelli εγκαθίστανται στο «σπίτι της Εξορίας» στη θέση Πέλεκας όπου ασκούν την ιατρική βοηθώντας τους κατοίκους της περιοχής. Οικοδομούν οι ίδιοι την κατοικία (με τη βοήθεια τεχνιτών μόνο ιταλών πολιτικών προσφύγων) και της δίνουν το ελληνικό όνομα «Εξορία» δηλώνοντας την δική τους κατάσταση.
Το σπίτι τους ταυτόχρονα γίνεται τόπος συνάντησης και μύησης των μελών της πατριωτικής οργάνωσης «Giovane Italia». Εδώ ετοιμάζεται η μοιραία επιχείρηση των αδελφών Bandiera και ξεκινά η πορεία τους προς την αθανασία το καλοκαίρι του 1844. Στο «σπίτι των Γιατρών» σύχναζε και ο κερκυραίος δικηγόρος Πέτρος Κουαρτάνος ο οποίος και συνέδραμε τους αδελφούς Bandiera και για το λόγο αυτό δικάστηκε από την Ιονική κυβέρνηση. Επίσης σχέσεις με τους ιταλούς επαναστάτες είχε και ο Διονύσιος Σολωμός, βοηθώντας τους μάλιστα και οικονομικά.
Attilio και Emilio Bandiera
Οι αδελφοί Attilio (Βενετία 1810) και Emilio (Valone di Rovito 1819) Bandiera ήταν γιοί του ναυάρχου του αυστριακού ναυτικού βαρώνου Francesco Bandiera. Και οι δύο φοιτούν στη Ναυτική Ακαδημία της Βενετίας, αρχίζουν καριέρα στο Αυστριακό Ναυτικό, αλλά γρήγορα κερδίζονται από την υπόθεση της εθνικής αποκατάστασης της Ιταλίας. Στα 1840 ιδρύουν τη μυστική Εταιρεία Esperia με σκοπό να προσελκύσουν στρατιωτικούς και αστούς Το καλοκαίρι του 1843 σχεδιάζουν να καταλάβουν την αυστριακή ναυαρχίδα της Μεσογείου αλλά το σχέδιό τους αποτρέπεται από του εκπροσώπους του Mazzini Το Γενάρη του 1844 όλη η προετοιμασία προδίδεται, ο Attilio φεύγει από το πλοίο του και καταφεύγει στη Σύρο και μετά στην Κέρκυρα. Ο Emilio ο οποίος βρισκόταν στη Βενετία, καταφεύγει στην Τεργέστη και μετά έρχεται στην Κέρκυρα. Στην Κέρκυρα φτάνει και η μητέρα τους παρακαλώντας τους να γυρίσουν στη Βενετία, αλλά μάταια.
Τα δύο αδέλφια φιλοξενούνται αρχικά στη γειτονιά της Porta Raimonda, έρχονται σε επαφή με ιταλούς πρόσφυγες, καθώς με τους γιατρούς Savelli και Basetti, μέλη της πατριωτικής οργάνωσης «Giovanne Italia».
Η ετοιμασία για εξέγερση
Οι αδελφοί Bandiera προετοιμάζονται για αποβίβαση στη Καλαβρία με σκοπό να παρακινήσουν το λαό της περιοχής σε εξέγερση κατά των Βουρβώνων. Η ομάδα συγκροτείται από άλλα δεκαεννιά άτομα, ανάμεσα τους και ο κορσικανός Pietro Boccheciampe ο οποίος τελικά κατέδωσε το εγχείρημα στην αυστριακή αστυνομία. Στις αρχές Ιούνη του 1844 αποφασίζεται η πραγματοποίηση της αποστολής. Στις 10 Ιούνη στο «σπίτι των Γιατρών» μυείται στην «Giovane Italia» ο Mario Caputi ο οποίος με το πλοιάριό του «Άγιος Σπυρίδων» αναλαμβάνει το ταξίδι ως τις ιταλικές ακτές, Αφού επισκέπτονται τους Περουλάδες και το Σιδάρι, αποφασίζουν να ξεκινήσουν από το Κανόνι. Μετά από αναβολές, το σκάφος με την ομάδα αποπλέει το βράδυ της 12ης Ιούνη και φτάνει στην Καλαβρία, στις όχθες του ποταμού Neto το βράδυ της 16ης του μήνα.
Πορεία προς το θάνατο
Μετά την αποβίβαση, η ομάδα πεζοπορεί μια διαδρομή 50 περίπου μιλίων ως το San Giovani in Fiore στην περιφέρεια της Cosenza. Εκεί, στις 20 Ιούνη, συγκρούεται με χωρικούς, οι οποίοι αδιαφόρησαν για τα επαναστατικά σύμβολα, και συνελήφθησαν από την αστυνομία ενώ δύο μέλη της ομάδας σκοτώθηκαν. Οι υπόλοιποι οδηγούνται με ισχυρή φρουρά στην Cosenza, όπου φυλακίζονται και παραπέμπονται σε στρατοδικείο ώστε να δοθεί η εντύπωση της νομιμότητας Οι δικηγόροι της υπεράσπισης, τρεις φιλελεύθεροι νομικοί, προσπάθησαν μάταια να σώσουν τους κατηγορούμενους από τη θανατική ποινή.
Στις 23 Ιούλη εκδόθηκε η απόφαση του Στρατοδικείου. Από την ομάδα, ο κορσικανός καταδότης Pietro Boccheciampe και ο Giuseppe Meluso απέφυγαν το θάνατο, καταδικάστηκαν σε θάνατο οι αδελφοί Bandiera και oi Nicola Ricciotti, οι ισοβίτες αποφυλακίστηκαν λίγο αργότερα. Στην Κέρκυρα γύρισαν δύο από αυτούς, οι Tommaso Mazzoli και Carlo Osmani.
Δώδεκα ώρες πριν την εκτέλεση, ο Nardi γράφει στο γιατρό Tito Savelli στην Κέρκυρα και επισημαίνει ότι σύλληψη και καταδίκη τους αποφασιστικό ρόλο έπαιξε ο Boccheciampe, ο οποίος εξαφανίστηκε μετά την αποβίβαση και ξαναεμφανίστηκε μόνο στο Στρατοδικείο.
Ο Boccheciampe γνωρίζονταν με τους Ιταλούς γιατρούς και μέσω αυτών ενώθηκε με την ομάδα των Bandiera. Όταν προσπάθησε να γυρίσει στην Κέρκυρα, του απαγορεύτηκε να αποβιβαστεί για το φόβο ταραχών, ενώ στην Πάτρα μόλις μπόρεσε να σωθεί από το οργισμένο πλήθος.
Την αυγή της 25ης Ιούλη οι μελλοθάνατοι εκτελέστηκαν στο βάθος ενός χειμάρρου του Rovito κραυγάζοντας «Viva l’ Italia». Τάφηκαν σιωπηρά και μόνο το 1848 τους αποδόθηκαν οι οφειλόμενες νεκρικές τιμές.
Τον Αύγουστο του 1867 τα οστά των αδελφών Bandiera και του D. Moro μεταφέρθηκαν στη Βενετία και τάφηκαν στην εκκλησία των Αγίων Ιωάννη και Παύλου, ενώ το 1944 στα εκατόχρονα από την εκτέλεση εκδόθηκαν αναμνηστικά γραμματόσημα.
Περνώντας στην Ιστορία
Η περιπέτεια και η θυσία της ομάδας των αδελφών Bandiera θεωρήθηκε πράξη ηρωισμού και αυτοθυσίας, αλλά ταυτόχρονα και πράξη ματαιοπονίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η «Giovane Italia» δεν υιοθέτησε την παρέμβαση αυτή και ότι οι οργανωτές δεν γνώριζαν καν την περιοχή, ενώ από το 1828 ως το 1848 ήταν η μόνη επαναστατική πράξη στην περιοχή. Οπωσδήποτε όμως συνέβαλε στην αναζωπύρωση των ε θνικοαπελευθερωτικών πόθων.
http://bibliokerkyra.blogspot.it/όπως δημοσιεύτηκε στην εφημ. «ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ», 15-08-2009
* * *
Μια μικρή διόρθωση. Η ιστορική επιγραφή στην ξύλινη οροφή, διασώζεται αν και αρκετά ταλαιπωρημένη έως σήμερα.